Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Κ' ύστερα αφού είπανε παραμύθια κ' ετραγούδησαν, επήγανε για ύπνο, η Χλόη με τη μητέρα της κι ο Δρύαντας με το Δάφνη. Κ' η Χλόη τίποτε άλλο δε συλλογιζότανε παρά ότι την άλλη μέρα θα ιδή το Δάφνη.
Ο Γεώργιος ερυθριάσας απεκρίθη με την συνήθη του ειλικρίνειαν και μετριοφροσύνην ότι η σύνθεσις, την οποίαν ανέγνωσε, δεν ήτο οποία αυτός κατά πρώτον την έγραψεν, αλλ' οποία διωρθώθη υπό του διδασκάλου. Ο Γεροστάθης έλαβε τότε ανά χείρας την σύνθεσιν του Γεωργίου, διά να ίδη τας διορθώσεις, αφού δε την διέτρεξε μας είπε·
Ολίγω ύστερον ο Ιησούς εμφανίζεται εις Μαρίαν την Μαγδαληνήν, και ύστερον εις τας άλλας γυναίκας, καθώς επιστρέφουσιν εις τον τάφον. Εις την Μαγδαληνήν Μαρίαν, εις εκείνην ήτις πολύ ηγάπησε διότι πολύ εσυγχωρήθη, και εκ της ψυχής της οποίας, της διαπύρου νυν ως η φλοξ και διαυγούς ως κρύσταλλος, είχεν εκβάλη επτά δαιμόνια, απέκειτο η ένδοξος τιμή να ίδη πρώτη τον αναστάντα Σωτήρα.
— Το γαμπρό σου τον Αγάλλο; . . . Πώς! δεν ήρθε; .. Θα ηύρε πουθενά τη μοίρα του πάλι . . . Ίσως να τον ωνείρεψε να πάη πουθενά ναυρή τίποτα γρόσια, και του είπε να πάη νύχτα, για να μη τον ιδή κανείς . . . Ή τίποτα στοιχειά θα ηύρε στο δρόμο κ' έπιασε κουβέντα μαζί τους, κ' εξέχασε . . .
Όλοι το ηλιοβασίλεμμα κυττάζουν το πανώρηο, Κ' η κόρη οπώχει τον καϊμό τους κάμπους αγναντεύει, Να ιδή κοπάδια αν έρχωνται κι' αν κούγωνται τρουκάνια. Ουδέ κοπάδια φαίνονται κι' ουδέ τρουκάνια ηχούνε.
Συρόμενος από την περιέργειαν τού να ίδη πλησιέστερον και να μάθη τι περισσότερον, επλησίασεν υπέρ το δέον εις ένα εχθρικόν προμαχώνα, ώστε τον επυροβόλησαν· μετέβη εκ τούτου εις άλλον, και λαβών δύω ίππους βόσκοντας προ των οφθαλμών των εχθρών, επέστρεψεν αφ' ού έκαμε τας αναγκαίας παρατηρήσεις του· επειδή δε είδε τριακοσίους ιππείς αποκοπέντας από το εχθρικόν στρατόπεδον και διευθυνομένους προς το Ελληνικόν, έδωκεν αμέσως διαταγήν να ετοιμασθώσιν όλοι και να ευρίσκωνται εις τας θέσεις των.
— Να σ' πη ο παππάς 'ς τ' αυτί. Θεοκατάρατε! Κατηράσθη καθ' εαυτήν η γραία Αχτίτσα, αγανακτήσασα πλέον. Και κατήλθε τας βαθμίδας μίαν-μίαν, σπογγίζουσα τους οφθαλμούς της με την μανδήλαν της, να μη την ίδη κλαίουσαν η ωραία κόρη της και λυπηθή και αυτή, η ορφανή και απροστάτευτη. Συγχρόνως ο μογιλάλος, αποκρεμάσας τα δισάκκιον και την χλαίναν, ετίναξε και ητοίμασεν αυτά διά το ταξείδιον.
Και πριν καιρό μου αφίση, Για πιον να τον ρωτήσω, Το στόμα του σα βρύση Επήγαινε ξοπίσω Να λέη για κείνον τόσα, Που του αποσταίνει η γλώσσα, Και αφού αποξεθυμαίνει Να τον κατηγοράη, Ανήσυχος προσμένει· Στα μάτια με τηράει, Να ιδή τι γνώμην έχω, Κι' αν στα νερά του τρέχω. Κυρ Μώμε, το σκοπό σου, Του λέω, καλά απεικάζω. Μηδέ το φέρσιμό σου Εγώ καταδικάζω. Μον δεν μπρω ν' ακούσω Για να σε υπακούσω.
Ουδείς άλλος τον επλησίαζεν. Εάν χωρικός τις διέβαινεν εκείθεν, τον προσηγόρευεν ενίοτε μακρόθεν, εναπέθετεν ίσως επί βράχου απέχοντος την ελεημοσύνην του, αλλ' ουδείς ετόλμα να τον ίδη και να τον ομιλήση εκ του πλησίον. Ο περί την καλύβην κήπος του λεπρού περιεκλείετο διά φραγής εκ σπάρτων και κομάρων και ροδοδαφνών.
Μήτε άνθρωπου δούλους δε θα μπορούσε να ιδή κανένας ν' ακούν έτσι στην προσταγή του αφέντη. Κι όλοι οι άλλοι λοιπόν εθαύμαζαν και περισσότερο η Κλεαρίστη· κι ωρκίστηκε πως τα δώρα που έταξε θα του τα δώση, επειδή ήτανε καλός γιδάρης κ' ήξερε και μουσική. Κι αφού γυρίσανε στο εξοχικό εγιωμάτιζαν κ' έστειλαν και στο Δάφνη από όσα έτρωγαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν