Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Το πρόσωπόν της Λιγείας έγινε ροδαλόν και εμειδία. Ερρίφθη εις τον τράχηλον της απελευθέρας και έθεσεν επί της παρειάς της το αδρόν της στόμα ψιθυρίζουσα: — Δεν θα μας προδώσης, Ακτή! Όχι! — Μα την σκιάν της μητρός μου, δεν θα σας προδώσω. Παρακάλεσε τον Θεόν σου όπως ο Ούρσος κατορθώση να σε ελευθερώση. Ο Ούρσος εσχεδίαζε πώς θα την προστατεύση, όταν θα ήρχοντο να την αρπάσουν.

Αυτό έπραξα και την έπαθα, και το άνθος μου απήλθεν. Εννοείς; την γυναικά μου έχασα, ω Διαβάτα. Και ο δυστυχής εκόπτετο και ωδύρετο. — Πώς; λέγω. Δεν εμνηστεύθης πριν νυμφευθής, και δεν διέγνωσες τι άνθος εξέλεγες; Ερρίφθη επί λίθου, και απήντησε μειδιών πικρώς: — Ω, ήτο πλάσμα θαυμάσιον τότε· ρόδα είχε εις την κεφαλήν και ρόδα εις το πρόσωπον· τόξα ήσαν αι οφρείς, και τα βλέμματα βέλη.

Επί δε του Λευκαδίου πλοίου, το οποίον κατεβυθίσθη πλησίον του φορτηγού πλοίου, πλέων ο Τιμοκράτης ο Λακεδαιμόνιος, άμα κατεστράφη το πλοίον, εσφάγη μόνος του και το πτώμα του ερρίφθη υπό των κυμάτων εις τον λιμένα των Ναυπακτίων.

Κ' επιστρέφουσαν εις την πόλιν ηκολούθησες μακρόθεν την Πολύμνιαν, την οποίαν είχες ιδεί μειδιώσαν προς την τρέλλαν του παιδικού σου φίλου, και την είχες ακούσει ψιθυρίζουσαν: «Τι παράξενο παιδί, αυτός ο ΧριστοδουλήςΔεν ήτο αύτη η μόνη φορά, καθ' ην ο Χριστοδουλής ερρίφθη εις το ύδωρ με όλα τα ενδύματά του προ των οφθαλμών της Πολυμνίας ή και χάριν αυτής.

Εγκαταλειφθείς ούτως ο Χοσρόης συνελήφθη υπό του υιού του Σιρόου και ερρίφθη δέσμιος εις ειρκτήν, αφού υπέστη την φοβεράν τιμωρίαν να ίδη έμπροσθεν του σφαζόμενον τον αγαπητόν του εκείνον υιόν, χάριν του οποίου ήθελε να παραγκωνίση τον Σιρόην και τα άλλα τέκνα του. Αλλά τούτο δεν ήτο το τέρμα της συμφοράς.

Αι δυνάμεις δε του νέου ενέδιδον εις τούτο, αλλ' όμως δεν ήθελε να τον αφήση. Ότε ανηγέρθη ο Βούγκος, εύρε τους δύο παλαίοντας ακριβώς παρά την θύραν. — Τι είνε, Μάχτο; Τι έχεις, πατέρα; τι επάθετε; Και ερρίφθη να τους χωρίση. Ο Μάχτος δεν ηδύνατο επί πλέον ν' αντιστή. Άλλως δε ορμεμφύτως ενόησεν ότι ο κίνδυνος ήτο αλλαχού του λοιπού, και αφήσας τον πατέρα του, ώρμησε και εξεπήδησε της θύρας.

Έπειτα ερρίφθη εις μίαν καθέκλαν και εφαίνετο κατάκοπος, ως να είχε σκάψη επί ώρας. Ο Μανώλης απομακρυνόμενος εσχεδίαζε φοβερά πράγματα, εκ των οποίων το μικρότερον ήτο να σκοτώση τον Τερερέν. &Να τον σχίση εις δύο, να τον κομματιάση&. Παρατηρών δε το από ξύλον πρίνου σπαθοράβδι του εμουρμούριζε: — Μια μαυτό στην κεφαλή τόνε φτάνει να μην πη μουδέ ω!

Όταν αι γυναίκες της Θράκης κατεσπάραξαν τον Ορφέα, λέγουν ότι η κεφαλή του, η οποία ερρίφθη ομού με την λύραν εις τον Έβρον, εξεβλήθη εις τον Μέλανα κόλπον και έπλεεν ομού με την λύραν• και η μεν κεφαλή διηγούνται ότι έψαλλεν ένα θρήνον διά τον θάνατον του Ορφέως, η δε λύρα συνώδευε με τους ήχους τους οποίους εσχημάτιζον αι πνοαί του ανέμου πλήττουσαι τας χορδάς• και ούτω έφθασεν εις την Λέσβον, όπου οι κάτοικοι την μεν κεφαλήν έθαψαν εκεί όπου τώρα είναι ο ναός του Βάκχου, την δε λύραν ανέθηκαν εις τον ναόν του Απόλλωνος, όπου επί πολύ εσώζετο.

Εκείνη ηγέρθη ζωηρά, λάμψις εκπλήξεως και χαράς διήλθε διά του μετώπου της και χωρίς να είπη λέξιν ερρίφθη εις τας αγκάλας του Βινικίου.

Τέλος ήλθε στιγμή, οπότε η αρχαία φύσις του επεκράτησε και πάλιν. Του εφάνη ότι ήτο πολύ μωρός να γεμίζη την κεφαλήν του από πράγματα, τα οποία λύπην μόνον του είχον προξενήσει. Απεφάσισε να λησμονήση την Λίγειαν και ερρίφθη εις τον ανεμοστρόβιλον και εις τας ηδονάς του ελαφρού βίου, με την συνήθη ορμητικότητά του.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν