Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Αυτά λοιπόν εγώ μεν, φίλε Κλεινία, φρονώ ότι πρέπει να τα μανθάνουν οι νέοι. Διότι δεν είναι ούτε βλαβερά ούτε δύσκολα, επειδή δε εξ άλλου μανθάνονται ως παιγνίδια, θα ωφελήσουν, αλλά δεν θα βλάψουν διόλου την πόλιν. Εάν όμως κανείς φρονή αλλέως, πρέπει να τον ακούσωμεν. Πώς όχι;
— Α! Τότε το σπίτι σας είναι εις Τρανστιβέρην; . . . . Ολίγον χρόνον είμαι εις Ρώμην και συγχέω τας ονομασίας των διαφόρων συνοικιών. Μάλιστα, φίλε μου, ήλθα μέχρι της θύρας σας, και εκεί, εν ονόματι της αρετής, εξώρκισα τον Βινίκιον να μη εισέλθη.
Αλλά, φίλε μου Φαίδρε, φαίνομαι κάπως εις σε ότι, καθώς υποθέτω, έχω καταληφθή από θείον πάθος; Φαίδρος Πραγματικώς, Σωκράτη, κάποια ασυνήθης ευγλωττία σε κατέλαβε.
Όλα αυτά, φίλε μου, δεν ελέχθησαν καλώς εις σε από τον νομοθέτην. Λοιπόν πρόσεχε καλά εις όσα πρόκειται να ειπούμεν κατόπιν. Είπαμεν ότι πρώτον από τα γράμματα δεν έχεις αρκετάς γνώσεις, και ευρήκαμεν έλλειψιν εις τον λόγον, ότι δεν σου ώρισε ακόμη ακριβώς, αν άραγε πρέπει να προχωρήση εις την εντέλειαν αυτού του μαθήματος όστις μέλλει να γίνη πολίτης, ή όλως διόλου ούτε αρχήν να κάμη.
Και νομίζω, φίλε Ξένε, ότι είπαμεν εντελώς την αλήθειαν. Ξένος. Διότι ημείς όσον διά κανέν αντίθετον εις αυτό δεν σκοτιζόμεθα πολύ, αν υπάρχει ή δεν υπάρχει, με λογικήν ή χωρίς λογικήν.
Άλλως όμως ομολογεί ότι ήκουσε αρκετά μαθήματα από αυτά και δεν τα λησμονεί. Σωκράτης. Τότε λοιπόν, φίλε Ξένε, μη θέλεις να μας αρνηθής αυτήν την χάριν που σου εζητήσαμεν διά πρώτην φοράν, και τούτο μόνον εξήγησέ μας.
Εν τούτοις ο Μάχτος εξηκολούθει να ασπάζηται την χείρα της Αϊμάς, και ο Θευδάς προέβη εις δευτέραν απόπειραν: «Φίλε μου, θα έλθη τώρα ο φιλόσοφος, κάμε φρόνιμα», τω είπε. «Ποίος φιλόσοφος;» — «Ο αυθέντης μου». — «Τώρα δεν μου έλεγες να πάμε να τον βρούμε;» — «Αλήθεια», είπεν ο Θευδάς. «Αφού λοιπόν θα έλθη, διατί μου είπες να πάμε;» — «Αν θέλης πηγαίνομε», απήντησεν ο Θευδάς. «Αλλ' αφού θα έλθη», είπε ο Μάχτος. «Δεν ειξεύρω σίγουρα, αν θα έλθη». — «Λοιπόν τότε πήγαινε συ να μάθης, είπεν ο Μάχτος, και έλα να μου πης αν πρέπει να πάμε ή να περιμένουμε». — «Αλλ' εγώ είμαι κουρασμένος, απήντησεν ο Θευδάς· συ μ' εξεγλώσσασες, μ' αφάνισες 'στόν δρόμο». — «Και μήπως αν θα έλθω και εγώ μαζύ, δεν θα ήσαι κουρασμένος;» Ο Θευδάς δεν απήντησεν.
Το βλέμμα του δε προσηλώθη εις σημείον τι του δαπέδου, εξ ου δεν ηδύνατο να το αποσπάση, ως να ήτο διά μαγγανείας κεκολλημένον εκεί. — Πώς σε λέγουν, φίλε μου; τω είπεν ο αρχηγός. — Νικόλα, απήντησεν ο αγρότης. — Έχεις γυναίκα; — Έχω, αφέντη. — Και παιδιά; — Έχω. — Πόσα; — Τρία, με συμπάθειο. — Και τι τέχνην κάμνεις; — Βοσκός, αφέντη.
Ω φίλε, άνοιξε τα μάτια σου και ξαναγνώρισε τον αγαπημένον σου ξένον· εγώ είμαι εκείνος, που εσύ με μεγάλην μεγαλοπρέπειαν και αγάπην με εδέχθης εις το σπήτι σου και με εδώρησες τόσα υπέρπλουτα πράγματα, που υπερβαίνουν τα πλούτη των βασιλέων.
Εμάλλωσαν οι δύο. Ενόμισα καλλίτερον να μη τους απαντήσω από το σπίτι μου. Εδώ οι άνθρωποι προσμένουν να πάρουν την απάντησιν και εις τα δύο μέρη. Αρχαίε φίλε και πιστέ, παρηγορήσου πλέον και δος μας την πολύτιμον την συμβουλήν σου τώρα, διότι μας χρειάζεται. ΓΛΟΣΤ. 'Σ τους ορισμούς σας είμαι. Εδώ καλώς ωρίσατε, αυθένται σεβαστοί μου. Έμπροσθεν του μεγάρου του Γλόστερ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν