United States or Romania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφορμή ας μη το κεντάει, 415 Τρέχει, ρίχνεται, πηδάει· Κι' αν δεν έχει τι να κάμη Κολυμπάει μες το ποτάμι. Κι' όποτε δεν είναι χρεία, Τότε πρόφασι κι' αιτία 420 Βρίσκει ευτύς στη θέλησί του Ν' αναπάψη το κορμί του. Στη συχνή τρυφήν εκείνη, Στην πολλή του γεροσύνη, Αρχινάει ν' αποσταίνη, 425 Κάθε τι να το χορταίνη.

Ζευγάρι τότε Κουνουπιών ηκούστη στον αέρα, Οπού βοάν με ταραχή ψηλά στην ατμοσφαίρα, 410 Με της μακριαίς τους σάλπιγκαις για να παρακινήσουν, Με το σημάδι της φωνής τη μάχη ν' αρχινήσουν. Ο Δίας προς βεβαίωσι των σαλπιστών βροντάει, Που τα ουράνια ετρόμαξε, τη γη καταφοβάει. Εδώ του Φουσκομάγουλου αντίς ν' ακολουθήσουν 415 Το εξαίρετο στρατήγημα, και να μη πολεμήσουν.

Και απάντησε ο πολύγνωμοςεκείνον Οδυσσέας• «Φίλε, και συ χαίρε πολύ' κ' οι αθάνατοι ας σου δώσουν κάθε καλό, και το σπαθί ποτέ να μη ποθήσης τούτ', όπ', αφού μ' επράυνες με λόγους, μου χαρίζεις». 415

Σαν όταν χοίρο κυνηγούν σκυλιά και νιοι αντριωμένοι τριγύρω, και χοιμάει αφτός όξω απ' το πυκνολόγγι, 415 δόντια τροχίζοντας λεφκά μες στο γυρτό σαγώνι, και τρέχει εδώ και τρέχει εκεί, και των δοντιών του ο χτύπος αχεί, μα αφτοί τον καρτερούν κιας είναι τέτιο σκιάχτρο· τότε έτσι οι Τρώες ρήχτηκαν του θεϊκού Δυσσέα.

Θεριά λες πολεμούσαν· να θε τους δει θεά Αθηνά, να θε αντροσκιάχτης Άρης, λόγο αχαμνό δε θάλεγαν, όσο κι' αν είχαν πάθος. 399 Έτσι πολέμαε, κι' έλεγε κάθε Αχαιός λεβέντης 414 «Ντροπής, αδρέφια, κι' ατιμιά να τραβηχτούμε πίσω! 415 Δεν έχει, σ' όλους μας εδώ μπροστά ας ανοίξει πρώτα η μάβρη γης!

Έτσι ας προσέξει, όσο πολύ κι' αν είναι παλικάρι, 410 μήπως στη μάχη άλλος κανείς του βγει πιο δυνατός του, κι' η Γιάλα η αρχοντόθρεφτη καμιά νυχτιά απ' τον ύπνο σηκώσει με τα κλάματα το σπιτικό της όλο, το τέρι της γυρέβοντας, τον πρώτο απ' τους Αργίτες, η γνωστικιά του φοβερού Διομήδη γυναικούλα415

Τι πρώτα αφτός θα δοξαστεί αν νικηθούνε οι Τρώες 415 κι' οι Δαναοί αν σκλαβώσουνε τη βλογημένη Τροία, για αφτόν και θάναι η συφορά μεγάλη αν νικηθούμε. Μον έλα τώρα ας πιάσουμε κι' εμείς την άγρια μάχηΕίπε, και χάμου πήδηξε με τ' άρματα οχ τ' αμάξι, και βρόντησε ο χαλκός φριχτά στ' αρματωμένα στήθια 420 καθώς κινούσε· θάπιανε κι' ένα άφοβο τρομάρα!