Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Και βιολιά, και λαούτα, ακούς, και λογιών-τω-λογιών τα λαλούμενα, τακούς, κι' όλ' οι βιολιτζήδες οι ντόπιοι, τρεις ξένοι, οι τουρκόγυφτοι με τα κλαρινέτα, ακούς . . . Και θα χορέψουν όλοι, που να πηδήσουν μεσούρανα, τακούς . . . Και πού είσ' ακόμα, ν' αρχίσουν να μας έρχωνται η νυφάδες για το Θανάση, κ' η πεθεράδες, που θα μας κουβαλούν ζαχαρομαχαλιά και κουραμπιέδες, και λογιών-τω-λογιών καλούδια . . . Ως το χειμώνα, φέτος, άλλο γάμο θάχουμε . . . Και ποια μάννα είνε σαν εμένα; . . . Πώς έχω τον νου μου, δεν λέτε; . . .
Μη θαρρείτε πως θα είσθε πάντα νέαις, πως θα έχετε πάντα τους άνδραις σας να σας κουβαλούν. Έχετε του κόσμου τα καλά, μα είναι ψεύτικα. Έρχεται μια ώρα και γίνονται άφαντα όλα. Φαγητά, πιοτά, στολίδια, φορεσιές, ασημικά, διαμαντικά, όλα φεύγουν. Κ' εγώ είχα. Τώρα δεν έχω ουδέ ψωμί. Η οικοδέσποινα επτοείτο συνήθως εκ των λόγων τούτων και ήνοιγεν.
Έλα βοσκούλα έλα! Χειμώνιασε. Χιόνια πολλά 'ς τα κορφοβούνια πέφτουν, Ρεύουν τα φύλλα των κλαριών, ξισκιώνουν τα λογγάρια, Θολώνουν η νεροσυρμές, η βρύσες κρουσταλλιάζουν Κ' οι τσελιγγάδες κουβαλούν 'ς τους κάμπους τα κοπάδια.
Και επειδή, όπως συνειθίζεται, οι υπηρέται έπαυσαν επ' ολίγον να κουβαλούν φαγητά, ο Αρισταίνετος ο οποίος είχε προνοήση να μη μείνη και το διάλειμμα εκείνο χωρίς τέρψιν και απασχόλησιν, διέταξε να εισέλθη ο γελωτοποιός και να είπη ή να κάμη τίποτε αστείον προς μεγαλειτέραν διασκέδασιν των προσκεκλημένων του.
Β' ΑΝΗΡ Κι' αν δεν τα κουβαλήσουν, τι; Α' ΑΝΗΡ Θα τον εξαναγκάσουμε αυτόν που τα κρατεί. Β' ΑΝΗΡ Κι' αν ήνε οι περισσότεροι που τα κρατούνε, τι; Β' ΑΝΗΡ Και αν σου τα πουλήσουν, τι; Β' ΑΝΗΡ Πολύ καλά, κι' αν σκάσω τι; Α' ΑΝΗΡ Καλά θα κάμης. Β' ΑΝΗΡ Αλλά συ, κι' αν σκάσω, θα θελήσης να δώσης. Α' ΑΝΗΡ Νά κ' οι γείτονες που κουβαλούν επίσης. Α' ΑΝΗΡ Σκασμός, μ' αυτά που λες!
Σου τεριάζει, 70 δε σούναι ατέριαστο· κρασί γιομάτες σου οι καλύβες, που πάσα μέρα οι Δαναοί σού κουβαλούν με πλοία απάνου στον πλατύ γιαλό απ' αντικρύ οχ τη Θράκη. Έχεις του κόσμου τ' αγαθά, τι τόσο ορίζεις πλήθος.
Κι απ' την ώρα εκείνη, τρέχει και τρέχει το αίμα, κι ακόμα, πού να χορτάσης! Κιοπόγλου, ταυτί σου δε δρώνει! Τράβα το τσιμπούκι σου, κ' έννοια σου! Τι έχεις να σκοτιστής; τι να φοβηθής; Τα πρόβατά σου βόσκουνε μοναχά τους. Ως και το γάλα τους μοναχά τους το φέρνουν. Και το μαλλί τους χαζίρικο τόχεις. Ανάμεσά τους κουρεύουνται και σου το κουβαλούν. Γνωστικά πρόβατα, μα και συ, θαρρώ, γνωστικώτερος.
Ιδού τι έλεγεν εν τούτοις: —Παπά, παπά!... —Παπά, παπά!... ο παπά-Σφοντύλης... απ' την οξώπορτα... της λειτουργιαίς... απ' τ' άι-βήμα η πεθερά του.... κ' η παπαδιά... κουβαλούν... απ' την οξώπορτα... της λειτουργιαίς... τους είδα... απ' την οξώπορτα... της λειτουργιαίς... απ' τ' άι-βήμα... κ' η πεθερά του... κ' η παπαδιά...
Γιατ' οι Βουλευταί μας πρώτα είχαν έθιμο καλό• και κανένας δεν τολμούσε να ζήτηση οβολό• κι' όλοι έπαιρναν μαζύ τους, στον καιρό του Μυρρωνίδη, έν' ασκί νερό, ψωμάκι, τρεις εληές κ' ένα κρομμύδι. Σήμερα, για να σκεφθούνε στης πατρίδος το καλό, θέλουνε κ' ημεροδούλι, λες και κουβαλούν πηλό. Σημ. Μετ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν