Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Ταχεία αναπόλησις του προσφάτου και μαγικού αυτής παρελθόντος διέδραμεν ως αστραπή την φαντασίαν της, και υπέθεσε προς στιγμήν, ότι από γοητευτικού ονείρου αφύπνωσεν αποτόμως εις την φοβεράν πραγματικότητα.
Εις τούτο το αναμεταξύ, επλησίασαν εκείνα τα δύο όρνεα Ροκ, με μεγάλην και φοβεράν κραυγήν εις τον αέρα· αλλ' επολλαπλασίασαν τες φωνές, όταν είδαν το μεν αυγόν εις κομμάτια τσακισμένον, το δε πουλί τους χαμένον και σκοτωμένον, και, με σκοπόν διά να εκδικηθώσιν, εγύρισαν όθεν ήρχοντο και εις ολίγην ώραν έγειναν άφαντα εις μερικόν διάστημα καιρού.
Το δε πλήθος και η κακοήθεια των ακρίδων καθίστα τον κατ' αυτών αφορισμόν φοβεράν και επίσημον τελετήν, εις ην έσπευδον να παρευρεθώσι πάντες της Ρώμης και των περιχώρων οι ευσεβείς χριστιανοί. Ενώ οι αυλικοί συνωθούντο ευέλπιδες και θορυβώδεις εις τας στοάς και τους διαδρόμους του Βατικανού, η Ιωάννα απεχαιρέτα μετά δακρύων τον εραστήν της.
Ούτω το 467 μ.Χ. ο αυτοκράτωρ της Ανατολής Λέων Α' από κοινού μετά του εν Ρώμη αυτοκράτορος Ανθεμίου εξέπεμψαν μεγάλην στρατιάν συγκειμένην από 1100 πλοία και 100 χιλ. στρατιωτών. Και όμως την φοβεράν αυτήν δύναμιν, την απαιτήσασαν δαπάνην 130 χιλ. λιτρών χρυσίου ήτοι 146,255,000 δρ. αργυρών, κατώρθωσε να ματαιώση ο πολυμήχανος και παμπόνηρος Γειζέριχος καταστρέψας διά πυρός τον στόλον.
Αι κραυγαί ήρχοντο ακριβώς εκ της γειτονίας των απεσπασμένων βράχων και σκοπέλων υπό την φοβεράν ακτήν του Κουρούπη. Παρήλθε πολλή ώρα εωσού εννοήσωσι τι τρέχει. Όλοι σχεδόν οι εκκλησιαζόμενοι είχον εξέλθει του ναού.
Είχε ξεχάσει της ξυλειές, ως και την φοβέραν. Την επαύριον ανεύρε τα κλοπιμαία η Μαλαμμώ. Ότ' είχε βασιλέψ' ο ήλιος. Κατεβαίναμε τo στενό καλδερίμι, τον κατήφορο. Την στιγμή που περνούσα, άκουσα να πέση μια παροιμία απ' το στόμα της. — Τρεις όπ' σ' έχω, άντρα, και τρεις όπ' μ' έχεις έξη· και τρεις του παιδιού, εννιά...
Ηκολούθησα από εκεί ένα κένταυρον, που με έφερεν εις ένα κάμπον· αλλά προτού να φθάσω εις αυτόν εχρειάσθην να περάσω πλησίον εις ένα σπήλαιον, από το οποίον είδα να βγαίνουν μεγαλώτατες φλόγες και καπνοί και ήκουσα μίαν φοβεράν βοήν σιδήρων, που εκτυπούσαν με φωνές και παράπονα, κραυγές και ουρλιάσματα φοβερώτατα.
Προαισθάνεται ήδη ο Αμλέτος ότι από τον πνευματικόν κόσμον θα αντηχήση φωνή να αναθέση εις αυτόν κάποιαν φοβεράν υποχρέωσιν, την εκτέλεσιν μεγάλου καθήκοντος, και τούτο εκφράζει με την ερώτησιν· Ειπέ, διατί γίνεται αυτό; προς τι; τι πρέπει να πράξωμεν εμείς;
— Να, εκεί είνε το κτήμα του, υπέδειξεν ο ποιμήν, και έδειξε τον ελαιώνα του Μπάρμπα-Σταύρου. Μάλιστα, έκαμε και λάθος. Νά, έχασε τον δρόμο· από 'κεί έπρεπε να κάμη. Χωρίς άλλο αυτά είνε τα πατήματά τ', γνωρίζω εγώ τα ποδήματα του Κολλήγα. Έλεγεν ο Κομποδήμος και εσχεδίαζεν εις το συγκεχυμένον εκείνο χιονισμένον πεδίον. — Για φωνάξ' τε μια, βρε παιδιά! Και οι έξ τότε έβαλον κραυγήν φοβεράν.
Ήτον εκεί ένας άνθρωπος σεβάσμιος εις το πρόσωπον, και εφαίνονταν ότι αυτός ακόμην ανέπνεεν. Ο θάνατος που κάνει μίαν φοβεράν μορφήν επάνω εις τα πλέον ωραιότερα υποκείμενα της φύσεως, εφαίνετο πως θα εσέβετο το υποκείμενον, που εις τα μάτια μας επαρουσιάζετο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν