Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Είτα συνάψας τας χείρας: Εις το όνομα του Διός και όλων των θεών, σε εξορκίζω, είπεν, αυθέντα, άφες το σχέδιον τούτο . . . . Άκουσέ με . . . . Αλλ' ιδών τους οφθαλμούς του Βινικίου σπινθηρίζοντας ως οφθαλμούς λύκου ενόησεν ότι τίποτε δεν τον ανέκοπτεν από την απόφασίν του.

Εις την θέαν του ειδώλου της και του ιερού πυρός, αι τρίχες του ανωρθώθησαν αιφνιδίως, όλα τα μέλη του παρέλυσαν και κατέπεσεν εις τους βραχίονας του Βινικίου, όστις κατά τύχην ίστατο όπισθέν του. Τον μετέφερον αμέσως έξω του ναού, και επανήλθεν εις το Παλατίνον, όπου έμεινε κλινήρης δι' όλης της ημέρας.

Άμα τους είδεν εκείνος κατέφερε τελευταίον γρονθοκόπημα κατά της κεφαλής εκείνης και εν ριπή οφθαλμού επέπεσε κατά του Βινικίου ως άγριον θηρίον. — Εχάθηκα! εσκέφθη ο νεαρός Πατρίκιος.

Αυτός ήλθεν έμπροσθεν του Βινικίου και τω είπε: — Λέγεις ότι η Λίγεια σε αγαπά· δυνατόν, αλλά τι ωφελεί έρως εν αποχή; Τούτο δεν σημαίνει ότι υπάρχει κάτι τι ισχυρότερον τούτου; Όχι, αγαπητέ μου, η Λίγεια δεν είνε Ευνίκη. — Όλα είναι μία βάσανος, απήντησεν ο Βινίκιος.

Ο μικρός Άουλος, όστις κατά την ξενίαν του Βινικίου είχε συνάψει φιλίαν μαζύ του, τον εκάλεσε να παίξουν την σφαίραν. Κατόπιν του παιδίου, η Λίγεια είχεν εισέλθη εις το τρίκλινον. Υπό το φύλλωμα του κισσού με μικράς αναλαμπάς εις το πρόσωπον, η Λίγεια εφάνη εις τον Πετρώνιον ωραιοτέρα ή εις το πρώτον βλέμμα, και ως πραγματική νύμφη.

Εις τα ωραία χαρακτηριστικά του Βινικίου είχεν αποτυπωθή μία ψυχρά οργή. Ο Έλλην έπεσε γονυκλινής και κυρτωθείς ήρχισε να οιμώζη με φωνήν διάκοπτομένην: — Πώς; Διατί; . . . Αυθέντα! Διατί! . . . Πυραμίς χάριτος! Κολοσσέ ελέους! διατί; . . . Είμαι γέρων πειναλέος, άθλιος . . . Σε υπηρέτησα . . . Ούτως ευγνωμονείς προς εμέ; — Όπως συ προς τους χριστιανούς, απήντησεν ο Βινίκιος.

Εκείνη έπεσε γονυκλινής και συνάψασα τας χείρας ικέτευε να μη την απομακρύνουν από την οικίαν. «Δεν θα υπάγη, έλεγεν, εις του Βινικίου και προτιμά να μαστιγωθή. Δεν ήθελε! Δεν ηδύνατο! Και τον ικέτευε να την ευσπλαγχνισθή».

Εγώ; Ηξεύρεις τι με διασκεδάζει ακόμη με την Χρυσόθεμιν; Το ότι με απατά με τον ίδιον απελεύθερόν μου, τον Θεοκλή, πιστεύουσα ότι δεν το ηξεύρω. Και με το φορείον των έφθασαν εις την οικίαν της Χρυσοθέμιδος. Αλλ' εις τον δρόμον ο Πετρώνιος θέσας την χείρα εις τον ώμον του Βινικίου είπε: — Περίμενε . . . Μου φαίνεται ότι εύρον έν μέσον. — Είθε όλοι οι θεοί να σε ανταμείψουν δι' αυτό. — Ναι!

— Ο Ούρσος, άνθρωπος απλοϊκός, όστις ήξευρεν ότι ο Έλλην είχε συνοδεύση τον Βινίκιον εις το Οστριανόν και είχεν εισδύσει μετά του Κρότωνος εις την οικίαν όπου κατώκει η Λίγεια, τον διέκοψεν αμέσως: — Γέρον, μη ψεύδεσαι. Σήμερον ακόμη ήσο μετά του Βινικίου εις το Οστριανόν και μάλιστα εις την θύραν μας.

Ο Βινίκιος εστηρίχθη εις το άκρον του φορείου, έσκυψε προς τον Χίλωνα και προσβλέψας αυτόν εις τους οφθαλμούς, είπε με τρέμουσαν την φωνήν: — Συ επίλυσες την Λίγειαν. — Κολοσσέ του Μέμνονος! διεμαρτυρήθη ο άλλος έντρομος . . . . Αλλ' εις τους οφθαλμούς του Βινικίου δεν υπήρχε τι το απειλητικόν, και ο φόβος του γηραιού Έλληνος διελύθη αμέσως.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν