Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουλίου 2025
Ο γέρο-Σκοινάς όμως, καθώς εκάθητο αναπαυτικά με το τσιμπούκι του, πολύ βολικά του ήρχετο να κυττάξη καταπάνω, στον πεύκο. Και τι βλέπει; ένα δισάκκι παμπάλαιο, πέτσινο, καταμουχλιασμένο, εκρέματο ανάμεσα στα πυκνά κλωνάρια του παλαιού δένδρου. Πέρασε μισή ώρα. Ο ήλιος έγερνε, και κατέβαινε για να κρυφθή στο βουνό, στη μεγάλη στεριά την αντικρυνή.
Το δάχτυλό του βάφει 'Σ το αίμα πάφριζε 'ς τη γη, σταυρόνει το κουφάρι Και χάνεται 'ς τη λαγκαδιά... Καπνός ο πεζοδρόμος. Τρέχουνε πίσω του ξαγριωμένοι Πενήντα Λιάπιδες, τον κυνηγούν. Ο ίσκιος έφευγε, πετά, διαβαίνει... Η νύχτα επλάκονε, λυσσομανούν. 'Σ τη ράχη εμαύρισε σα συγνεφάκι... Αδειάζουν τάρματα... στέκουν να ιδούν Βροχή τα βόλια τους μες 'ς το δισάκκι Τον Αστραπόγιαννο ψόφια χτυπούν.
Είπε και αχρείο κρέμασε 'ς τον ώμο του δισάκκι ολότρυπο, κ' είχε χοντρό σχοινί να το βαστάη. και ραβδί του 'δωκε ο βοσκός καθώς το επιθυμούσε• μαζή κινήσαν, κ' έμειναν οι σκύλοι και οι ποιμένες 200 της στάνης φύλακες• και αυτός τον κύριον ωδηγούσε παρόμοιον με γέροντα τρισάθλιον ψωμοζήτη, όπ' ακουμπούσε 'ς το ραβδί και αχρεία ρούχα εφόρει. αλλ' ότε αυτοί, τον πετρωτόν ακολουθώντας δρόμο, σιμά 'ς την πόλιν έφθασαν,— μες την τεχνητήν βρύσι 205 την κρυσταλλένια, 'πώπαιρναν νερόν όλ' οι πολίταις, του Ιθάκου, του Πολύκτορα και του Νηρίτου κτίσμα, και από λεύκαις ρυάρικαις ολόγυρ' είχε δάσος, ολούθεν όλο κυκλικό• ψηλάθεν από βράχο το κρύον έρρεε νερό• κ' επάν' ήταν κτισμένος 210 βωμός, οπού θυσίαζαν 'ς ταις νύμφαις οι διαβάταις,— εκεί τους ηύρε ο Μέλανθος, το τέκνο του Δολίου, κ' είχε κατόπι δυο βοσκούς 'που ωδήγαν διαλεμμένα ερίφι' απ' όλαις ταις κοπαίς, να φάγουν οι μνηστήρες. και άμα τους είδε μ' άπρεπον και αυθάδη τρόπον είπε 215 λόγια φρικτά, 'που πλήγωσαν τα σπλάγχνα του Οδυσσέα•
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν