Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Θυμήθηκε που είδε εις βιβλία κοριτσάκια ντυμένα με άνθη. Άνθος θέλω να γίνω και εγώ, καλή Νεράιδα, τέτοιο όμοιο διά να μένω πάντα εδώ. Ανόητα πράγματα μου ζητείς, απαντά η Νεράιδα. Το θέλω, λέγει, δεν δίδεις εσύτα παιδιά ό,τι κι αν σου ζητούν; Και χαϊδευμένη καθώς ήτο η Ανθούλα, εκτύπησε με πείσμα το πόδι της. Αφού το θέλεις, είπε σοβαρά η Νεράιδα, ας γίνη.

Καθώς προτού νυκτώση, Μέσα εις τον κυανόχροον Αιθέρα, μόνος φαίνεται Λάμπων γλυκύς ο αστέρας Της Αφροδίτης. Καθώς μυρτιά υπερήφανος Απ' άνθη φορτωμένη Και από δροσιάν αστράπτει, Όταν η αυγή χρυσόζωνος Την χαιρετάη· Ούτω το κύμα Ικάριον Κουπούσα η βάρκα, βλέπει Σε εις τα νησία ανάμεσα Λαμπράν και υψηλοτάτην, Και αγαλλιάζει

Κ' έχει τόση δύναμη, όση μήτε ο Δίας· ορίζει τα στοιχεία, ορίζει και τάστρα, ορίζει κι αυτούς τους θεούς· μήτ' εσείς δεν ορίζετε τόσο τα γίδια και τα πρόβατα· τ' άνθη όλα του έρωτα έργα είναι· τα δέντρα τούτα αυτουνού δημιουργήματα· απ' αυτόν τρέχουνε και τα ποτάμια και φυσούν οι άνεμοι.

— Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω, επανέλαβεν ο Ξυλοπόδαρος και κτυπήσας άλλην μίαν φοράν τον ξύλινον πόδα του έλαβε τα δύο ξύλινα ραβδία του, και τακ-τακ απήλθε να περιέλθη κατά την συνήθειάν του τας συνοικίας της πόλεως, ενώ τα ποικιλόχρωμα άνθη του κήπου διέχυνον το μεθυστικόν άρωμά των περί τον έκθαμβον απομείναντα υιόν του Γέρω-Λαχανά, και τα πτηνά εκελάδουν επί των δένδρων την αιωνίαν προς τον Πλάστην μελωδίαν των.

Λοιπόν και η οροφή του οίκου τούτου, ή μάλλον η κεφαλή, και καθ' εαυτήν μεν παρουσιάζει ευχάριστον όψιν, ο δε χρυσός την στολίζει τόσον, όσον και ο ουρανός κατά την νύκτα λαμπρύνεται υπό των άστρων κατά διαστήματα και φαίνεται ως σπαρμένος από πύρινα άνθη. Εάν δε ήτο ολόκληρος πυρ, δεν θα μας εφαίνετο ωραίος, αλλά φοβερός.

Ο διάλογος προβαίνει μετά μεγίστης μεν συντομίας αλλά με άφθονον πλούτον γνώσεων και επιχειρημάτων, τα οποία ανακύπτουν το έν μετά το άλλο απροόπτως ως εν μαγικώ λειμώνι πρωτοφανή άνθη, θαμβώνοντα τον αναγνώστην με την φαεινήν ακτινοβολίαν των.

Νικολάου έψαλα «Την ζωοδόχον πηγήν την αένναον», και «Της Εκκλησίας τα άνθη περιιπτάμενος». Και τα Χριστούγεννα έψαλα το «Θεός ων ειρήνης». Και του Αγ.

«Η φιλτάτη μας Ελένη Απ' τα σπλάγχνα της μητρός της Έφυγε και πάει σ'τον Άδη Ετυφλώθηκε το φως της. Με τα εύμορφά της κάλλη Εις τον Άδη καταβαίνει Κι' ο λαμπρός της χαρακτήρας Πάσας νέας υπερβαίνει, κτλ» Περισσότερον όμως ήρεσεν εις ημάς το εξής· «Όποιος δάκρυ χύση εις το μαύρο τούτο χώμα θα λούση βέργα λεμονιά με τ' άνθη στολισμένη Και μια ψυχή αγγελική μέσα στη γη κρυμμένη».

Ξαλαφρωμένο τάλογο φυσάει και χλημιντρίζει, Σαν είδε που πατούνε γη τα φτερωτά του πόδια, Και σχίζει σαν την αστραπή το πυκνωμένο δάσος. Σπίθαις τα λιανολίθαρα πετούν 'ςτό πάτημά του. Κ' οι κλώνοι, οπού μεριάζουνε 'ςτό διάβα του από 'πάνω. Τινάζονται, σαν μυγδαλιαίς οπού τινάζουν τ' άνθη. Ξάφνου το μαύρο στέκεται. Πεζεύει ο καββαλλάρης, Κι' αγάλια αγάλια περπατάει εδώ κ' εκεί το δάσος.

Εξελθούσα του Απόλλωνος ηξεύρεις τι έκαμα; μετέβην ευθύς απέναντι εις το Άντρον των Νυμφών, όπου ψάλλει σήμερον και μουσουργεί θίασος γερμανών και γερμανίδων, ή κυριολεκτικώτερον βοημών και βοημίδων. Quantum mutatum ab illo το ταλαίπωρον αυτό Άντρον! Ούτε άνθη πλέον, ούτε σκιαί, ούτε υδάτων ψίθυρος, ούτε παράσχειον μονοπάτι!

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν