United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς απ' αλαργινό νησί βγαίνει φωτιά και φτάνει ως στον αιθέρα, από καστρί πούχουν οχτροί ζωσμένα, τι βγαίνουν όξω οι κάτοικοι και μάχουνται ολημέρα 210 σ' ανατριχιάρη πόλεμο, μα σα βουτήσει ο ήλιος ανάβουν σύδετες φωτιέςκι' η λάμψη ως στα ουράνια ψηλά πηδάειγια ναν τη δουν γειτόνοι κι' ίσως τρέξουν οχ το χαμό με καραβιών βοήθια να τους σώσουν· έτσι απ' την κόμη του έφτανε κι' η λάμψη ως στον αιθέρα.

Όταν είναι καλοκαίρι, ο ήλιος φέγγει για όλο τον κόσμο, τα δέντρα, για όλους πρασινίζουν· ένας λαός, στις καλοκαιρινές του τις ώρες, δεν ξέρει τέτοιες νοστιμάδες και δεν έμαθε ακόμη να πουλή σοφίες.

Εάν μία δύναμις μόνη έκρινε, θα εδοξάζομεν ότι ο ήλιος είναι τόσος όσον τον βλέπομεν. Η επικράτησις της αισθήσεως ή της φαντασίας άγει εις πλάνην. Ως βώλος άρτου τιθέμενος μεταξύ του λιχανού και του μέσου δακτύλου. Είναι μάλλον αξιόπιστος. Είτε δι' εσωτερικής κινήσεως του αισθητηρίου οργάνου είτε δι' ολικής μετατοπίσεως του αισθανομένου όντος.

Ύστερ' από λίγες μέρες πέθανεν ο Γεροκαλαμένιος με το μαράζι και με το παράπονο που δεν είδ' ελεύθερη την πατρίδα του. Κατέβαινε αγάλια αγάλια κατακόκκινος ο ήλιος στο πέλαγο, πίσω από τα παλιά κάστρα και τα πυκνά κυπαρίσσια της Πάργας. Είχεν απ' ώρα αποχαιρετήσει τον πλατύ κάμπο του Φαναριού κ' έδινε τώρα τα στερνά του γλυκοφιλήματα στες ψηλές κ' ένδοξες κορυφές του Σουλιού.

Και περιμένοντας στην αυλή, ψιλοτραγουδούσε κ' έβλεπε κατά το μαγεμένο καφάσι. Δεν άργησε να ξαναπροβάλη ο λαμπερός ο ήλιος από τη μεγαλούτσικη χαραμάδα. Ρίχτει μερικές ματιές γύρω του ο Ηλίας. Ένας και μοναχός ζαπτιές στην αυλή, κι αυτός ροχάλιζε στην πεζούλα. Ψυχή αλλού πουθενά. Δεν είχε ώρα να χάνη. Έπρεπε να της το πη πως τον έχασε το νου του μαζί της, πως έτοιμος είναι και τη ζωή του να δώση.

Μα τι να κάμω κ' εγώ; Περισσότερος ήταν ο πόθος παρά η δύναμίς μου. Το κύμα επίμενε να ψηλώνη ακόμα, να λιχνίζη το καΐκι, να μας βρέχη και να μας κλυδωνίζη επίφοβα. Τέλος ερόδισεν η ανατολή, έφεξεν ο ήλιος, διώχτης αμείλιχτος των μυστικών της φύσεως και των ονείρων του ανθρώπου. Εφάνηκαν βουρκωμένες οι στεριές, θολό το πέλαγο, φιλόξενο το νησί μας αντίκρυ.

Έβγα να ιδής πώς έρχονται γλυκά ζευγαρωμένα Ο Ήλιος ο περίφανος και το λαμπρό Φεγγάρι... Ο Ήλιος είν’ ο Γάννος σου και το Φεγγάρι η Μάρω! Παύουν ευτύς τα κλάματα, τα μαύρα μυρολόγια, Και βγαίνει η μάννα πεταχτή, τρελλή πο τη χαρά της, Και δέχεται στην αγκαλιά τ’ αγαπητά παιδιά της.

Ο ήλιος ανέτελλεν οπόθεν του Υμηττού στιλπνός και ανέφελος ως ο ωριμάσας τα μήλα της Εδέμ, ότε οι τρεις οδοιπόροι παραλείψαντες το Ποικίλον εισήλθον εις την πόλιν του Αδριανού. Πλήθος Αθηναίων συνέρρεον πανταχόθεν εις τας εκκλησίας, ίνα πανηγυρίσωσι την Κ υ- ρι α κ η ν τ η ς Ο ρ θ ο δ ο ξ ί α ς, ήτοι της αναστηλώσεως των αγίων εικόνων.

Με το αλαφρό μου φόρτωμα στην αγκαλιά κατεβαίνω σιγά τους βράχους κι όταν γυρίζω βλέπω εκεί απάνω το σκοτεινό ίσκιο της γυναικός μου. Κάθεται, όπως καθότανε ο Σβεν πρωτήτερα, και τα μάτια της κοιτάζουνε στο σημείο, όπου βασιλεύει ο ήλιος κι όπου έχουνε σβήσει οι τελευταίες ρόδινες φλόγες.

Όταν έβρασε καλά καλά η κόττα, είχε βασιλέψει ο ήλιος.