Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Αυτή άρχισε να ομνύη και να καταναθεματίζεται πως δεν ηξεύρει τίποτε εις αυτήν την υπόθεσιν· και έπειτα άρχισε να κλαίη με μεγάλα παράπονα, τόσον που ο κλέπτης την ευσπλαχνίσθη. Ο σκλάβος εκατάλαβε πως ο αφέντης του της έδειχνε σπλάχνος· όθεν με όλον που εκείνος τον εμπόδιζε να μην την φονεύση αυτός ηθέλησε να την κτυπήση.
Ο Τημουρτάς έλαβε κάποιον φόβον, και σχεδόν έκλινε διά να του δώση, επειδή και εφοβούνταν αυτόν τον Βασιλέα, με το να ήτον ο πλέον δυνατός Βασιλεύς του καιρού εκείνου. Ο Καλάφ την γνώμην του πατρός του δεν ηθέλησε να την ακούση, αλλά του είπε να μη φοβηθή, διότι έχει ελπίδες να τον νικήση μ' όλον που είναι ο πλέον δυνατός του κόσμου.
Ο βασιλεύς την απείκασε που κάτι είχε, και ηθέλησε να μάθη την αιτίαν. Η περιέργειά του αβγάτισε την αντράλωσιν της Σχυρίνας η οποία τέλος πάντων γνωρίζοντας πως ήτον υπόχρεη να τον ευχαριστήση του εδιηγήθη εκείνο που ακολούθησεν.
Η περιφορά δίσκου θερμού οίνου εκορύφωσε την γενικήν ζωηρότητα και μόνος εγώ εχολόσκανα εις μίαν γωνίαν βλέπων την Χριστίναν να στροβιλίζη εις του Καρόλου τας αγκάλας. Ο Χαλδούπης ηθέλησε και πάλιν να με πλησιάση διά να χύση τα φαρμάκι του εις την πληγήν μου, αλλά το βλέμμα το οποίον έρριψα επ' αυτού ήτο, ως φαίνεται, τόσον άγριον, ώστε εθεώρησε φρόνιμον να μου δείξη την ράχιν.
Την αυτήν απάντησιν έδωκε και ο Βασίλης Αράπης ο σαλπιγκτής, είς στρατιώτης του ιππικού ονόματι Σπύρος και ο εκ Ρεθύμνου Νικόλαος Γαληνάκης. Εις την ακολουθίαν του Πασά ήτο αγαθός τις Μωαμεθανός Ρεθύμνιος, όστις εγνώριζε τον Γαληνάκην, ως κάτοικον Ρεθύμνου. Γνωρίζων δε ότι οι εθελονταί θα εθανατώνοντο, ηθέλησε να τον σώση.
Όταν μας έβλεπεν έτσι συναγμένους τριγύρω του άρεσε να διηγήται παραμύθια και ιστορίες της ζωής του. Της θάλασσας οι κίνδυνοι, της στεριάς οι χαρές, ο τρόμος των κουρσάρων, τα ναυτικά κατορθώματα της επαναστάσεως εδιάβαιναν ζωντανά και ολοφώτιστα στην παιδιάτικη φαντασία μας με τα λόγια του. Μα εκείνη τη νύχτα δεν ηθέλησε να μιλήση ούτε για παραμύθια, ούτε για ταξείδια του.
Στην Πόλη αποφάσισε να τον βγάλη και γι' αυτό εναυτολόγησε εμένα. Ο Ανέστης όμως ήξευρε πως είχε φαμελιά επάνω του και ηθέλησε να τον σώση. Είπε στον καπετάνιο πως ηύρε δουλειά έξω και θ' άφινε το καράβι. Τον επαρακάλεσε στη θέσι του να κρατήση τον Κεφαλλωνίτη. Εκείνος εκατάλαβε τη θυσία, αγαπούσε και το παιδί γιατ' ήταν σωστός δουλευτής· εμετανόησε. Εκράτησε τους δυο, εκράτησε κ' εμένα.
Την επαύριον, αφού εμίσεψεν ο Αγάλλος, ο κυρ Δημητράκης, όταν επήγεν, ως συνήθως, εις το Κιόσκι, εις το μέσον των προεστών, εστράφη προς τον παπά-Ζαχαρίαν τον Σακελλάριον και του είπε: — Σου δίνω, παπά, στην ανεψιά σου την Ουρανίτσα τον Λογιώτατον, επειδή ο Αγάλλος δεν ηθέλησε να μ' ακούση. — Καλά, κυρ Δημητράκη· ως επίτροπος της κόρης, σου λέγω ότι είνε δεκτόν.
Η μήτηρ του τον κατέκλινε δίπλα εις την παραστιάν, επί μαλλίνου κυλιμίου, τον εσκέπασε με μίαν άκραν της βελέντζας, εσταύρωσε τρις το προσκέφαλόν του και τον άφησε να κοιμηθή. Η Λενιώ δεν ηθέλησε να πλαγιάση, λέγουσα ότι ήθελε να περιμείνη τον πατέρα της, όστις είχε τάξει να της φέρη ένα ώμορφο στολίδι από το χωρίον.
Βραχεία σιωπή επηκολούθησεν. — Ο Καίσαρ, είπεν ο Πετρώνιος, δεν ηδυνήθη να κρύψη ενώπιόν της την σφοδράν επιθυμίαν του να λάβη την Ρουβρίαν και ίσως αύτη ηθέλησε να εκδικηθή. Ευτυχώς δεν την ανεγνώρισες την Αυγούσταν, διότι αν αναγνωρίζων αυτήν την απώθεις, θα εχάνεσο αφεύκτως και συ και η Λίγεια και εγώ ίσως.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν