United States or Oman ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν λοιπόν έφθασεν εις την Σκυθικήν και εισέδυσεν εις την λεγομένην Υλαίαν, ήτις κείται πλησίον του Αχιλλείου δρόμου και καλύπτεται όλη υπό δένδρων παντοίων, ήρχισεν ο Ανάχαρσις να τελή την εορτήν της Κυβέλης με όλα τα καθέκαστα, κρατών τύμπανον και έχων εις το στήθος αγάλματα κρεμάμενα. Είς όμως των Σκυθών ιδών αυτόν εφανέρωσεν εις τον βασιλέα τι έπραττεν.

Κάνει χρεία, ότι ένας άνθρωπος από την συντροφιάν να κτυπήση τρεις φορές με το ξύλο επάνω εις το τύμπανον εις το πρώτον κτύπημα το καράβι θέλει ξεμακρύνει έως ένα τράβηγμα σαΐτας, εις το δεύτερον θέλει χαθή από την όρασιν ετούτου του βουνού· και εις το τρίτον θέλει ευρεθή εις την στράταν όπου θελήσει· και ο άνθρωπος που θέλει χτυπήσει το τύμπανον πρέπει θεληματικώς να μείνη εδώ, και οι άλλοι να μισεύσουν».

Ως τόσον εγώ αγκάλιασα όλους της συντροφιάς και τους έδωσα τον τελευταίον άσπασμόν έπειτα εβγαίνοντας από το καράβι ανέβηκα μόνος εις το ύψος του βουνού· επλησίασα εις την περιοχήν και παίρνων το ξύλον εις το χέρι κτυπώ το τύμπανον, και το καράβι ευθύς εξεμάκρυνεν από το βουνόν· εις τον δεύτερον κτύπον το έχασα από την όρασιν· και εις τον τρίτον επήγεν εκεί που ήθελε· ύστερον από αυτό έμεινα εις την περιοχήν εκείνην αναμένοντας να πληρώσω την θυσίαν που μου ήταν γραμμένη.

Τα βιολιά εγρατσούνιζαν, το τύμπανον εκτυπούσε δυνατώτερα, τα τρομπόνια εμυκώντο καθώς οι ταύροι του Φαλάρητος εν μέσω των φλογών και η σκηνή καθισταμένη κατά το μάλλον και ήττον θορυβωδεστέρα, εφ' όσον ηυξάνετο η επίδρασις του οίνου, μετεβλήθη εις πανδαιμόνιον. Κατά το διάστημα αυτό ο κ.

Εσηκώθη εις τα λόγια ο γέρων, και ακουμπώντας εις την ράβδον του με το κεφάλι τρεμάμενον μου είπεν, ότι τα καράβια ετραβιόνταν προς το βουνόν, με το να ήτον αυτό το βουνόν από μαγνήτην, και διά την δύναμιν του χαμαϊλιού, που ήτον εις εκείνο το τύμπανον το οποίον δεν ηξεύρω ποίος το εκατασκεύασε· μα αν ήμουν περίεργος να μάθω αυτό το μυστήριον, έπρεπε να ακολουθήσω το περπάτημά μου, και ήθελα συναπαντήσει τον αδελφόν του, που ήτον πλέον γεροντότερος από αυτόν, και αυτός ήθελε μου δώσει καμμίαν είδησιν δι' αυτό.

Η υπηρεσία εγίνετο διά πολλών υπηρετών και προ μεγάλης τραπέζης, εις το άκρον της αιθούσης, εκάθηντο επτά ή οκτώ μουσικοί κρατούντες βιολία, πλαγιαύλους, τρομπόνια και ένα τύμπανον. Εις διαστήματα, κατά το γεύμα, οι άθλιοι αυτοί με εκούραζαν με μίαν ποικιλίαν ήχων, καθ' υπόνοιαν μόνον μουσικών, την οποίαν όλοι εφαίνοντο ότι ησθάνοντο εκτός εμού.

Και ευθύς, που το καράβι μας άραξεν εις την ρίζαν του βουνού, ο Καπετάνιος και εγώ ερριχθήκαμεν εις την γην, και αρχίσαμεν να ανέβωμεν εις το βουνόν, και με μεγάλον κόπον εφθάσαμεν εις την κορυφήν του· είδαμεν ημείς έχει μίαν περιοχήν πλατείαν και υψηλήν και πλησιάζοντες εις αυτήν είδαμεν ότι εις το μέσον της ήτον ένας στύλος από τζελίκι υψηλός έξ οργυιάς, εις την μέσην του οποίου εκρέμονταν με μίαν χρυσήν άλυσον ένα μικρόν τύμπανον, με ένα ξύλον που να το κτυπούν, και επάνω εις το τύμπανον έστεκε καρφωμένη μία σανίδα από έβενον, εις την οποίαν ήτον με χρυσούς χαρακτήρας γραμμένα τα ακόλουθα λόγια «Αν κανένα καράβι ήθελε λάβει την κακήν τύχην να αμπωχθή έως εις ετούτο το βουνόν, δεν θέλει ημπορέσει πλέον να ξαναγυρίση εις την θάλασσαν, αν δεν ήθελε κάμει με τον ακόλουθον τρόπον.

Ο κόντρας κτυπά, διπλούμενος εν εαυτώ, υπ' αντιθέτων ριπών συγκρουόμενος, ως αετός πληγωμένος θανασίμως. Το φλέσι κρούεται ως τύμπανον παρατάξεως. Η τρικυμία μυκάται ήδη, φωνάζει, ακούεται, βρυχάται μακράν ως βοή λεόντων και τίγρεων αμιλλωμένων εν διαύλω και δολίχω. Πυρκαϊά αθέατος, και φθάνουσιν οι κροταλισμοί των φλογών της. Τα κύματα πλακόνουν, επλάκωσαν. — Μάϊνα φλέσι! Μάϊνα κόντρα!