United States or Turkey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο πανικός είνε η άρνησις του ενθουσιασμού· μέθη και ο είς, μέθη και ο έτερος· πτερά ο είς και ταχύτητα θυέλλης, πτερά ο έτερος και ταχύτητα ανέμου· συντρίμματα ο είς έμπροσθεν, ναυάγια ο έτερος όπισθεν. Η Δουλεία υπήρξε πάντοτε η αχάριστος κόρη της Ελευθερίας, ο δε άνθρωπος, μόλις αισθάνεται τας χείρας του ελευθέρας, ουδέν άλλο πράττει, ή να σφυρηλατή, διά παντός υλικού, δεσμά.

Οι τροχοί του άρματός μου είχον βυθισθή εις την άμμον έως τους άξονας, και απεμακρυνόμην αργά, προφυλαγμένη κάτω από τον μανδύαν μου, παγωμένη από τας ύβρεις του αι οποίαι έπιπτον ως θυέλλης βροχή». Ο Ιωχανάν ήτο εμπόδιον εις την ζωήν της. Όταν τον συνέλαβον και τον έδεσαν με σχοινία, οι στρατιώται είχον εντολήν, να τον τελειώσουν με τα ξίφη αν ανθίστατο. Αλλ' εκείνος εφέρθη ήσυχα.

Τω όντι, ει και ήτο πολύ το ρεύμα το οποίον και επλημμύρει και έρρεεν έξω του σώματος και το οποίον έδιδε την τροφήν, ακόμη περισσότερον θόρυβον παρήγεν εκείνο το οποίον έκαστος C. | έπασχεν από τα εξωτερικά συμβάντα, ότε το σώμα αυτού ήθελε τύχει να προσκρούση εις πυρ ξένον ή ήθελε καταληφθή υπό της στερεότητος της γης ή υπό υγράς ολισθήσεως του ύδα- τος, ή υπό θυέλλης των άνεμων συρομένων υπό του αέρος, και ότε υπό πάντων τούτων ωθούμεναι αι κινήσεις ήθελον διά του σώματος εμπέσει εις την ψυχήν.

Αν είχεν εύρει την ειρήνην και την ησυχίαν εις την μακράν προσευχήν και εις την μετάνοιαν της ζωής του εν τη ερήμω, η ειρήνη αύτη δεν ήτο η ειρήνη η αυτόματος ανεξικάκου εκ φύσεως και αγίας ψυχής. Η νίκη την οποίαν ήρατο ήτο ακόμη πλήρης από τα ίχνη του αγώνος· και η ειρήνη την οποίαν κατέκτησεν απήχει έτι από τον μακρυνόν θόρυβον της θυέλλης.

Είδομεν ήδη πως χάριν του Ζακυνθίου κόμητος Αντωνίου οι Χίοι Ροΐδαι ωπλίσθησαν δι' Ιονίου διαβατηρίου και ηδυνήθησαν διαρκούσης έτι της θυέλλης να ζήσωσιν εμπορευόμενοι και εν αυτή τη Οθωμανική αυτοκρατορία.

Εν τούτοις η απόδρασίς των έγινεν ευκολωτέρα ένεκα της βιαιότητος της θυέλλης. Ορμήσαντες δ' από της τάφρου οι Πλαταιείς επροχώρουν άπαντες εις τον δρόμον, τον φέροντα προς τας Θήβας, δεξιά έχοντες τον ναόν του ήρωος Ανδροκράτους. Ενόμιζον ότι ποτέ δεν ήθελον τους υποπτεύσει ότι θα εξέλεγον την οδόν ταύτην, ήτις έφερε προς τους εχθρούς.

Έλεγες «φύγε, φύγεΈμενα έδιωχνες βέβαια, είπε μειδιών εκείνος. Εκείνη εγέλασε. — 'σένα να διώξω, Άγγελε; Τον φύλακα τον άγγελόν μου; Από δύο ετών ο βίος της Αρσινόης ήτο γαλήνιος, ομαλός, ως επιφάνεια λίμνης. Αίφνης ήλθε να τον ταράξη τρικυμία, ην είχε νομίση εκλιπούσαν, κοπάσασαν εντελώς. Ήτο συνέχεια θυέλλης, ήτι είχεν άλλοτε συγκλονίση τα σπλάγχνα της τα παρθενικά.

Η σύζυγος εξετινάχθη έντρομος εις τα κάθισμά της, κ' έβλεπεν από την ημίκλειστον θύραν τον καπετάν Τσούρμαν τον Παπαργυρόν, υψηλότερον παρ' ό,τι ήτο, φοβερόν, θηριώδη, τιτάνα. Το βλέμμα του φωτιαίς πετούσε. Θαρρείς και ήτο επί της αιπεινής πρύμνης της μεγάλης του σκούνας, εν ώρα εσχάτη θυέλλης και καταποντισμού. — Μόλα μπουρίνα, τίρα μόλα! Επαναλαμβάνει πάλιν ο καπετάν Τσούρμας ο Παπαργυρός.

Όλοι τον υπωπτεύοντο, όλοι τον απεδίωκον· όπως αποδιώκουν σκύλον από τας οικίας κατά την ώραν της θυέλλης, γνωρίζοντες εκ παραδόσεως ότι το τρίχωμά του προσελκύει το αστραπόβολον.