Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025


Η συνομιλία βάσταξε αρκετά· κουβεντιάσανε για τη μορφή του πολιτεύματος, τα έθιμα, τις γυναίκες, τα δημόσια θεάματα, τις τέχνες. Τέλος ο Αγαθούλης, πούχε πάντα κλίση προς τη μεταφυσική, ρώτησε μέσον του Κακαμπό εάν στον τόπο τους υπήρχε θρησκεία. Ο γέρος κοκκίνησε λιγάκι. — Πώς λοιπόν! είπε, μπορείτε ν' αμφιβάλλετε; Μήπως μας θεωρείτε αχάριστους;

Ζυγώνοντας στην πολιτεία, απαντήσανε ένα νέγρο ξαπλωμένο στο χώμα, που φορούσε μονάχα μισό φόρεμα δηλ. μισό πανταλόνι από γαλάζιο πανί. Του λείπανε η αριστερή γάμπα και το δεξί χέρι. — Ε! Θεέ μου, του είπε ο Αγαθούλης ολλαντέζικα, τι κάνεις εδώ φίλε μου σε τέτοια φριχτή κατάσταση; — Περιμένω τον αφέντη μου, απάντησε ο νέγρος, τον κύριο Βάντερντέντουρ, τον περίφημο μεγαλέμπορο.

Ενώ ετοιμαζόντανε ν' αρχίσουν την τρίτη βόλτα, ο Αγαθούλης μη βαστάνοντας πια, ζήτησε ως χάρη να ευαρεστηθούν να λάβουν την καλωσύνη να του τινάξουν τα μυαλά· του κάμανε αυτό το χατήρι· του δένουν τα μάτια· τον βάζουν να γονατίση.

Συζητούσαμε ακατάπαυτα και τρώγαμε είκοσι χτυπιές με βούνευρο την ημέρα, όταναιτιώδης αλληλουχία& των γεγονότων του κόσμου τούτου σας έφερε στη γαλέρα μας, όπου μας ξαγοράσατε. Καλά λοιπόν, αγαπητέ μου Παγγλώσση, του ο Αγαθούλης, όταν σας κρεμάσανε, σας σκίζανε, σας τσακίζανε στο ξύλο και τραβούσατε κουπί στις γαλέρες, σκεφτόσαστε πάντα, πως όλα είνε άριστα σ' αυτό τον κόσμο;

Τα πρώτα πράγματα, που είδαν, ήτανε η γριά κ' η Κυνεγόνδη, που απλώνανε πετσέτες στα σκοινιά να στεγνώσουνε. Ο βαρώνος κιτρίνισε, σαν τις είδε. Ο τρυφερός ερωτευμένος Αγαθούλης, σαν είδε την ωραία του Κυνεγόνδη μαυρισμένη, με τα μάτια βαθουλωμένα, το στήθος πεσμένο, τα μάγουλα ζαρωμένα, τα χέρια κόκκινα και ροζωμένα, πισωδρόμησε τρία βήματα, όλος φρίκη, και προχώρησε κατόπι με καλωσύνη.

Αφού σεργιανήσανε όλο το απόγευμα σχεδόν το χιλιοστό μέρος της πολιτείας, τους ωδηγήσανε στο βασιλιά. Ο Αγαθούλης κάθησε στο τραπέζι ανάμεσα στη Μεγαλειότητά του και στον υπηρέτη του τον Κακαμπό και πλήθος κυρίες. Ποτές δεν έγινε λαμπρότερο γεύμα, και ποτές δεν έδειξε κανείς περισσότερο κέφι απ' όσο η μεγαλειότητά του.

Αλίμονο! είπε πολύ σιγά στο Μαρτίνο ω! τι ανώτερος άνθρωπος! μουρμούρισε ανάμεσα στα δόντια του. Τι μεγαλοφυία αυτός ο Ποκοκουράντης! Τίποτε δεν μπορεί να του αρέση. Αφού έτσι επιθεωρήσανε όλα τα βιβλία, κατεβήκανε στον κήπο. Ο Αγαθούλης παίνεσε όλες του τις ομορφιές.

Η ξιφολόγχη έγινε επίσης ο αποχρών λόγος του θανάτου μερικών χιλιάδων ανθρώπων. Το όλον μπορούσε πολύ καλά να λογαριαστή σε καμιά τριανταριά χιλιάδες ψυχές. Ο Αγαθούλης, που έτρεμε σαν φιλοσοφος, κρύφτηκε όσο μπορούσε καλύτερα κατά τη διάρκεια αυτού του ηρωικού μακελλιού.

Αγαθούλης κι' ο Μαρτίνος τραβάνε για τις αχτές της Αγγλίας. Τι βλέπουν εκεί.& — Αχ! Παγγλώσση! Παγγλώσση! Αχ! Μαρτίνιε, Μαρτίνε! Αχ! αγαπημένη μου Κυνεγόνδη! Τι είναι αυτός ο κόσμος; λέγει ο Αγαθούλης απάνου στο ολλανδικό καράβι. — Κάτι τρελό κι' απαίσιο, απαντούσε ο Μαρτίνος. — Γνωρίζετε την Αγγλία; Είναι κ' εκεί έτσι τρελοί, όπως στη Γαλλία; — Άλλου είδους τρελοί, είπε ο Μαρτίνος.

Ο Αγαθούλης είπε στον Κακαμπό: — Φίλε μου, βλέπεις πόσο τα πλούτη αυτού του κόσμου είναι φθαρτά· δεν υπάρχει τίποτε σταθερό έξω από την αρετή κι' από την ευτυχία του να ξαναϊδούμε την δεσποινίδα Κυνεγόνδη.

Λέξη Της Ημέρας

απόπατο

Άλλοι Ψάχνουν