United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρώτον μεν να υπάρχουν εις όλα τα διαμερίσματα συσσίτια, εις τα οποία όλοι να τρέφωνται μαζί, όστις δε απουσιάση έστω και μίαν ημέραν ή ξενοκοιμηθή μίαν νύκτα χωρίς την διαταγήν των αρχόντων ή χωρίς να παρουσιασθή κάποια έκτακτος ανάγκη, εάν τον καταγγείλουν οι πέντε άρχοντες και εκθέσουν το όνομά του εις την αγοράν ως καταλύοντα την φρουράν, ας εξευτελισθή ως προδότης της πολιτείας ως προς το ανάλογον μέρος του, και ας βασανισθή με ραβδισμούς από τον τυχόντα και τον θέλοντα, ο οποίος να μη τιμωρήται.

Εάν δε δεν το χρησιμοποιή εις το προάστιον και την αγοράν φανερά, αλλά μόνον εις τους αγρούς, και δεν τον επιτύχη κανείς εντός πέντε ετών, αφού περάσουν τα πέντε έτη, ας μη επιτρέπεται πλέον εις τον άλλον να κατάσχη αυτό.

Εκεί έστησαν οι ερασταί την εστίαν των, δαπανήσαντες την μικράν αυτών περιουσίαν εις αγοράν παχείας στρώμνης, μακρού οβελού, χάλκινης χύτρας, στάμνου ελαίου, δύο αιγών, δέκα ορνίθων και μεγάλου σκύλου, ίνα φυλάττη πάντα ταύτα· τα δε προς σωτηρίαν της ψυχής των αναγκαία σκεύη, την μάστιγα, την κεφαλήν νεκρού και το καλόν παράδειγμα έλαβον δωρεάν εκ της κληρονομίας του μακαρίτου.

Διότι, αφ' ου αγοράση κανείς τρόφιμα από κανένα παντοπώλην ή έμπορον, ημπορεί να τα μετακομίση μέσα εις δοχεία, και, προτού τα φάγη ή τα πίη και ούτω τα δεχθή μέσα εις το σώμα του, ημπορεί να προσκαλέση και τον ειδήμονα να τον συμβουλευθή ποίον δύναται να φάγη ή να πίη και πόσον από αυτό και πότε· ώστε εις την αγοράν τούτων δεν υπάρχει μεγάλος κίνδυνος.

Μικρά ήτον η βάρκα, αλλ' ήτον άφοβος ο κυρ Σταμάτης· με απλωμένα τα πανιά της ωρμούσετο πέλαγος δια να πιάνη με τ' αγκίστρια του τα μεγάλα εκείνα ψάρια, τα οποία ακριβοπληρώνουν οι πλούσιοι, όταν τα ευρίσκουν εις την αγοράν.

την αγοράν επήγαιναν και ακολουθούσε πλήθος άπειρον εσηκωθήκαν πολλοί και λαμπροί νέοι• 110 ο Ακρόναος, ο Ωκύαλος, πετάχθη, ο Ελατρέας, ο Ναυτηάς, ο Αγχίαλος, ο Πρύμνης, ο Ερετμέας, ο Αναβησίναος, ο Ποντηάς, ο Θόωνας, ο Πλώρης, ο Αμφίαλος, 'που ο Πολύναος γέννησε ο Τεκτονίδης, ο Ευρύαλος, οπ' ώμοιαζε τον ανδροφόνον Άρη, 115 και ο Ναυβολίδηςτην μορφήν ο πρώτος καιτο σώμα, ύστερ' απ' τον Λαοδάμαντα, της νειότης των Φαιάκων. και οι τρεις σηκώθηκαν υιοί του ασύγκριτου Αλκινόου, ο ισόθεος Κλυτόναος, ο Άλιος, και ο Λαοδάμας. και των ποδιών πρώτ' άρχισαν εκείνοι τον αγώνα• 120 από την στήλη τάνυσαν αντάμα την ορμή τους και οι τρεις, σκόνη σηκώνοντας, ως έσχιζαν το σιάδι. ο ασύγκριτος Κλυτόναοςτα πόδια εφάνη πρώτος• και όσοντο νειάμα διάστημα οργόνουν δυο μουλάρια, οπίσω εκείνους άφησε, κ' έφθασεν εις τα πλήθη. 125 εις το βαρύ το πάλαισμα κατόπι αγωνισθήκαν και νικητής ο Ευρύαλος εβγήκε των ανδρείων. ο Αμφίαλοςτο πήδημα καθ' άλλον υπερέβη. ο Ελατρηάςτο δίσκευμα• και εις την γρονθομαχία ο Λαοδάμας, αγαθός υιός του Αλκινόου. 130

Διά ν' αποφύγω τα φιλικά δάνεια, επρομηθεύθην από την αγοράν, με ένα εικοσιπεντάρικο, ένα μεγάλο σάκκο «Αρχαγγέλους» και «Πιστωτικές». Με αυτάς έχω το δικαίωμα ν' αποκρίνωμαι ότι ο Γούστας και ο Σκαλούτζης με άφισαν με το υποκάμισον, με μόνον δηλ. επτά σπίτια, που τα λέγω υποθηκευμένα, και εξακόσιες λαχειοφόρες, όπου δεν ηξεύρει κανείς πως τας έχω.

Να επιτρέπεται δε εις οποιονδήποτε, όποιον ψηφοδέλτιον φρονεί ότι δεν είναι καθώς πρέπει γραμμένον, να το σηκώση και να το εκθέση εις την αγοράν όχι ολιγώτερον από τριάντα ημέρας.

Εγώ δε την επιούσαν, ενώ εκείνος ευρίσκετο εις την αγοράν διά ν' αγοράση κάτι τι, επήρα το γουδοκόπανον και το ένδυσα και αφού είπα τας τρεις συλλαβάς, το διέταξα να φέρη νερόν. Αφού δ' εγέμισε μίαν στάμναν και την έφερε, του είπα• Παύσε να κουβαλής νερόν και γίνου πάλιν γουδόχερον αυτό όμως δεν μου υπήκουσε, αλλ' εξηκολούθει να κουβαλή νερόν, έως ου έκαμε το σπίτι λίμνην.

Όσα δε κανείς ανταλλάσσει αγοράζων ή πωλών εις άλλον, ας παραδίδη το πράγμα εις το ιδιαιτέρως ωρισμένον προς τούτο μέρος της αγοράς δι' έκαστον και ας λάβη αμέσως το αντίτιμον διά να ξεκάμη, όχι όμως εις κανέν άλλο μέρος, ούτε επί πιστώσει να κάμη κανενός πράγματος πώλησιν ή αγοράν.