Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Ω! αυτή είναι δέκα φορές τόσο γλυκότροπη όσο τραχύς ο πατέρας της· και εκείνος είναι ζυμωμένος αγριότη. Πρέπει να κουβαλήσω κάμποσες χιλιάδες από τούτα τα γογγύλια, και να θιμωνιάσω, κατά την αυστηρή προσταγή· η γλυκειά μου κυρία..· κλαίει όταν με βλέπη να δουλεύω, και λέγει ότι σε τούτο το ταπεινό έργο δεν έτυχε ποτέ παρόμοιος εργάτης.

Ότι δε και η θάλασσα είνε ικανή να μας προκαλέση και μας κινήση εις επιθυμίαν όταν φαίνεται γαληνιαία, το γνωρίζετε και χωρίς να το είπω• και εντελώς χερσαίος και άπειρος των ταξειδίων αν είνε τις, πάντως επιθυμεί να εισέλθη εις πλοίον, ν' ακτοπλοήση ή ν' ανοιχθή εις το πέλαγος, μάλιστα εάν βλέπη ότι ο άνεμος είνε ούριος και ελαφρώς κολπεί το ιστίον, το δε πλοίον μαλακά και ελαφρά ολισθαίνει επί των κυμάτων.

Όταν εμβήκεν η μεγάλη σαρακοστή, άρχισε να συχνάζη εις την εκκλησίαν, έκαμνε πολλάς και βαθείας γονυκλισίας, εμελέτα να εξομολογηθή, και ανέβαλλεν. Ενήστευεν άνευ ελαίου ξηροφαγούσα τας πέντε ημέρας εκάστης εβδομάδος, και είχε βαστάξει «τρίμερο» την πρώτην εβδομάδα και το μισοσαράκοστον. Εντρέπετο να βλέπη την κόρην της, την Δελχαρώ, και απέφευγε ν' αντικρύση το βλέμμα της.

Βέβαια για την καλλιέργεια της ιδιοσυγκρασίας πρέπει να στραφούμε στις διακοσμητικές τέχνες, στις τέχνες που μας συγκινούν, όχι σ' όσες μας διδάσκουν. Τις νεώτερες ζωγραφιές είναι ωρισμένως ευχάριστο να τις βλέπη κανείς. Τουλάχιστο μερικές απ' αυτές. Αλλά σχεδόν αδύνατο να ζη κανείς μ' αυτές. Είναι με παραπολλή μαστοριά καμωμένες, παραπολύ δογματικές, παραπολύ διανοητικές.

Υποτιθεμένου ότι η νέα αίσθησις η βλέπουσα την όψιν θα βλέπηται και αυτή από την άλλην. Άλλως η νέα αίσθησις, εκείνη ήτις ορά την όψιν, δεν θα οράται υπό άλλης, αλλά θα ορά αύτη εαυτήν. Ότι δηλ. η συνήθης όψις ορά και εαυτήν και το χρώμα. Ούτως, η όψις δεν έχει ανάγκην να βλέπη ως συνήθως, διά να ίδη πράγματά τινα, λ.χ. εαυτήν.

Όταν λοιπόν υπάρχη φως της ημέρας πέριξ του ρεύματος τούτου της όψεως, τότε πίπτει όμοιον εις όμοιον και συνενού- μενα στερεώς αποτελούσιν έν μόνον σώμα ομοίας φύσεως κατά την διεύθυνσιν των ομμάτων εκεί, όπου το προστιθέμενον έσωθεν συγκρούεται προς εκείνο, όπερ έρχεται εις συνάντησίν του έξωθεν. Παύει λοιπόν να βλέπη και προσέτι προκαλεί τον ύπνον.

Επί τέλους την ηύρεν ένας άνθρωπος, ο οποίος την έστειλε, μαζή με άλλα τρία νομίσματα, να πάρη τον αέρα της. — Τι ευχάριστον πράγμα, έλεγεν η δραχμή, να βλέπη κανείς τον κόσμον, και να παρατηρή νέα πράγματα και νέα πρόσωπα. Αλλά από τότε ήρχισαν τα παθήματά της.

Το τελευταίον τούτο έτος, η Θωμαή εκλείσθη εις τον οικίσκον της, αόρατος διελθούσα ολόκληρον τον χειμώνα χωρίς να ομιλή με κανένα, χωρίς να βλέπη κανένα, ράπτουσα επί μισθώ και υφαίνουσα, έως ου μίαν αυγήν της ανοίξεως, μίαν χαρμόσυνον αυγήν, που τα πουλάκια εκελαϊδούσαν με χαράν επάνω εις την αμυγδαλήν της αυλίτσας της, ως να ήλθε κάποιος από τα ξένα, και τον εχαιρέτιζον, προσφωνούντα το καλώς ήλθες, εν στωμυλία, λάλω, εν χορικοίς αλαλαγμοίς, μίαν αυγήν ευώδη της ανοίξεως, που αι καρδίαι των ανθρώπων ανοίγονται, και αυταί γεμάται από ευωδίας και αρώματα, ανοίγονται ως ταπριλιάτικα εκείνα τριαντάφυλλα, τα χείλη τα αγνά, τα ρόδινα, της φύσεως, οπού φιλούν τον κόσμον όλον, πλουσίους και πτωχούς, με αγάπης ευωδίανκαι θέλουν αι καρδίαι, εις τοιαύτην ώραν συναντήσεως του σύμπαντος, κάτι να λαλήσουν και αυταί, ως όλα τα ζώντα, κάτι να ζητήσουν, κάποιον να χαιρετίσουν, κάποιον ν' ασπασθούν, ως τα πουλάκια της αμυγδαλήςτότε, μίαν τοιαύτην αυγήν ηδονικήν, οπού οι άνεμοι όλοι ησύχαζον αναπαυόμενοι, και έπνεον μόνον αι αύραι ως από μύρων και από λιβάνου, εξήλθε τότε της οικίας της η Θωμαή, μετά τόσην απομόνωσιν, να μεταβή εις την άμπελον, οπού είχε μήνας ολοκλήρους να εξέλθη.

Εγνώριζε καλώς ότι ο Φλεβάρης δεν ηυχαριστείτο καθόλου να βλέπη τον Ασπρίλην, διότι ευθύς ενθυμείτο εποχήν, κατά την οποίαν έπαθεν ό,τι ο Ήφαιστος από τον Άρην, ήτο δε βέβαιον ότι ήθελε μεγάλως ευχαριστηθή αν απεπέμπετο καθ' ολοκληρίαν της συντροφιάς των. — Α! δε 'μπορεί, είπε δώδεκα κ' η βάρκα γέρνει ούτ' ένας 'λιγώτερος ούτε περισσότερος. . . Αλλά 'μπορούμε να του κάνωμε έν' άλλο. — Σαν τι;

Μη λαβάνης υπ' όψιν σου τους εραστάς· έχουσι πολύ μαραδόξους ιδέας· εάν ηδύναντο να πλάσωσι τον κόσμον εκ δευτέρου, θα έπλαττον αντί ανθρώπου μίαν γιγάντιον καρδίαν, και άνωθεν αυτής θα προσεκόλλων μιαν κεφαλήν, έχουσαν μόνον οφθαλμούς διά να βλέπη, και χείλη διά να φιλή. Το κακόν δεν έχει απόλυτον βάρος· ζυγίζεται διά της χειρός του διαπράξαντος αυτό.

Λέξη Της Ημέρας

μούγγρισμ

Άλλοι Ψάχνουν