United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο πυρετός και η εξάντληση έκαναν τ’ αυτιά του να βουίζουν∙ σαν να άκουγε το μουρμούρισμα του ποταμού μέσα στη νύχτα και μακρινές φωνές και είχε μέσα στο κεφάλι του έναν κόσμο εντελώς δικό του όπου ζούσε αποτραβηγμένος από τον πραγματικό κόσμο. Δεν τον ενδιέφερε πια ο Τζατσίντο, ούτε η Γκριζέντα, ακόμη καλά καλά ούτε και οι κυράδες του.

Βεβαίως διά πρώτην φοράν είνε δίκαιον να συναγανακτή μετά του πατρός ο νόμος και να του αναγνωρίζη το δικαίωμα της τιμωρίας των τέκνων αλλ' εάν άπαξ εξαντλήση την εξουσίαν του και κάμη χρήσιν του δικαιώματος και ικανοποιήση την οργήν του, έπειτα δε, εάν, μεταπεισθείς ότι το αποκηρυχθέν τέκνον είνε αγαθόν, το υιοθετήση εκ νέου, πρέπει να μείνη εις αυτό το σημείον και να μη μεταπηδά ούτε να αλλάσση γνώμην και να μεταβάλη την κρίσιν.

Η μάνα μου πέρασε τη νύχτα άγρυπνη στο προσκέφαλό μου να μου βάζη βρεμμένα πανιά στο μετωπο και να μου κάνη διάφορα γιατρικά. Και μες στις ζάλες μου την είδα μια στιγμή να κλαίη. Ο νυχτερινός πυρετός κείνος μαφήκε τρομερή εξάντληση και το επόμενο βράδυ μούρθε πάλι.

Ήμουν ακόμη άρρωστος και με φοβερή εξάντληση. Έβγαινα λίγο, αλλά και δεν πήγαινα μακριά 'πό το σπίτι μας. Μια μέρα στο μέρος 'κείνο συνάντησε μια γειτονοπούλα μας, ένα πολύ νέο κορίτσι, και το ρώτησε για μένα. — Το ίδιο είνε, είπε το κορίτσι. Κάθα μέρα τόνε τινάσει και δεν απόμεινε ο εμισός. Ανέγνωρο γίνηκε το κακορρίζικο απού την αδυναμία. — Κείντα λένε πως έχει; — Χτικιό 'κουσα πως έχει.

Επιτραπήτω ημίν τέλος να ευχαριστήσωμεν ονομαστί τον διευθύνοντα την βιβλιοθήκην της Βουλής κ. Π. Καλογερόπουλον και τον βοηθόν αυτού κ. Ραζήν, ων αμφοτέρων την υπομονήν και την προθυμίαν ηθέλομεν έχη εξαντλήση, εάν, ως γνωστόν, δεν ήσαν ανεξάντλητοι. Αθήναι τη 20 Σεπτεμβρίου 1904. Έκθεσις λογιστική περί του γενικού λογαριασμού των μετατραπέντων δανείων του 1824 και 1825. — Αθήναι 1890.

Με προσοχή, που από τη χαρά δεν είχε η μάνα της, θα διάκρινε κανείς ότι η σωματική δύναμη της ήτο στην ίδια εξάντληση κιότι μόνο με προσπάθεια ψυχική υπεράνθρωπη κρατούσε στα πόδια του το μισοπεθαμένο κορμί της και κάπου κάπου έφερνε σταναιμικά της χείλη ένα χαμόγελο.

Το να μη εξελέγχη όμως πάλιν με κάθε τρόπον εκείνα, τα οποία λέγονται περί αυτών, και να μη παραιτή, προτού να εξαντλήση κανείς την εξέτασιν καθ' όλα τα μέρη, είναι ίδιον ανθρώπου οκνηρού.

Η εξάντληση κη χλωμάδα της ήτο τόση, που, αν δεν έβηχε, θα την έπαιρνες για πεθαμένη. Μόνο το κερί της έλειπε από το στόμα. Από την αρρώστια είχε καμπουριάσει, τα μάτια και τα μάγουλά της είχανε βουλιάξει και τη θαρρούσες για γριά εξήντα χρονών. Ούτε του σκύλου να μη καταραστή κανείς τέτοιο κατάντημα!

ΒΕΡΑΤι δυστυχίες, τι δυστυχίες στον κόσμο! Και δε μου λέτε, γιατρέ, πώς είναι αυτή η δυστυχισμένη. ΜΙΣΤΡΑΣΠώς θέλετε νάναι; Μια σφαίρα φυτεμένη στα πλεμόνια, εσωτερική αιμορραγία, εξάντληση μεγάλη. Βγάζει δε βγάζει τη νύχτα. Τη μεταφέραμε στο ξενοδοχείο της, της άφισα ένα γιατρουδάκι που βρέθηκε εδώ να την προσέχη και σε λίγο θα ξαναπάω να τηνέ δω. Θαρρώ όμως πως γυρίζει ο Τάσσος . . .

Μερικοί είναι δυνατώτεροι από τους άλλους. Ο «Ερχομός» του Γύφτου είναι πολύ μουσικός και τρέχει σαν ποτάμι. Άπειρα πράγματα λέει ο στίχος ο όμορφος: Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρη. Δείχνει όλη την εξάντληση της Πόλης. Δεν είχε πια τη δύναμη να θέλει τίποτα. Ο «Δουλευτής» είναι πολύ δυνατό.