United States or Bulgaria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Αγαθούλης έλεγε πάντα στον Κακαμπό: — Είναι αλήθεια, φίλε μου, άλλη μια φορά, πως ο πύργος, που γεννήθηκα, δεν αξίζει τον τόπο, που βρισκόμαστε τώρα· μα επί τέλους η δεσποινίς Κυνεγόνδη δεν είναι εδώ κι' έχετε χωρίς αμφιβολία, κάποιαν ερωμένη στην Ευρώπη.

Ενώ συζητούσανε γι' αυτό το σπουδαίο θέμα, περιμένοντας πάντα την Κυνεγόνδη, ο Αγαθούλης παρατήρησε ένα νεαρό θεατίνο στην πλατεία του Αγίου Μάρκου, που κρατούσε στο μπράτσο του μια κοπέλλα. Ο θεατίνος φαινότανε πολύ δροσερός, παχουλός, δυνατός. Τα μάτια του λάμπανε, το ύφος του ήτανε όλο πεποίθηση, το ανάστημά του ψηλό, το βάδισμά του περήφανο.

Είστε σεις; της λέγει ο Αγαθούλης· ζήτε! Σας ξαναβρίσκω στην Πορτογαλλία! Δε σας εβίασαν λοιπόν; Δε σας ξεκοιλιάσανε, όπως με βεβαίωσε ο φιλόσοφος Παγγλώσσης; — Ναι, είπε η ωραία Κυναιγόνδη· αλλά δεν πεθαίνει κανείς πάντα απ' αυτά τα δυο δυστυχήματα. — Αλλ' ο μπαμπάς σας και η μαμά σας σκοτωθήκανε; — Αυτό είναι πάρα πολύ αληθινό, είπε η Κυνεγόνδη κλαίοντας. — Κι' ο αδερφός σας;

Μέσα στο ίδιο ξενοδοχείο ήταν ένας ηγούμενος Βενεδικτίνος· αγόρασε φτηνά το άλογο. Ο Αγαθούλης, η Κυνεγόνδη κ' η γριά πέρασαν από τη Λουκένα, τη Χίλλα, τη Λεμπρίξα και φτάσανε τέλος στα Γάδειρα.

Τον παρακάλεσαν να δεχτή λίγα σκούδα. Τα παίρνει και κάνει να δώσει απόδειξη, αλλά κείνοι δεν το επιτρέπουν και κάθουνται στο τραπέζι. — Δεν αγαπάτε τρυφερά.....; — Ω! ναι, απάντησε, αγαπώ τρυφερά τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη. — Όχι, είπε ο ένας από τους κυρίους, σας ρωτούμε, αν αγαπάτε τρυφερά τον βασιλέα των Βουλγάρων. — Καθόλου, απάντησε κείνος, γιατί δεν τον είδα ποτέ!

Αλλά τον είχανε τόσο κατακλέψει οι Εβραίοι ώστε δεν τούμενε τίποτες άλλο από το μικρό του χτήμα· η γυναίκα του ασκημαίνοντας μέρα με την ημέρα περισσότερο γινότανε πεισματιάρα κι' ανυπόφορη· η γριά ήτανε αρρωστιάρα κι' ακόμα πιο μουρμούρα από τη Κυνεγόνδη.

Λοιπόν, τον ξαναρωτά, η Κυνεγόνδη;. . . . . — Απέθανε, απάντησεν ο άλλος. Ο Αγαθούλης στ' άκουσμα αυτής της λέξης λιποθύμησε. Ο φίλος του τον ξανάφερε στις αισθήσεις του με λίγο κακό ξίδι, που βρέθηκε κατά τύχη μέσα στο σταύλο. Ο Αγαθούλης ξανάνοιξε τα μάτια. Η Κυνεγόνδη απέθανε!

Ο Αγαθούλης είπε στον Κακαμπό: — Φίλε μου, βλέπεις πόσο τα πλούτη αυτού του κόσμου είναι φθαρτά· δεν υπάρχει τίποτε σταθερό έξω από την αρετή κι' από την ευτυχία του να ξαναϊδούμε την δεσποινίδα Κυνεγόνδη.

Η Κυνεγόνδη δεν ήξερε, πως είχε ασκημήνει, γιατί κανείς δεν της τόχε πει: θύμισε στον Αγαθούλη τις υποσχέσεις του μ' ένα τόνο τόσο απόλυτο, που ο καλός Αγαθούλης δεν τόλμησε ν' αρνηθή. Δήλωσε λοιπόν στο βαρώνο, πως θα παντρευότανε την αδερφή του.

Όλα είναι καλά! έστω: μα ομολογώ, πως είναι πολύ σκληρό νάχω χάσει τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη και να σουβλιστώ από τους Αυτιάδες. Ο Κακαμπός δεν τάχανε ποτές. — Μην απελπίζεστε από τίποτε, είπε στον απαρηγόρητο Αγαθούλη. Καταλαβαίνω λίγο τη γλώσσα αυτών των λαών· θα τους μιλήσω.