United States or Bosnia and Herzegovina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Σαϊτονικολής έβλεπε κατ' αρχάς μ' ευαρέσκειαν το ξεθάρρεμα του υιού του και η καρδιά του εγίνετο περιβόλι, ως έλεγεν, όταν κατά τας εορτάς τον έβλεπε να συνδιαλέγεται με οικειότητα ή να διαπληκτίζεται παίζων με άλλους νέους εις τα δώματα.

Εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, κ' έστειλα τους συντρόφους μουτα δώματα της Κίρκης, του νεκρωμένου Ελπήνορα το λείψανο να πάρουν. 10 και αφού κορμούς εκόψαμε, 'ς τ' ακρότατο ακρογιάλι τον θάπταμε περίλυποι, κ' έρρεε θερμό το δάκρυ. και άμα ο νεκρός και του νεκρού τ' άρματα ομού καήκαν, μνήμα του εσηκώσαμε, θέσαμ' επάνω στήλη. κ' ίσιον εστήσαμε κουπίτην κορυφή του τάφου. 15

Είπε καιτα καλόκτιστα δώματα ευθύς εμπήκε, κ' εγύρισεν εις το θρονί, 'που 'χε καθίσει πρώτα· κ' οι δούλοι έφθασαν έπειτα του θείου Οδυσσέα.

Κ' η Ευρύκλεια της απάντησεν, η αγαπητή βυζάστρα• «Γλυκειά μου νύμφη, μάχαιραν έπαρε να με σφάξης, ή άφες μετο σπίτι σου• το πράγμα δεν σου κρύβω. τα εγνώριζ' όλα, κ' έδωκααυτόν ό,τι ζητούσε, 745 τον άρτο, το γλυκό κρασί• και εις μέγαν μ' έβαλ' όρκο, να μη σου ειπώ εγώ τίποτε πριν φέξ' η δωδεκάτη, ή μόνη επιθυμήσης τον και μάθης ότι εβγήκε, όπως μη φθείρης κλαίοντας την εύμορφην ειδή σου. αλλά, το σώμ' αφού λουσθής και καθαρά φορέσης, 750 πάρε ταις υπηρέτριαις σου, 'ς τ' ανώγι αναίβα κ' εύχου της Αθηνάς, της θυγατρός του αιγιδοφόρου Δία, 'που αυτόν και από τον θάνατο τότε ημπορεί να σώση. και γέροντα ταλαίπωρον συ μη ταλαιπωρήσης• ουδ' οι αθάνατοι, θαρρώ, παντάπασι το γένος 755 τ' Αρκεισιάδη εμίσησαν, και κάποιος θ' απομείνη, να 'χη τα υψηλά δώματα και τους παχείς αγρούς του».

Είπε, κ' εκείνου ωμίλησε με λόγια πτερωμένα• «Καλά για μέν', Αντίνοε, πονείς ωσάν πατέρας, 'που 'πες από το μέγαρον ευθύς να φύγη ο ξένος, με βαρύ πρόσταγμα• ο θεός ποτέ να μη το κάμη• δος του απ' αυτά• δεν μου πονεί^ κ' εγώ το λέγω πρώτος. 400 μη την μητέρα μουαυτό φοβήσου ή καν τους δούλους, 'που ευρίσκονταιτα δώματα του θείου Οδυσσέα. αλλ' εκείνο το νόημα συτην ψυχή δεν έχεις• ότι να φάγης προτιμάς παρ' άλλου συ να δώσης».

«Αγαπητέ, θεώρησε, γλυκέ μου Νεστορίδη, 'ς τα δώματα τ' αχόλογα πως ο χαλκός αστράφτει, ο ήλεκτρος, το μάλαμμα, ο ελέφαντας, τ' ασήμι• όμοιατον Όλυμπο, θαρρώ, θε να 'ναι η αυλή του Δία• αμίλητα 'ναι, είναι πολλά• θαυμάζ' όσο τα βλέπω». 75

Ήτο δε η Μαγδαληνή κόρη ενός γιατρού Κερκυραίου, που δεν ξέρω ως είχε ξεπέσει εκεί κάτω σένα χωριό της Κρήτης απόκεντρο. Και θυμούμαι τους χωριανούς πως, συναθροισμένοι στα δώματα, κύταζαν πάνω στη Ρούσα Κεφάλα, στο μέρος που νόμιζαν πως είχαν τραβήξει οι φευγάτοι. Τον είχαμε δεν τον είχαμε δυο μήνες αυτόν το δάσκαλο. Τίποτε ίσως δεν έμαθα απ' αυτόν· του διατηρώ όμως μια γλυκειά ανάμνηση.