Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Κατόπιν της επιστολής τη έστειλεν ο Μάχτος και άλλον φίλον. Προ δύο ωρών ο Σκούντας και η Βεάτη είχον αναβή τας τέσσαρας κλίμακας τας αγούσας εις το υπερώον, και συνωμίλησαν μετά της Αϊμάς διά του μέσου του γνωστού εις την Βεάτην. Ο Σκούντας μετεβίβασεν εις την Αϊμάν τους χαιρετισμούς του Μάχτου! Η Αϊμά τον ηρώτησεν, αν θα έλθη ο Μάχτος ταχέως καθώς τη είχεν υποσχεθή διά της επιστολής.
Με εξήγαγον τελευταίον και την είδα ασθενή εις την στρωμνήν της. — Ποίος είσαι; ηρώτησεν ο Βινίκιος. — Ο λατόμος, εις την καλύβην του οποίου ο απόστολος Πέτρος σε εβάπτισεν, αυθέντα. Με εφυλάκισαν προ τριών ημερών και θα αποθάνω σήμερον. Ο Βινίκιος εξήλθεν εκ του υπογείου και επέστρεψεν εις το αμφιθέατρον καθήσας παραπλεύρως του Πετρωνίου, μεταξύ των Αυγουστιανών.
Εκείνη δε, η οποία δεν είναι ούτε περισσότερον ούτε ολιγώτερον αρμονία, ότι ούτε εβάλθη περισσότερον η ολιγώτερον εις αρμονίαν. Είναι έτσι; Έτσι είναι, απεκρίθη ο Σιμμίας. Εκείνη δε, η οποία ούτε περισσότερον ούτε ολιγώτερον εβάλθη εις αρμονίαν, είναι δυνατόν να λαμβάνη μέρος εις την αρμονίαν περισσότερον ή ολιγώτερον ή εξ ίσου; Ηρώτησεν ο Σωκράτης. Εξ ίσου, είπεν ο Σιμμίας.
Εφανέρωνεν ανησυχίαν η έκφρασις του βλέμματος του και αι σπασμωδικαί κινήσεις της αριστεράς του, διά της οποίας έτιλλε τας τρίχας του μύστακος του, ως αν ήθελε να τας εκριζώση. Έστρεψε προς εμέ τους οφθαλμούς. Εάν ηδυνάμην κατ' εκείνην την στιγμήν να σκεφθώ τι, ήθελα εννοήσει ότι ο στρατηγός παν άλλο είχε κατά νουν ή τας συστάσεις του θείου μου. Τι θέλεις; ηρώτησεν ανυπομόνως.
— Κρυώνεις, Γιάννο μου; ηρώτησεν η Μάρω, κύπτουσα προς αυτόν φιλοστόργως. — Ναι, πολύ· είπεν ούτος τουρτουρίζων. — Και δεν επήρα το σεγούνι μου.
Πολλοί εκ της αγοράς έσπευδον εκεί και οινοπώλαι με τας διαβρόχους ποδιάς των και κρεωπώλαι με τα αίματα των σφαγίων επάνω των και ο καφεπώλης ακόμη και μικρέμποροι, κλείσαντες επί τούτω τα μαγαζεία των. — Τι τρέχει, ορέ; ηρώτησεν ο Δημήτρης μικρόν παίδα, διερχόμενον μετά σπουδής πλησίον των. — Νερό 'ς τ' αυλάκι· είπεν ούτος, υποπτεύσας ότι ήθελον να παιζογελάσουν μαζί του.
Εκεί εύρεν εντός άντρου μιξοπάρθενόν τινα έχιδναν, της οποίας τα μεν άνω των γλουτών ήσαν γυναικός, τα δε κάτω όφεως. Ιδών αυτήν και θαυμάσας ο Ηρακλής, την ηρώτησεν εάν είδε που ίππους πλανωμένας· εκείνη δε είπεν ότι τας έχει, αλλά δεν τας αποδίδει εις αυτόν πριν ή μιχθή μετ' αυτής.
Την τελευταίαν φοράν μάλιστα, κάποιος εν Αθήναις ιδών αυτόν μια των ημερών αναγινώσκοντα εν καφενείω τα πρακτικά της συνεδριάσεως της προτεραίας εν τη Νέα Εφημερίδι, τον ηρώτησεν αν δεν ήτο παρών εις την συνεδρίασιν. «Όχι, ήμουν, απήντησεν ο κ.
Διαβάτης αποσπασθείς εκ του ομίλου ήρχετο προς αυτόν. — Τι τρέχει; τον ηρώτησεν ανυπομόνως ο Μάχτος. — Δεν ξεύρω κεγώ, απήντησεν ο διαβάτης. Γυναίκες, θαρρώ, μάλωσαν αναμεταξύ τους. Ο Μάχτος εδιπλασίασε την ταχύτητα του βήματος. Να είνε τάχα η Αϊμά; ηρώτησε καθ' εαυτόν. Προσεγγίσας εις τον όμιλον επείσθη ότι δεν είχεν απατηθή.
Οι οδόντες του έλαμπον, και οι δάκτυλοι των ποδών του πατώντες ελαφρά επί των μαύρων πλακών, υπεβάσταζον το σώμα του, το οποίον είχεν ευκαμψίαν πιθήκου, η δε μορφή του απάθειαν μομίας. — «Πού είνε;» ηρώτησεν ο Τετράρχης. Ο Μαναή απήντησεν, δεικνύων διά του αντίχειρος έν αντικείμενον όπισθέν των. — Πάντα, εκεί! — Θαρρώ πως τον άκουσα!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν