United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αγαπητοί μου, ημπορώ να ειπώ ότι οικτρώς απατώμεθα όλοι οι Έλληνες διά τους μεγάλους θεούς, δηλαδή τον ήλιον και την σελήνην. Ποία είναι η απάτη; Νομίζομεν ότι αυτά ποτέ δεν διαγράφουν τον ίδιον δρόμον, καθώς και μερικά άλλα άστρα, τα οποία ονομάζομεν πλανήτας. Μα τον Δία, Ξένε μου, αυτό που λέγεις είναι αληθές.

Τον δρόμον όπου έμελλα να πορευθώ μου δείχνεις, και όμοιόν σου σύνεργον θα είχα εις το χέρι!... Μη παίζουν με τα 'μάτια μου αι άλλαι μου αισθήσεις, μη τα πάντα ξεπερνά η όρασίς μου μόνη; δε βλέπω, να! κ' εις την λαβήν κ' επάνωτην λεπίδα αίματος είναι σταλαγμοί, όπου δεν ήσαν πρώτα! Όχι! απάτη μου το παν!

Επεθύμει να εξαπατηθή και αύτη, καθώς τόσοι άλλοι. Να πάθη και αυτή από μίαν γλυκείαν αυταπάτην και να ιδή τον άμοιρον άνδρα της, έτσιτα ψέματα, και αυτή, μίαν στιγμήν ωραίαν, τον άνδρα της, οπού απώλεσε πλέον διά παντός, της εφαίνετο. Η αλήθεια είνε πικρά πολλάκις και φαρμακώνει, αλλά η απάτη είνε γλυκεία και ηδονική, ως ο καρπός του Δένδρου της Γνώσεως εν Εδέμ.

Λοιπόν, εάν το πρέπον κάμνη τα πράγματα να φαίνωνται ωραιότερα από ό,τι είναι, τότε αυτό το πρέπον θα είναι κάποια απάτη ως προς το ωραίον, και δεν θα είναι αυτό, που ζητούμεν να εύρωμεν ημείς, Ιππία μου.

Δηλαδή εις εκάστην σωματικήν προδιάθεσιν υπάρχουν ιδιαίτερα καλά και ηδονικά, και ίσως είναι πολύ ανώτερος ο σπουδαίος εις το να παρατηρή εις εκάστην περίπτωσιν το αληθές, ως να είναι αυτός ο κανών και το ορθόν μέτρον αυτών. Εις τους περισσοτέρους όμως η απάτη φαίνεται ότι προέρχεται από την ηδονήν. Διότι αυτή φαίνεται ότι είναι αγαθόν, ενώ δεν είναι.

Μήνες και χρόνια ολόκερα σε καρτερώ απ' τα ξένα, Και το μαράζι της καρδιάς, της ξενιτειάς σου η πίκρα Μώφερε αρρώστεια αγιάτρευτη και μ' έρριξε 'ςτό στρώμα Ή άλλαις, είπα, αγάπησες 'ςτής ξενιτειάς τη χώρα Κ' εμένα μ' αλησμόνησες την πολυαγαπητή σου, Ή αρρώστησες και πέθανες χωρίς εγώ να μάθω. Και δάκρυο, δάκρυο ψεύτικο, δάκρηο γιομάτο απάτη Τα μαραμένα μάγουλα της σκύλλας αυλακόνει.

Φιλοκτήτης: Ο Νεοπτόλεμος, για να πάρη στην κατοχή του τα πατρικά όπλα από τον Φιλοκτήτη, ύστερα από χρησμό, στην αρχή μεταχειρίζεται δόλο, όπως τον είχε συμβουλέψει ο Οδυσσέας. Συγκινημένος, όμως, από τη γενναιοψυχία του ήρωα, μετανοεί, φανερώνει την απάτη και παραιτείται από τα σχέδια του.

Στο χωράφι, όπου ενόμισε αυτός πως έσπειρε αγκάθια, εμείς κάναμε τον τρύγο μας κ' η συκιά που φύτεψε για να την απολαύσουμε είναι τόσον ξερή όσο ένα γαϊδουράγκαθο και πιο πικρή απ' αυτό. Για να μην ξέρη ποτέ η Ανθρωπότης πού πηγαίνει κατώρθωσε νάβρη το δρόμο της. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Νομίζεις λοιπόν πως στον κύκλο της δράσεως ο συνειδητός σκοπός είναι μια απάτη; ΓΙΛΒΕΡΤΟΣ. — Κάτι χειρότερο από μιαν απάτη.

Στάσουάκουσες τίποτις από κει μεριά; Είδες τίποτις; Περμ. Άμε στο καλό και συ που είσαι απατή σου για το Μοναστήρι. Τι νακούσω και τι να δω! Πιπ. Καλέ κοίτα εκειδά κατά το μεγάλο το δρόμο! Δε βλέπεις εκεί μια φωτερή καταχνιά, και μέσα της ένας καβαλλάρης με γυναίκα στο πλάγι του; Σα μαύρος ίσκιος περνάει τις ιτιές κ' έρχεται κατά το χωριό.