United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


« Του Δράκου Γρίβα βλέπω 'μπρός » Τ' ωχρόλευκο κεφάλι· » Με καταριέται το ψυχρό » Ακόμα με τα χείλη. » Το Βελή Γκέγκα έστειλα » Μεςτον Άι-Βασίλι · » Κ' έσφαξε τόσους χριστιανούς » Με τη σκληρή του πάλη.» « Τα δένδρα 'πό την Ήπειρο » Ακόμα μ' ενθυμούνται » Τάπειανα, και ξηραίνονταν «'Σ τα χέρια μου τα φύλλα, » Γιατ' ήταν από αίματα » Βαμμένα. Μια μαυρίλα » Ήμουν του κόσμου.

ΚΟΒΙΕΛ Το ίδιο παράπονο έχω κ' εγώ. ΚΛΕΟΝΤ Πες μου, Κοβιέλ· μπορεί να γίνη στον κόσμο άλλη πειο άπιστη και πειο αχάριστη από τη Λουκίλη; ΚΟΒΙΕΛ Και μπορεί να γίνη, κύριε, άλλη πειο εξωλεστάτη από τη Νικολέτα; ΚΛΕΟΝΤ Ύστερα από τόσες θυσίες, από τόσους αναστεναγμούς, από τόσους πόθους που είχα γι' αυτήν!

Καλώς νανταμωθούμε... Δεν ειν' αλήθεια, αδέρφια μου; Εψέςτην προσευχή μας Το τάξαμετον Πλάστη μας... 'Σ τη θέση του καθένας... Νερό να μη διψάσετε... Κανείς σας δε θα ρίξη Πριν δώσω εγώ την προσταγή, θέλω μια τέτοια μέρα Να μετρηθούν τα βόλια μου με τόσους σκοτωμένους.

Όλες είταν χαρούμενες. Είχαν δεχτή καλά γράμματα, και λίρες, και χαρίσματα, και φιλιά και παρηγοριές κ' ελπίδες, άλλες απ' τα παιδιά τους, άλλες απ' τ' αδέρφια τους, άλλες απ' τους άντρες τους, ύστερα από τόσους μήνες χωρίς μαντάτα και γράμματα.

Κι ενώ κοίταζε μ' αγάπη τη σταφίδα του που σούρωνε στ' αλώνι κι έπαιρνε στον ήλιο ένα γλυκό μπλε χρώμα, έκανε τόσους καλούς λογισμούς, χαμογελώντας. Με τη σταφίδα αυτή θα πλήρονε τον τόκο στης χώρας τον τοκογλύφο, θ' αγόραζε στο στάρι του για το ψωμί του τον χειμώνα, θάντυνε, θα πόδαινε τα παιδιά του, και κάτι τι ακόμα π' όσο το στοχάζουνταν τόσο και χαμογελούσε γλυκύτερα.

Εν κεφαλαίω δε ειπείν, το άσυλον τούτο του ειδωλολάτρου διά των λειψάνων τούτων της αγλαομόρφου αρχαιότητος, άτινα περιέθαλπεν, απέπνεεν ως τελευταίαν τινά πνοήν των απαραμίλλων εκείνων τύπων της τέχνης και του κάλλους, των τελειοτάτων εκείνων μύθων, των διδακτικωτέρων της ιστορίας, των αληθεστέρων της πραγματικότητος, των ανεφίκτων εκείνων αριστοτεχνημάτων, ων η αίγλη αντιλάμπει διά των γενεών μέχρι της σήμερον, ων η πρόσκαιρος συγκάλυψις έκαμε τόσους αιώνας να μελανειμονώσιν, ων η κατάργησις διέχυσε πένθος και σκοτίαν επί του προσώπου της γης...

Κ' οι Αθηναίοι απάνω στον ενθουσιασμό τους τίμησαν το Δέξιππο όπως τόσους αιώνες τιμούσανε ξένους δίχως σωστή αιτία, μ' αδριάντες και μ' επιγράμματα. Πόση καταστροφή έφερε η μεγάλη αυτή πλημμύρα, πόσοι ναοί κάηκαν, πόσοι σκλάβοι κουβαλήθηκαν, πόσες πολιτείες και χωριά ρημαχτήκανε, δε σώζουνται χρονικά να μας πούνε.

Ηρώτησεν έπειτα αν ο Κορωναίος ήτο εντός της μονής, και μαθών ότι ούτος είχε μείνει έξω της πολιορκίας, είπε: — Κρίμα! άδικα 'χάσαμε τόσους ανθρώπους. Μετά τούτο διέταξε να χωρισθώσιν οι ολίγιστοι άνδρες από τα γυναικόπαιδα, και ερωτών ένα έκαστον εκ των ανδρών αν ήσαν εθελονταί ή Κρήτες, εχώριζε και τούτους. — Είσαι ξένος εσύ; είπε προς τον Δημακόπουλον.

Οι αρχαίοι ζούσαν σε πολιτείες, που η κάθε μια με τα τριγυρινά χωριά της ήταν και κράτος ιδιαίτερο με πολιτική αυθυπαρξία, η Αθήναι, η Σπάρτη, η Θήβα, τα Μέγαρα, η Κόρινθο, η Κέρκυρα, η Αίγινα, η Συρακούσα, κτλ. Ύστερα παρουσιάστηκε ένας βασιλιάς Αλέξαντρος, Έλληνας εξαιρετικός και μοναδικός, και υπόταξε τις πολιτείες αυτές, μαζί με τόσους άλλους λαούς.

Ούτω και η φιλόπονος Γερακούλα, παραλαβούσα τας τρεις θυγατέρας της και τον καπετάν-Θοδωρή με το τρομπόνιον πλήρες, την άλλην θυγατέρα άφησε προς φύλαξιν της οικίας, μετέβη εις Γλώσσαν κ' εκόμισεν, ως είδομεν, τόσους σάκκους δροσερών φύλλων.