Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Τότε λοιπόν ας εξετάσωμεν τους αδελφούς του, τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα και το άλλο όνομα τούτου. Ερμογένης. Πολύ καλά. Σωκράτης. Και λοιπόν το όνομα του Ποσειδώνος μου φαίνεται ότι εδόθη από εκείνον ο οποίος το ωνόμασε πρώτος, διότι αυτόν, ενώ εβάδιζε, τον εσταμάτησε η φύσις της θαλάσσης, και δεν τον άφησε να προχωρήση, παρά έγινε δι' αυτόν ωσάν &δεσμός& των &ποδών& του.
Αίφνης ήκουσε γυναικείαν φωνήν γνωστήν, η οποία τον εχαιρέτα εξ αποστάσεως και στραφείς είδε την Ζερβούδαιναν πορευομένην προς την αυτήν διεύθυνσιν. Η χήρα είχε καλάθι περασμένον εις τον βραχίονα και εβάδιζε με το σύνηθες γοργόν της βήμα.
Ο στρατός του Νικίου ήτο εμπρός και απείχε πεντήκοντα σταδίους, διότι ο Νικίας εβάδιζε ταχύτερον, σκεπτόμενος ότι εις τοιαύτην περίστασιν η σωτηρία του στρατού δεν συνίστατο εις το να ίσταται εκουσίως και να μάχεται, αλλ' εις το να υποχωρή όσον τάχιστα και να μάχεται μόνον όταν αναγκάζεται.
Αλλ' αποτυχών, με όλας τας διαμαρτυρίας του, απειληθείς και με φυλάκισιν — διότι ο απαιτητής του μεγάρου ήτο και δήμαρχος, έσπευσε να συναντήση την γραίαν και λάβη παρ' αυτής τουλάχιστον το εθιζόμενον δώρον της καλής ειδήσεως — τα συχαρίκια — γνωρίζων ότι αύτη, σιγά-σιγά, ως εβάδιζε, θα ήτο ακόμη καθ' οδόν.
Ο τρόπος δε μεθ' ου, εβάδιζε και πάντα τα κινήματα αυτής ενέφαινον γυναίκα έχουσαν την συναίσθησιν της ιδίας αξιοπρεπείας και μηδ' υποπτεύουσαν ότι είνε δυνατόν να σφάλη ή να παρεκκλίνη κατά κεραίαν εκ των χρεών της.
Ο Μίρτος εβάδιζε πλησίον μου. Η σιωπή μας είχε λυθή επί τέλους, αλλ' η συνδιάλεξις δεν διεξήγετο μετά πολλής ζωηρότητος εκατέρωθεν· άλλως δεν ήτο και εύκολος ως εκ της φύσεως αυτής του εδάφους. Περιωρίζετο κυρίως εις ερωταποκρίσεις περί των μερών τα οποία διηρχόμεθα, και περί επεισοδίων πολεμικών συνεχομένων μετ' αυτών. Περί αναμνήσεων τρυφερών και αποχαιρετισμών ερωτικών ούτε λόγος.
Σε τέτοιο σώμα, βέβαια, κατοικεί αθάνατη ψυχή. — Κυττάξτε, φεύγουν είπε ο Γκενεβέζος με θλίψη. Η Ελπίδα ήταν κατεβασμένη από τον ώμο του Δημητράκη και βάδιζε μπροστά, κρατώντας ένα κλαρί ολανθισμένης λεμονιάς. Εβάδιζε γελαστή και ζωηρή, σα να είχε κυριέψη τον κόσμο. Η καλοδέματη κορμοστασιά της εφούμιζε το διάστημα, σαν τόνος απαραίτητος στη ζωγραφιά.
Ο Βινίκιος εβάδιζε παρά το πλευρόν του Σύρου, παρετήρει τα πρόσωπα, ανηρεύνα, ηρώτα· ενίοτε προσέκρουεν επί των σωμάτων εκείνων, οίτινες είχον λιποθυμήσει εις την αποπνικτικήν ατμόσφαιραν.
Αλλά και πάλιν το ζώον δεν εβάδιζε καλώς, με όλους τους κτύπους όσους του κατέφερε με μίαν λεπτήν βέργαν εις τα οπίσω του. Απεφάσισε λοιπόν ν' απαλλαγή της συντροφίας, ήτις θα ήτο μάλλον βάρος ή βοήθεια δι' αυτόν, και να δέση κάπου το ζώον διά να το αφήση να βοσκήση. Εζήτησε μέρος κατάλληλον διά να το δέση, αλλά δεν εύρεν εις τον επάνω Άι- Γιαννάκην πλουσίαν βοσκήν.
Στίχων που είχαν διπλή σημασία για τους θεατές, γιατί θυμούνταν τις τελευταίες λέξεις που φώναξε η μητέρα του Ριχάρδου από πίσω του, όταν εκείνος εβάδιζε προς το Bosworth: «Γι αυτό λοιπόν νάχης την πιο πικρή κατάρα μου, που την ημέρα της μάχης να σε κουράση περισσότερο κι από την πλήρη πανοπλία που φορείς».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν