United States or Mexico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πας όστις τον έβλεπε διά πρώτην φοράν απήρχετο με την εντύπωσιν ότι ήτο ο εντιμότατος των ανθρώπων, ο πραότατος και συγχρόνως, ο μετριοφρονέστατος και αφελέστατος. Εκτός τούτου έτεινε πάντοτε προς τα μεγάλα και ουδέν μικρόν επεχείρει, αλλά μόνον περί μεγάλων εσκέπτετο.

Την προτεραίαν είχεν αναγνώσει ο δυστυχής καθηγητής το &Σήμαντρον& του Λευκαδίου ποιητού· η ποιητικωτάτη περιγραφή του νέου εραστού, όστις επιστρέφων εις την πατρίδα ρίπτεται εις την θάλασσαν διά να φθάση ταχύτερον εις την ακτήν, όπου ακούει αντηχούντα τον νεκρώσιμον ήχον και βλέπει την κηδείαν της μνηστής του, — ενώ δε πλέει απηλπισμένος καταβροχθίζεται υπό του θηρίου της θαλάσσης, — η ζωηρά απεικόνισις της φοβεράς εκείνης σκηνής τον είχε τοσούτον συγκινήσει, ώστε εις την εντύπωσιν των στίχων του ποιητού απέδιδεν ο Κ. Πλατέας το πάθημά του, δι' ό και διετήρησεν έκτοτε είδος μνησικακίας κατά του Βαλαωρίτου.

Τότε επιφαίνεται η αίσθησις μιας γενικής και αποτόμου επισχέσεως παντός του περικυκλούντος με. Μετά ταύτα επανευρίσκομεν μίαν εντύπωσιν πλαδαρότατος και υγρότητος και τέλος εμφανίζεται το παραλήρημα μιας μνήμης σπαρταριζούσης μέσα εις την φρίκην της.

Δεν ήρχετο δε διότι, κατά κακήν τύχην και ωσάν να μη ήρκουν τα άλλα, ηγέρθη αίφνης σφοδρότατος άνεμος και εβόυζε μαινόμενος περί τους τοίχους της οικίας, και εσύριζε σείων τα κλειστά παραθυρόφυλλα. Ενίοτε μου εφαίνετο ότι κλονείται η οικία ολόκληρος και η κλίνη μου συγχρόνως. Ελυπούμην τον δυστυχή Νίκον αναλογιζόμενος οποίαν εντύπωσιν θα προξενή εις αυτόν η βοή της τρικυμίας.

Καθήσασα επί του βάθρου παρά την εστίαν, περιέφερε το βλέμμα εις τας πλευράς και εις τας γωνίας του εσωτερικού, και υφίστατο παράδοξον εντύπωσιν.

Θεαίτητος. Και τόρα πώς τα εννοείς; Σωκράτης. Το εξής πρέπει να λέγωμεν δι' αυτά χωρίζοντες το ζήτημα από την αρχήν, ότι δηλαδή εκείνο μεν το οποίον γνωρίζω διότι έχω ενθύμιον εις την ψυχήν μου, δεν το βλέπω πλέον όμως με τα αισθητήριά μου, είναι αδύνατον να το νομίσω ως κανέν άλλο πράγμα από εκείνα που γνωρίζω, όταν έχω και εκείνου την εντύπωσιν, δεν το βλέπω όμως.

Καθ' όλην την νύκτα ο Δημήτρης έφευγε διαπερών λάκκους, γεφύρας, τάφρους, ρευματιές, ό,τι εύρισκε προ αυτού, μετά σπουδής. Ο νους του ήτο ένας κυκεών, πιστή εικών μιας θυέλλης εν τη οποία μετά δαιμονίου ταχύτητος όλα ανακατεύονται, σύννεφα σκοτεινόχροα και άνεμοι λυσσαλέοι και νερά και φύλλα και ξύλα και κόνις, χωρίς ουδέν εξ αυτών να δύναται να χωρισθή και ν' αποτελέση μίαν ιδικήν του εντύπωσιν.

Τόσον δε κατεγοητεύθη υπό του θεάματος ο Δημήτριος, ώστε απηύθυνε τον μέγιστον των επαίνων προς τον ορχηστήν και ενθουσιασμένος του είπε• Δεν βλέπω μόνον, έξοχε άνθρωπε, αλλά και ακούω τας κινήσεις σου και μου κάνεις την εντύπωσιν ότι και με τα χέρια σου μιλείς.

Είχα διαβάσει άλλοτε το μυθιστόρημα, το οποίον μου έκαμεν έντύπωσιν, προπάντων διά την έξοχον εκείνην ηθογραφίαν της οικογενείας Μεμιδώφ• ο γέρο Μεμιδώφ π.χ. είνε τύπος αληθινού φιλολογικού έργου, ― και δι' αυτό ίσως η εντύπωσίς μου εις το δράμα δεν ημπορεί να είνε ελευθέρα, ανεπηρέαστος, ξεκαθαρισμένη.

Και αυτός, όπως συ, κατηγόρει την ορχηστικήν και έλεγεν ότι είνε προσθήκη περιττή εις την μουσικήν των αυλών, των συριγγών και των κυμβάλων και ότι ο χορευτής ουδέν προσθέτει εις την εντύπωσιν, αλλά κάνει κινήσεις παραλόγους και ματαίας, χωρίς κανέν νόημα, ότι δε οι άνθρωποι εγοητεύοντο υπό του πλουσίου ιματισμού του, υπό των ήχων του αυλού και της αρμονίας των τραγουδιστών και απέδιδον την γοητείαν εις τον ορχηστήν, ενώ αυτός ουδόλως συνετέλει εις την εντύπωσιν.