Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Δεν διήρκεσεν όμως μακρόν η απορία μου, διότι μετά τινας ώρας, περί το εσπέρας, ο κάτοχος ημών εγκατέλιπε την αγοράν, και μεθ' ικανώς μακράν πορείαν, διά πολλών και σκοτεινών οδών, εισήλθεν εις μεγάλην οικίαν, και εζήτησε τον οικοδεσπότην. — Τρώγει, τω είπεν η υπηρέτρια. — Πολύ καλά, παρετήρησεν εκείνος μετά θρασύτητος, ην δεν ηδυνάμην ότε να εξηγήσω.
— Αλλά, την διέκοψεν ο πατέρας, είπες ότι θα εύρισκες ένα ολόχρυσο φόρεμα; — Πώς χαίρομαι, πατέρα μου, διότι δεν το ηύρα. Με βάρκα είχα επιθυμήσει να σ' εύρω. Αλλ' ο πατέρας εβγήκε πάλιν έξω και εζήτησε κατά γης. — Εδώ είνε και το φόρεμα, εφώναξε, να το· και εσήκωσεν υψηλά ένα κασσελάκι.
Κι αφού εζήτησε ο Διονυσιοφάνης να ειπή εκείνος πρώτα πώς το παραπέταξε το παιδί του, ο Μεγακλής χωρίς να κατεβάση καθόλου τη φωνή του, είπε: — Είχα λίγο βιος προτήτερα, επειδή όσα είχα τα εξόδεψα φτιάνοντας θέατρα κι αρματόνοντας κάτεργα.
Το άλλο μισό του καρυδιού είχε γίνει ένα κασσελάκι με ωραία σκαλίσματα· μέσα ήτο το ολόχρυσο φόρεμα, και εθάμβωσαν τα μάτια όλων, όταν το είδαν. Η Βασιλική ήρχισε τότε να κλαίη. — Κι' εγώ την απήντησα αυτήν την γρηά, όταν επήγα 'ς του παππού, κι' εμένα μου εζήτησε να συγυρήσω την καλύβα της, αλλά της είπα, δεν έχω την όρεξί σου.
Άλλοτε το σχολείον είχε και βοηθόν, αλλά τελευταίον το δημοτικόν συμβούλιον δεν εψήφισεν ή ο νομάρχης δεν ενέκρινε το κονδύλιον χάριν οικονομίας. Ο διδάσκαλος, καπνίζων το τσιγάρον του, εσήμανε τον κώδωνα κ' εζήτησε να εξετάση μίαν των ανωτέρων κλάσεων. Προσήλθον έξ ή επτά παιδία και τα ηρώτησε· — Την εμάθετε την ιερά ιστορία;
Όταν εζήτησε την πατρικήν ευλογίαν, ο κυρ Δημητράκης του είπεν: — Ας είνε, παιδί μου· εσύ θα με γεροκομήσης. Και όταν εφίλησε την δεξιάν της μητρός του, η Αρετή του είπε: — Τα χεράκια σου θα με θάψουνε.
Εζήτησε λοιπόν παρ' αυτών να στείλουν πλοία, επειδή οι Αθηναίοι δεν ήσαν ικανοί με τα δεκαοκτώ πλοία, τα οποία είχαν, να αντιταχθούν κατά των εικοσιπέντε εχθρικών. Τότε ο Δημοσθένης και ο Ευρυμέδων συνέπεμψαν μετά του Κόνωνος δέκα πλοία εκ των μάλιστα ταχυπλόων, διά να ενισχύσουν τον εν Ναυπάκτω στόλον, αυτοί δε ενησχολήθησαν συναθροίζοντας τα στρατεύματα τα προωρισμένα διά την Σικελίαν.
Αλλ' εις την ύβριν ο Γεώργιος απήντησεν υπερηφάνως: «Δεν με υβρίζεις συ, αλλ' ο Χαγάνος»· και εζήτησε παρά του Χαγάνου να τους απολύση, αφού ήτο αδύνατον να επέλθη συνεννόησις.
Και δι' αυτήν την αιτίαν αυτή αντί να υπάγη εις τα λουτρά, επήρε θέλημα από την γραίαν, κα εβγήκεν από την χώραν διά να αναμερίση από την πειρακτικήν περιέργειαν του λαού. Ο νέος εκείνος αφού ελευθερώθη από τον θάνατον, εζήτησε ποίος τον ελευθέρωσε, διά να τον ευχαριστήση.
Αλλ' εσκέφθη και να επωφεληθή την ενδοτικότητα του πατρός του και εζήτησε μίαν χάριν, ο δε Σαϊτονικολής εδέχθη ελπίζων ότι και τούτο θα συνετέλει διά να επαναφέρη τον αποστάτην εις την τάξιν. Η Μαργή, φαίνεται, εννοήσασα επί τέλους ότι ο Σμυρνιός δεν ήτο όσον τον υπέθετε διορατικός εις τον έρωτα, απεφάσισε να εξαγάγη από τα βάθη της καρδίας της το μυστικόν της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν