Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Οι πτωχοί τους οποίους ευηγγελίζετο, οι τυφλοί ων τους οφθαλμούς είχεν έλθη ν' ανοίξη, οι ασθενείς τους οποίους είχεν έλθει ν' ιατρεύση, οι απολωλότες τους οποίους αποστολήν είχε να ζητήση και να σώση, όλοι ούτοι συνέρρεον μετ' εγκαρδίου ευγνωμοσύνης προς τον Καλόν Ποιμένα, τον Μέγαν Ιατρόν.

Εις την πρεσβείαν ταύτην ηνώθη και η πόλις των Δωριέων, μητρόπολις ούσα των Λακεδαιμονίων, διά να ζητήση τα αυτά, επειδή οι κάτοικοι αυτής έπασχον ομοίως από τας εχθροπραξίας των Οιταίων.

Περί ενός μόνον λέγεται ότι, ιδών το άνοιγμα του ουρανού, δεν επρόφθασε να εκφράση πλήρη ευχήν. Θέλων να ζητήση χίλια φλουριά ή χίλια εκατομμύρια, μόνον την λέξιν χίλια επρόφθασε να προφέρη. Αλλ' ο ουρανός, παίζων με τας λέξεις, του έδωκεν αντί χιλίων φλουριών τερατώδη χείλια.

Όταν δε επρόκειτο να επιστρέψη εις την χώραν του, ο δε Νέρων τον απεχαιρέτα και του έλεγε να ζήτηση ό,τι ήθελε και υπέσχετο να του το δώση, Τον χορευτήν εκείνον, είπε, αν μου δώσης, τα μεγιστα θα μ' ευχαρίστησης. Και εις τι δύναται να σου χρησιμεύση; ηρώτησεν ο Νέρων.

Με την πρόφασιν του λουτρού έμενον αγρυπνούντες εις τα παράλια. Διότι υπάρχει η ιδέα ότι κατά την νύκτα εκείνην ανοίγουν αστραπιαίως οι ουρανοί και ό,τι ζητήση κανείς κατά την στιγμήν εκείνην το λαμβάνει άνωθεν. Δεν αναφέρονται όμως παραδείγματα ανθρώπων οι οποίοι επλούτισαν ή απέκτησαν ό,τι δήποτε κατ' αυτόν τον τρόπον.

Εκείνος όστις ήλθε να ζητήση και σώση το απολωλός, όστις ηδυνήθη να εξαγάγη την Χριστιανικήν αγιότητα εκ μέσου της διαφθοράς των εθνικών, ηδύνατο να πλάση και εκ του εβραίου τελώνου ένα Απόστολον και τον πρώτον Ευαγγελιστήν νέας και ζώσης πίστεως. Η παρ' Αυτού εκλογή των Αποστόλων υπηγορεύθη από πνεύμα πόρρω απέχον παντός υπολογισμού και συνθηματικής φρονήσεως.

Εκείνη! ανέκραξεν η εξαδέλφη αποκρινομένη εις την περί τούτου ερώτησίν του. Όχι τον Πλατέαν, αλλά δεν ηξεύρω ποίον να της προτείνουν, θα τον δεχθή! Αφού δεν ημπορεί να μεταπείση τον πατέρα της και να μείνη ελευθέρα, θα υπανδρευθή τον πρώτον ο οποίος την ζητήση, διά να μη είναι πρόσκομμα εις την ευτυχίαν της αδελφής της. Έχει ψυχήν αγγελικήν, εξηκολούθησε μετ' ενθουσιασμού.

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όπως κι' αν έχη, γρήγορα θα φωτισθήτε· κι' αυτό που σας έγραψε χθες πως αποφάσισε να σας ζητήση σε γάμο, θα σας δώση να καταλάβετε αν λέη αλήθεια ή όχι. Θα είνε η καλύτερη απόδειξι. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ε! Τουανέττα, αν μ' απατά αυτός, δε θα πιστέψω πλέον κανέναν άντρα, σ' όλη μου τη ζωή. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Να, επιστρέφει ο πατέρας σας.

Και ο μεν Κτήσιππος έμεινεν αναπολόγητος και εσιώπησεν· εγώ δε, με απορίαν μου και θαυμασμόν δι όσα ήκουσα, — Πώς λέγεις, τον ηρώτησα, Διονυσόδωρε; έχω πράγματι ακούση από πολλούς και πολλάκις να κάμνουν χρήσιν αυτού του συλλογισμού και πάντοτε τον εθαύμασα· διότι και η σχολή του Πρωταγόρα και άλλοι ακόμη αρχαιότεροι φιλόσοφοι τον μετεχειρίζοντο συχνά· εμένα πάντα μου εκίνησε τον θαυμασμόν, και μου φαίνεται ότι και όλους τους άλλους ανατρέπει και αυτόν τον ίδιον· ελπίζω όμως να με διδάξης εσύ καλύτερα από κάθε άλλον, ποίον είναι το αληθές περί αυτού. «Δεν ημπορεί κανείς να ειπή ψεύματα», αυτό είναι το νόημα του συλλογισμού· δεν είναι έτσι; αλλ' ή κατ' ανάγκην εκείνος που ομιλεί θα λέγη αλήθειαν, ή δεν θα ομιλή; — Αυτό είναι, απήντησεν ο Διονυσόδωρος. — Θέλουν να ειπούν με αυτό, ότι είναι αδύνατον κανείς να είπη ψεύματα, ημπορεί όμως να έχη ψευδείς δοξασίας; — Όχι, ούτε ψευδείς δοξασίας, μου απήντησεν. — Ώστε δεν υπάρχει καθόλου ούτε ψευδής δοξασία; — Όχι, — Ούτε αμάθεια επομένως, ούτε αμαθείς άνθρωποι· διότι τ' άλλο παρά τούτο, αν υπήρχε, θα ήτο η αμάθεια, να μην έχη κανείς ορθάς ιδέας περί των πραγμάτων; — Βεβαιότατα. — Αλλ' αυτό δεν γίνεται, είπα εγώ. — Όχι βέβαια. — Το λέγεις έτσι αυτό, Διονυσόδωρε, απλώς διά να γίνεται λόγος και να μας εκπλήξης με αυτήν την παραδοξολογίαν, ή πραγματικώς το πιστεύεις πως δεν υπάρχει κανείς αμαθής εις τον κόσμον; — Αλλ' απόδειξέ μας συ το εναντίον. — Αλλά είναι δυνατόν να γίνη αυτό, κατά τον λόγον σου, να αναιρέση κανείς έναν άλλον, αφού κανένας δεν λέγει ψεύματα; — Όχι, δεν είναι δυνατόν, είπεν ο ΕυθύδημοςΑλλά μήπως σου εζήτησα εγώ, επανέλαβεν ο Διονυσόδωρος, να αναιρέσης τον ισχυρισμόν μου; διότι ένα πράγμα που δεν υπάρχει, πως είναι δυνατόν κανείς να το ζητήση; — Ω Ευθύδημε, είπα εγώ, δεν εννοώ ακόμη κατά βάθος όλα αυτά ωραία και σοφά πράγματα· κάτι όμως άρχισα αμυδρώς να καταλαμβάνω.

Σαν είδε όμως άξαφνα τους Ούνους και χαλνούσαν τον κόσμο περίγυρα, από ποιόν άλλονα να ζήτηση βοήθεια παρ' από το Βελισάριο; Αν και γέρος πια τώρα εκείνος, αν κι αποκαμωμένος και βαριεστημένος, σα λιοντάρι όμως σηκώθηκε να πολεμήση τους Ούνους.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν