Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Οφείλομεν δε να ομολογήσωμεν ότι είχε κατορθώσει να τελειοποιηθή εις την τέχνην ταύτην, τόσας δε προόδους είχε κάμει εις το επάγγελμα τούτο, ώστε κατήντησε να μη δύναται πλέον, και αν ήθελε, να εκφράση, ή να επιδείξη αφελές αίσθημα ή αληθή ιδέαν.

Το τελευταίο το πρόστεσε μ' έναν τόνο, σα να πρόφερε κάτι που την αηδίαζε και σα να ντρεπότανε γι' αυτό. — Πώς μπορούσα να σε παρεξηγήσω τόσο; είπε. Κ' ενώ αγκάλιασε τον ώμο μου, με κοίταξε στα μάτια και ρώτησε: — Δε θυμώνεις που με βλέπεις να πηγαίνω μέσα στο Σβεν; — Να θυμώσω; Θα την είχα κοιτάξει βέβαια με ξαφνισμένη έκφραση, που δεν μπορούσε να παρανοηθή. Γιατί δε ρώτησε τίποτε πια.

Βρες έκφραση για έναν πόνο και θα σου είναι αγαπητός. Βρες έκφραση για μια χαρά κ' εντείνεις την έκστασή της. Θέλεις ν' αγαπάς; Κάνε χρήση της Μετανοίας, της Αγάπης κ' οι λέξεις θα πλάσουν τον πόθο, από τον οποίον ο κόσμος φαντάζεται πως πηγάζουν οι λέξεις.

Αλλά διατί έφυγες; Εκείνη ύψωσε προς αυτόν τους ωχρούς οφθαλμούς της, έπειτα χαμηλώσασα την κεφαλήν, απήντησε: — Το ηξεύρεις . . . Πνιγόμενος από την υπερχειλίζονταν ευτυχίαν ο Βινίκιος δεν κατώρθωνε να της εκφράση σαφώς τι ησθάνετο. Αλλ' ούτε και αυτός ενόει τι ησθάνετο. Ησθάνετο όμως ότι μαζί με αυτήν ενεφανίζετο εις τον κόσμον μία νέα καλλονή, όχι μόνον έν άγαλμα, αλλά μία ψυχή.

Περί ενός μόνον λέγεται ότι, ιδών το άνοιγμα του ουρανού, δεν επρόφθασε να εκφράση πλήρη ευχήν. Θέλων να ζητήση χίλια φλουριά ή χίλια εκατομμύρια, μόνον την λέξιν χίλια επρόφθασε να προφέρη. Αλλ' ο ουρανός, παίζων με τας λέξεις, του έδωκεν αντί χιλίων φλουριών τερατώδη χείλια.

Ότε, άνευ προοιμίων, είπεν ότι εύρε τον γαμβρόν διά την αδελφήν της ερωμένης του, αντί του να εκφράση η ακούουσα την ευχαρίστησιν ή τουλάχιστον την περιέργειάν της, εξηκολούθησε το ράψιμον μετά προσποιητής αδιαφορίας, και μόνον έν Α! εξήλθε των χειλέων της, εν Α! μεταξύ ερωτήματος και επιφωνήματος. Αλλ' είτε απορίαν εξέφραζεν είτε ειρωνείαν, το Α! εκείνο επάγωσε τον Λιάκον.

Να σε σώση; είπα μηχανικά. Από τι πράμα; Τα πρόσωπό της πήρε μιαν έκφραση παράξενη, σα να ξαναγύριζε στον εαυτό της για να σκεφτή πως είναι δυνατό να αιστάνουνται διαφορετικά δυο άνθρωποι, που αγαπούν ο ένας τον άλλον. — Ξέχασες το χειμώνα; είπε. Δεν ένοιωσα ή δεν ήθελα να νοιώσω. — Νόμιζα πως εκείνο πέρασε, είπα. — Νομίζεις πως μπορεί να περάση τίποτε; είταν η απάντησή της.

Ήτο ευτυχής η Αρσινόη, ήτο δηλαδή ήσυχος, ότε πρωίαν τινά ευρέθη ενώπιόν της ο Φωκίων . . . Ήτο μόνη . . . Αυτός, προ μικρού επανελθών εκ ταξειδίου, έτρεξεν ευθύς παρά τη φίλη οικογενεία . . . Ήτο τύπος ωραίου ανδρός, καθ' όλην την σημασίαν της λέξεως. Η στάσις του εδείκνυε κάποιαν συστολήν. Η Αρσινόη δεν θα ηδύνατο να εκφράση τι ησθάνθη την στιγμήν εκείνην.

Αλλ' αν ηδύνατο να φαντασθή ο ταλαίπωρος νέος εις ποίον λάθος υπέπεσε με την λέξιν την οποίαν μετεχειρίσθη διά να εκφράση τον σεβασμόν του προς την χήραν, η συγκίνησίς του θα μετεβάλλετο εις απελπισίαν. Η Καλιώ δεν ηδυνήθη να κρύψη την δυσαρέσκειάν της. Η λέξις «θειά» της εκτύπησε κατά πρόσωπον ως ράπισμα.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν