Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Ένα πουλί είναι απ' όλα το πιο καλό, να πολεμάς για τη γλυκιά πατρίδα. Τι τάχα εσύ τον πόλεμο φοβάσαι και τους φόνους; Τι κι' αν οι άλλοι πέφτουμε με τις χιλιάδες όλοι 245 στα πλοία ομπρός, μα φόβο εσύ να σκοτωθείς δεν έχει, τι είναι η καρδιά σου απόλεμη, δειλιάζει αν δει κοντάρι.
Αρχινούν, τον τριγυρίζουν Τύραννοι και η φωτία, Μα του στήθους του η καρδία Δεν δειλιάζει παντελώς· Στα βουνά κ' εις τα λαγκάδια Πέτεται, πέρνει τον δρόμον, Στους τυράννους δίδει νόμον Ήρωας ο τρομερός. Όθεν κάμει ευρίσκει κάστρα Όθεν κάμει τυραννίαν, Με βροχαίς από φωτίαν Μ' όθεν κάμει αυτός νικά· Πίπτουν κάτω και τα κάστρα, Σβένονται και η φωτίαις. Με πολλαίς 'ματοχυσίαις Τους τυράννους κυνηγά.
Ναι, ναν τον κλέψω τόχω εγώ ντροπής μου, κι' η καρδιά μου 435 δειλιάζει, μην τυχόν μου βγει λαχτάρα στο κεφάλι. Μα πες το, κι' οδηγός σου εγώ παγαίνω, αν θες, ως στ' Άργος πιστά και τίμια, θες πεζός θες με γοργό καράβι· μήδε έχε φόβο απ' τ' οδηγού αψηφισιά να πάθεις.»
Λάθος δεν κάνεις, ξάστερη του Δία 'ναι η βοήθια, 490 και σ' όσους θέλει την τιμή της νίκης να χαρίσει κι' όσους αφίνει αβοηθήτους δίχως καρδιά και θάρρος, σαν όπως τώρα εμάς βοηθάει και τους οχτρούς δειλιάζει. Μον πολεμάτε αχώριστοι εδώ μπροστά στα πλοία! Κι' όπιος νεκρός από σπαθί για από κοντάρι πέσει, 495 ας πέσει!
Ρεκάζει τ' αγριόγιδο, μπροστά σουράει ο τράγος, Και τρέχει ακράτητη η κοπή κι' αραδιαστή κι' ακέρια, Τρέχει και τ' αγριόγιδο με τον οχτρό του απάνω. Ζαλίζεται καμμιά βολά, ξεκόβεται από τάλλα, Και με τα ορθά του κέρατα τον σταυραετό παλεύει, Παίρνει καινούργιο απίδρομο και δύναμιν και θάρρος Και τρέχει πάλι και πηδάει και ρεκασμόν ξεσέρνει. Στερνά δειλιάζει, σταματά και ματωμένο γέρνει.
Μα αν δεν πειστεί στα λόγια μου κι' αψήφιστα σ' ακούσει, ας λογαριάσει κι' ας σκεφτεί πως, δυνατός κι' αν είναι, δεν έχει να μ' αντισταθεί σαν πιάσω αστροπελέκι και του ρηχτώ, τι εγώ θαρρώ πολύ είμαι ανότερός του 165 και πριν στα χρόνια· ωστόσο αφτός σαν ίσος μου να βγαίνει λες δε δειλιάζει, εμένανε που με φοβάνται κι' άλλοι.»
Δίδει αυτή τα πτερά· Και εις τον τραχύν, τον δύσκολον Της Αρετής τον δρόμον Του ανθρώπου τα γόνατα Ιδού πετάουν. Μικράν ψυχήν, κατάπτυστον, Κατάπτυστον καρδίαν Έτυχ' όστις ακούει Της δόξης την παράκλησιν Και δειλιάζει. Ποτέ, ποτέ με δάκρυα Δεν έβρεξεν εκείνος Των φίλων του το μνήμα, Ούτε το χώμα εφίλησε Των συγγενών του.
Μα αν την καρδιά του ίσως καμιά μαντολογιά δειλιάζει, καμιά αν του ξέρει η σεβαστή μητέρα του απ' το Δία, 795 μα ας στείλει εσένα, και μαζί ας βγει και τ' άλλο πλήθος των Μυρμιδόνων, μήπως δει μια στάλα φως τ' ασκέρι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν