United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δύο προσκυνηταί, των οποίων αι τρίχες ήσαν ορθαί υπό φρίκης, οι δε οδόντες συνεκρούοντο ως κροταλία Ισπανής χορευτρίας, κατεκυλίσθησαν τρέχοντες εκ του όρους, ουδ' εσταμάτησαν μέχρις ου διέκριναν μακρόθεν τα γλαυκά ύδατα της Μεσογείου.

Αλλά πώς πρέπει να τα διακρίνωμεν, όχι άραγε καθώς αρχίζει την μίμησιν ο μιμούμενος; Επομένως αφού η μίμησις της ουσίας γίνεται με συλλαβάς και με γράμματα, δεν είναι ορθότερον πρώτον να διακρίνωμεν τα στοιχεία; Καθώς οι καταγινόμενοι εις τους ρυθμούς πρώτον διέκριναν τας δυνάμεις των στοιχείων, έπειτα δε των συλλαβών και τότε πλέον έρχονται να εξετάσουν τους ρυθμούς, όχι όμως προηγουμένως;

Τους διέκριναν πράγματι από μακριά, ανάμεσα στο πράσινο των θάμνων, εκείνος ψηλός και ωχρός, εκείνη μικρόσωμη και μελαχρινή, και οι δυο να κουβαλάνε τους κουβάδες που άστραφταν και πότε πότε χτυπούσαν ο ένας στον άλλο και το νερό ξεχειλίζοντας ανακατευόταν και έσταζε. Φαίνεται πως τους ευχαριστούσε εκείνη η επαφή επειδή κοίταζαν τους κουβάδες και γελούσαν. Ο Έφις είχε ένα προαίσθημα.

Αφηρέσατε απ' αυτής τον έρωτα; Είνε ως να εσβύσατε το φως. Δεν απομένει πλέον παρά ένα σύνολον αυθαίρετον με πολλά χάσματα. Και τωόντι τοιαύτα χάσματα διέκριναν σοβαρώτατοι μελετηταί της Πλατωνικής φιλοσοφίας, τα οποία και έσπευσαν να επικρίνουν με την ευκολίαν εκείνην με την οποίαν επικρίνεται συνήθως το έργον των μεγάλων.

Από καιρού εις καιρόν αστραπή εφώτιζε με ζωηράν λάμψιν τους τοίχους των νεωστί οικοδομηθεισών οικιών ή των κτιζομένων εισέτι. Εις μίαν λάμψιν διέκριναν τέλος, τον λοφίσκον τον υπερκείμενον του μικροσκοπικού ναού της Λιβιτίνης και κάτωθεν αυτού, αριθμόν τινα ημιόνων και ίππων. — Νίγηρ! εφώνησε χαμηλοφώνως ο Βινίκιος. — Εδώ είμαι, αυθέντα, απεκρίθη μία φωνή εν μέσω της βροχής. — Όλα είναι έτοιμα;

Ποιος είνεΑσθενής φωνή απήντησεν. Αλλά δεν διέκριναν τας λέξεις. Αφού προέβησαν ολίγα βήματα παρεμπρός, οι βοσκοί πάλιν εφώναξαν: «Ε! ποιος είσαι; Πού βρίσκεσαι;» Η φωνή ευκρινέστερον απήντησε: — «Δω είμαι!... ελάτε παραδώ...» Και η φωνή επνίγη εις στεναγμόν. — Κάποιος θάπεσε κ' εγκρεμοτσακίσθη πουθενά μες το ρέμμα, εσκέφθη μεγαλωφώνως ο είς των βοσκών.

Αφ' ετέρου όμως δεν περισσεύει εις αυτά καιρός προς φαγητόν, και δια τούτο ίσως εθεώρησε περιττόν η Θεία Πρόνοια να τα προικίση διά στόματος καταλλήλου προς κατάποσιν τροφής. Τα έντομα ταύτα διήρεσαν οι επιστήμονες εις γένη και είδη, κατεμέτρησαν το μήκος της νευρικής αλύσου των γαγγλίων των, διέκριναν τους ταρσούς αυτών και ηρίθμησαν τα εν τη κοιλία των ωά, τα οποία ευρέθησαν οκτακόσια.

Αλλ' επειδή ο Χαλκιδεύς τους εμήνυσε να επιστρέψουν και ότι ο Αμόργης έμελλε να εμφανισθή μετά του στρατού του, έπλευσαν προς το Διός ιερόν, όπου διέκριναν δεκαέξ πλοία, διοικούμενα υπό του Διομέδοντος, ο οποίος είχεν αναχωρήσει εξ Αθηνών μετά τον Θρασυκλέα. Εις την θέαν ταύτην τα πλοία των Χίων έφυγαν, το εν εις την Έφεσον, τα άλλα προς την Τέων.

Τότε εκείνοι οίτινες προ μικρού είδον μόνον τον πλήρη ζωής έφηβον, εις τον οποίον τα βουνά είχον δώσει το ψήλωμα και τον αέρα της ελάτης, διέκριναν παντοία κωμικά ελαττώματα. Ήτο παρά πολύ ψηλός, τόσον πολύ, ώστε να ενθυμίζη τους Σαρακηνούς, κάτι φαντάσματα φοβερά των ερειπίων. Και εις το ύψος εκείνο ενόμιζες ότι η κεφαλή του εζαλίζετο και δεν εστέκετο καλά.

Έτσι όλα ήταν ξεκάθαρα. Τα μάτια του τώρα πια διέκριναν τα πάντα: τριγύρω η σκιά από τα λάθη του, το κέντρο φωτισμένο, που ήταν η τιμωρία του Θεού επάνω του. Ξαναπήρε το δισάκι, χωρίς να πει κουβέντα, και έφυγε.