Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025


Ξαναλαμβάνοντας τες αίσθησές μου, και βλέποντας τον τόπον, από τον οποίον τα νερά με έβγαλαν εις το φως, έπεσα κατά γης με μεγάλην συντριβήν διά να ευχαριστήσω τον ουρανόν διά την ελευθερίαν μου· και αφού έκαμα μίαν μεγάλην προσευχήν, εσηκώθηκα ακούοντάς τον εαυτόν μου γεμάτον από θάρρος, και επεριπάτησα εκείνο το νησί χωρίς να ξεμακρύνω από το περιθαλάσσιον.

Ενώ όμως μιλούσε με τη μάνα μου, πλησίασα στην καθέκλα της και πήρα στάση παραπονετική. Διψούσα τα φιλιά της. Το κατάλαβε και ταγαπημένο της χέρι απλώθηκε πάλι στο κεφάλι μου. Επήρα θάρρος και κινήθηκα προς την αγκαλιά της· αλλά το ίδιο χέρι μέσπρωξε απαλά. — Όι, Γιωργή μου, δεν κάνει. Δεν τώπαμε πως εδά' σαι μεγάλος και δεν είσαι μπλειο για φιλιά;

Πασπάλαε αφρός τα στήθια τους, τ' άσπριζε γύρω η σκόνη, σα βγάζανε απ' τον τάραχο τον πονεμένο αφέντη. Και σαν τον είδε ο Έχτορας πως έφευγε οχ τη μάχη έσκουξε σ' όλο το στρατό μ' αψιά φωνή μεγάλη 285 «Δαρδάνοι κονταρόπλιστοι και Τρώες και Λυκιώτες, θάρρος, παιδιά, και βάρτε τους ατρόμητα σαν άντρες! Έφυγε ο πιο παλικαράς οχτρός, κι' εμένα ο Δίας μεγάλη δόξα μούδωκε.

Της ήλθε τότε η παράξενος ιδέα να φωνάξη οπίσω τον σύζυγόν της, να τον κρατήση, να μη τον αφήση να υπάγη. Αλλ' η τόλμη της έλειπεν και θάρρος αρκετόν δεν είχεν αποκτήσει. Είξευρεν ότι εκείνος θα την εσκώπτεν ίσως και ποτέ δεν θα επείθετο. Μόνον όταν απεμακρύνθη η βάρκα, της ήλθον εις την μνήμην άλλαι τινές περιστάσεις και οι φόβοι της κατέστησαν τυραννικοί.

Με όλον που ετούτη η ομιλία του τζοχαντάρη ήτον περιγελαστική, δεν έλειψε που να προξενήση πολύ θάρρος εις τον Βαχμάν. Εσύ έχεις δίκαιον, λέγει του τζοχαντάρη· εγώ πρέπει να προστρέξω εις τον προφήτην· υπάγω να τον παρακαλέσω διά να εμέ βοηθήση να χαλάσω τον εχθρόν μου και ελπίζω ότι η παρακάλεσίς μου να μη γένη άκαιρη.

Προς τούτοις έπρεπεν, ω άνδρες, να ιδήτε τον Σωκράτη κατά την άτακτον διά φυγής υποχώρησίν μας από το Δήλιον. Εγώ είχα ίππον εις την μάχην αυτήν, αυτός δε τον βαρύν του πεζού οπλισμόν. Υπεχώρει λοιπόν μετά τον διασκορπισμόν πλέον όλων αυτός και ο Λάχης μαζί· τους συναντώ δ' εγώ και μόλις τους είδα φωνάζω εις αυτούς να έχουν θάρρος και ότι εγώ δεν θα τους αφήσω.

Ο Στάμος και ο Αργύρης αφήκαν πεπνιγμένην κραυγήν και ηθέλησαν να φύγουν, αλλ' ο Παλούκας εφήρμοσε την μέθοδόν του και τους ελήστευσεν. — Είνε άλλη ζυγιά; ηρώτησεν είτα. Τα παιδία τον εκύτταζαν με απλανή όμματα, απολιθωμένα από τον φόβον. Αλλ' ο Στάμος, όστις ήτο δωδεκαετής και ξυπνητός, ενόησεν εν τω μεταξύ ότι δεν ήτο φάντασμα. Ο φόβος του εμετριάσθη και μετέδωκε θάρρος εις τον Αργύρην.

Εις τους συνεταίρους όμως και τους αδελφούς πρέπει να αποδίδωμεν θάρρος και συμμετοχήν εις όλα. Ακόμη δε και εις τους συγγενείς και τους ενορίτας και συμπολίτας και όλους τους άλλους πρέπει πάντοτε να προσπαθούμεν να αποδίδωμεν το ανάλογον, και να ζυγίζωμεν όσα παρέχομεν εις τον καθένα με την οικειότητά του προς ημάς και την αρετήν του, ή την χρησιμότητά του.

Το δε πρώτον στράτευμα των Αθηναίων ανέλαβε θάρρος μετά τα δεινά παθήματα, τα οποία είχεν υποφέρει. Ταύτα σκεπτόμενος ο Δημοσθένης και γνωρίζων ότι και αυτός διά της παρουσίας του θα ενέπνεε μέγαν φόβον κατά την πρώτην ημέραν εις τους Συρακουσίους, ηθέλησε να επωφεληθή τάχιστα εκ του τρόμου, τον οποίον ενέπνευσε τότε το στράτευμά του.

Το πείσμα μούδωκε το θάρρος να πω το δίστιχο, μισό τραγούδι μισό απαγγελία. Αλλά και το Βαγγελιό ήρθε στη βοήθειά μου· και με τη γλυκειά της φωνή τραγούδησε για μένα: Θαρρείς πως είμ' εγώ μικιό πως δεν πονεί η καρδιά μου; Σαν του μεγάλου καίουνται μέσα τα σωθικά μου. Κιόταν πιασμένη στο χορό πέρασε κοντά μου, έσκυψε μια στιγμή και με φίλησε.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν