United States or Côte d'Ivoire ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή όμως πλεονάζει το αστείον, και οι περισσότεροι ευχαριστούνται με τα αστεία και με τα περιπαίγματα περισσότερον από όσον πρέπει, διά τούτοι οι βωμολόχοι ονομάζονται ευτράπελοι, διότι είναι ευχάριστοι. Ότι όμως έχουν διαφοράν και όχι μικράν, έγινε φανερόν από όσα είπαμεν. Συγγενής δε ιδιότης με την μέσην διάθεσιν είναι και η επιδεξιότης.

Σ' όλην όμως την ταραχήν, οπού βρίσκονταν, ήλεγε μέσα του πάλε, ιδές τι ευτυχισμένην ζωή χαίρονται τούτοι οι χωριάταις, απολαβαίνονν τ' αγαθά, οπού ο θεός εχάρισε του ανθρώπου, χωρίς να τους μέλη να ταξιδεύουν για να μάθουν πώς να κρίνουν την γλώσσαν, οπού ηξεύρουν. Σαν αποδείπνισαν, και εσηκώθηκε το τραπέζι, ο Γέροντας άναψε τη βέργα του τη συνηθισμένη, διορίζοντας να φέρουν και του ξένου.

Και τούτοι τον ετραβούσαν προς το μέρος τους, επειδή ήτανε γέροι γεροί κ' είχανε χέρια δυνατά από το σκάψιμο· και ζητούσανε ν' απολογηθή πρώτα για τα όσα εγίνηκαν. Και με το να θέλουν κ' οι Μεθυμνιώτες τα ίδια, διορίζουν κριτή το Φιλητά το γελαδάρη, επειδή ήταν ο πιο γέρος από όσους βρίσκονταν εκεί κ' είχεν όνομα ανάμεσα στους χωριάτες για τη μεγάλη του δικαιοσύνη.

Κ' ενώ τούτοι έκαναν αυτά, ήλθεν από την πολιτεία δεύτερος μαντατοφόρος κ' επρόσταξε να τρυγάνε τ' αμπέλια το γληγορότερο· κι αυτός είπε, θα μείνη εκεί όσο που να κάμουνε τα σταφύλια μούστο, κ' ύστερα γυρίζοντας στην πολιτεία θα φέρη τον αφέντη, όταν πια θα είναι ο χυνοπωριάτικος τρύγος.

ΑΣΤ. Ω μουρέ γέλοια! ΓΡΑΜ. Μπαστιά. Ο Λιάπης έφυγε κι' » έστειλα τζη μπιστεμένοι μου στρατιώταις και » τόνε πγιάσανε και τζη έχω ούλους αρέστο· σε » ούλαις τζη εζάμηνες π' όκαμα κον τούτο μια πο- » σίμπιλε, δεν μπόρεσα να ξανοίξω αν ήτανε κάζο » πενσάτο, γιατί ούλοι αυτοί μιλούσανε λογιών το » λογαδιώ γλώσσαις, και δεν τζη εκαταλάβαινα. » Εκειό που φαίνεται πρέπει ν' άτανε κάζο ατζι- » δέττε, γιατί πρώτη βολά ήτανε γρωνισμένος ο » Λιάπης με τον Κρητικό, ούλα μου τα άττα είναι » τα παρό, και τα ραπορτάρο ς' την Σεβαστή » Διοίκησι, ως καθού είμαι οπλιγάτος , κι' ό,τι ξα » νοίξω κατόπι το ραπορτάρω ως μου μεριτάρει ως » το οφφίτζιό μου, ακαρτερώ ριπόστα στην πα- » ρό μου, για να ρεγουλαριστώ τι να τζη κάμω » τούτοι τζη διαόλλοι οπ' όχ' αρέστο· να τζη φουρ- » κίσω; γη να τζη αμολλάρω. »

Αρματώνονταν από τη μια κι από την άλλη μεριά. Έπιαναν έτσι σαν οχτροί τα βοσκοτόπια απάνου. Λημέριαζαν, ξενύχτιζαν εκεί όλο το καλοκαίρι. Εκείνοι εχυμούσαν με χουγιακτά και με ποδοβολή κ' έβγαζαν τα κοπάδια από τα βοσκοτόπια. Τούτοι πάλι πετιώνταν από τα ριζιμιά που παραφύλαγαν το ζωντανό βιο τους κ' έπαιρναν ομπροστά σαν τραγιά τους κυνηγητάδες.