United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι άλλοι κοίταζαν και δίνανε γνώμες και συβουλές, πότε από δω να τραβάη, πότε από κει, να μην το φευγατίση το ψάρι. Σιγά σιγά άρχισε και φαινότανε στο γιαλό μέσα. Άστραφτε σαν τ' ασήμι, και χυνότανε σα σαΐτα από τη μια κι από την άλλη, καθώς τραβούσε ο γέρος. Δεν άργησε να βγη έξω. Ήξερε καλά την τέχνη του ο γέρος και το μισοψόφησε με την καλούμα.

Σαν είπε το «Δι' αυκών» ο παπάς, πάλι άρχισε να ψαίλνη αγιασμό, μέσα 'σε μια λεκάνη μεγάλη, σαν κολυμβήθρα, φυσικά φτιασμένη στο βράχο, θεόχτιστη, ως φαίνεται. Σαν άρχισε ο αγιασμός, η γυναίκες εψιθύριζαν η μια με την άλλη· — Η Περιστέρα... τώρα θα φανή! — Τώρα θα κατεβή η Περιστέρα! — Να, τώρα... τώρα θα βγη η Περιστέρα.

Καθώς, λόγου χάριν, εις τας εκλογάς, σαν καλή ώρα, είπεν ο Λάμπρος ο Βατούλας, όπου βάζουν στοίχημα ότι θα βγη εκείνος τον οποίον θέλει ο καθένας. — Ίσαίσα! είπεν ο Μανώλης. Λοιπόν, δεν είνε καλό να βάλουν οι δυο τους, τώρα μπροστά μας, ένα στοίχημα; — Σαν τι στοίχημα; — Να στοιχηματίσετε, συ, κουμπάρε Γιάννη, ότι θα κερδίση το δικό μας κόμμα, και συ, Κωνσταντή, ότι θα κερδίση το άλλο κόμμα.

Να βρίσκη χώρα σ' ολουνούς· παντού συντροφευμένο, 25 Σε κάθε σπίτι αγαπητό, και περιποιημένο. Η μαύρη Αλήθια από καιρούς και χρόνια εξορισμένη, Από τον κόσμο μισητή, κι' όξω απ' αυτόν κρυμμένη, Σ' ανήλιον τόπο ανάμερον, και σε πυκνό σκοτάδι, Είχε αποκάμη κατοικιά μέσ' σε βαθύ πηγάδι. 30 Μήτ' αποκείθε εκόταγε να βγη σε ημέρας φέξι, Με δίχως κίντυνο άφευχτο, χωρίς βαργιά να φταίξη.

Ελπίζω να μείνω κάνα χρόνο στην Ελλάδα, να δω τον κάθε τόπο. Πρέπει κανείς όλα να τα συνάξη, για να βγη μια ιστορία της γλώσσας μας, μια ιστορική γραμματική. Πρέπει κανείς να πάη στην Κρήτηαχ! τι θησαβρούς δε θα βρη στην Κρήτη! — να πάη στην Κύπρο, στην Τραπεζούντα, στη Μικρασία. Στη Θεσσαλία, είδα πολλά και περίεργα. Εκείνο το Πήλιο, τι λαμπρό που είναι!

και κάποιοι ανανοήθηκαν πιο πέρα και μαζεύτηκαν γύρω του δειλά κάποια κεφάλια νέα· και τον αέρα γεμίσαν οι φωνές: «Στο βασιλιά!» «Ποιο βασιλιάαγριεμένα ο νέος βρυχήθη. — «Τον άρχοντά μας θέλομε να βγη, τον πόνο μας να δη», βούισαν τα πλήθη. «Ποιον άρχοντα; άρχος είσαι μόνο εσύ!

Ακόμα λίγη ώρα, και ζύγωναν, και τους έπιαναν όλους τους κακόμοιρους τους νησιώτες. — Τράβα κατά το γιαλό, φωνάζει ο Παναγής. Ίσια στο γιαλό! Έτσι μπορεί να τσακώσουμε καμιά βάρκα. Κατεβήκανε στο γιαλό. Πατείς με πατώ σε όπου τύχαινε βάρκα. Ανέβαιναν ως τα μεσούρανα οι φωνές. — Μωρ' αυτή η δουλειά δε θα βγη πέρα έτσι, λέει της Μαριώς ο Παναγής.