Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Αναντιρρήτως, τούτο ήτο μέγιστον σφάλμα, θανάσιμον μάλιστα, εις τους οφθαλμούς των νομοφυλάκων. Το θερίζειν και το αλωνίζειν εν Σαββάτω βεβαίως ήσαν απηγορευμένα, αλλ' οι Ραββίνοι απεφάνθησαν ότι το να κόψη τις στάχυν είνε το αυτό ως να θερίση, και το να τίλη το στάχυν με την χείρα, το αυτό ως ν' αλωνίση!
Βαρυνθέντες την εντός του πλοίου στενοχωρίαν απέβημεν και ημείς, όπως λάβωμεν την ευχαρίστησιν να πατήσωμεν ξηράν. Δεν τον είχα ποτέ ιδεί τοσούτον καταβεβλημένον. Εφαίνετο πάσχων, αλλά δεν παρεπονείτο. Εκράτει μόνον την κεφαλήν με την χείρα και οι οφθαλμοί του ήσαν βαρείς. Ήμεθα μόνοι εκεί, αλλ' εβλέπομεν παρέκει επί της ακτής των κατοίκων την κίνησιν.
Έκυψε και ψηλαφήσας επί στιγμήν, αφήρεσεν εκ του τοίχου ένα λίθον εις ύψος μέχρι της οσφύος ανθρωπίνου αναστήματος· είτα υψώσας την χείρα αφήρεσε δύο προσέτι λίθους εις ύψος υπέρ την κεφαλήν του.
— Δάσκαλε, είπε, φέρον την χείρα εις το ους το παιδίον, γιατί ενώ το χαρτί μας μέσα λέει ότι η Επτάνησος αποτελείται από επτά νήσους, υστέρα βγαίνουν δέκα στο μέτρημα; — Τας εμέτρησες εσύ; — Ταις εμέτρησα, να! Και ήρχισε να μετρή επί των δακτύλων του, «Κέρκυρα, Κορφοί, Λευκάς, Αγία Μαύρα» κτλ. Οι άλλοι συμμαθηταί του εγέλων εν χορώ διά την πολυπραγμοσύνην του.
Όσον απέβλεπε τα εδώ, αυτός, επιθέτων εις το στέρνον την χείρα, τον έπαιρνεν επάνω του. Από εδώ ήτο σίγουρος βουλευτής, του το έδιδεν εγγράφως· εκεί να κυττάξη, πέρα εκεί, να μη τους φάνε, τα μάτια του τέσσερα. Ο Χαρτουλάριος επείσθη δους τα πιστά εις τον Λάμπρον, και ανεχώρησε μετά των άλλων.
Αίφνης ο Επαφρόδιτος του εβίασε την χείρα και η μάχαιρα εισήλθε μέχρι της λαβής. Οι οφθαλμοί του εξήλθον των κογχών, φρικώδεις, παμμέγιστοι, πλήρεις τρόμου. — Σου φέρω την χάριν, σου χαρίζουν την ζωήν! έκραξεν ο εκατόνταρχος. — Πολύ αργά! ερρόγχασεν εκείνος. Και προσέθηκεν: — Α! πίστις! . . . . Εν ακαρεί ο θάνατος εσκότισε την κεφαλήν του.
Και λέγουσα έρριπτε βλέμματα πλήρη απληστίας υπό το προσκέφαλον, ως να ήθελε να ίδη μέσω του λινομετάξου περιβλήματος, και κάτωθεν του πατημένου μαλλίνου όγκου, τι εκρύπτετο υποκάτω. Έκαμε δε κίνημα ως διά να χώση την χείρα της κάτωθεν του προσκεφαλαίου.
Αλλ' οι δυσώδεις και σκωληκόβρωτοι εκείνοι σκελετοί, δι’ ους απόλαυσις και απώλεια, Κόλαση και καθαριότης ήσαν λέξεις συνώνυμοι, οι μοναχοί, λέγω, αναχωρηταί, ερημίται και ασκηταί εκείνοι, ων μόνη η ανάμνησις διεγείρει σήμερον τον οίκτον ή την φρίκην, είχον μεγάλην υπόληψιν επί της βασιλείας της Ευσεβούς Θεοδώρας, ως οι αμαξηλάται επί Μιχαήλ του Γ', και οι πίθηκοι επί του Πάπα Ιουλίου, ο δε φιλόδοξος και αυλικός επίσκοπος Νικήτας ηναγκάζετο να περιποιήται αυτούς, ως οι παρ’ ημίν υποψήφιοι να δίδωσι την χείρα εις τα περικαθάρματα της αγοράς και τους κακούργους των Ορέων.
— Κύριε υπασπιστά, ο καπετάνιος μας διέταξε να σε ακολουθήσωμεν και οι πέντε. Δεν μας είπε να μείνωμεν κρυμμένοι οι δύο και να σε ακολουθήσουν μόνον οι τρεις. Με απεστόμωσεν η απάντησίς του. Αλλ' επέμεινα έτι· ηγέρθην και τον επλησίασα· ηγέρθησαν και οι πέντε συγχρόνως. — Μίρτε μου, είπα θέσας την χείρα μου επί του ώμου του, άκουσέ με, διά την αγάπην εκείνης που 'ξεύρεις.
Φέρουσα το καλάθιόν της υπό τον αριστερόν αγκώνα, κρατούσα το μαχαιράκι της με την χείρα την δεξιάν, έκυπτε παντού, εις όσα μέρη αυτή εγνώριζε, κ' έψαχνε να εύρη καυκαλήθρες και ζοχάρια και μυρώνια, και άνηθον διά να γεμίση το καλαθάκι της, να κάμη πήτταν, το Σάββατον του Λαζάρου, να φάγη αυτή κ' αι θυγατέρες της, αλλά να προσφέρη κ' εις της γειτόνισσες, από τας οποίας χάσιμον δεν είχεν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν