Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
ΔΟΡΑΝΤ Αρκετά, κύριε Ζουρνταίν, αρκετά. ΔΟΡΑΝΤ Κυρία, σας συνιστώ τον καλύτερο φίλο μου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Είνε μεγάλη τιμή για μένα αυτό που είπατε. ΔΟΡΑΝΤ Τέλειος γαλαντόμος. ΔΟΡΙΜΕΝΗ Πολύ τον εκτιμώ κι' εγώ. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μα δεν έκανα τίποτ' ακόμα, κυρία μου, για ν' αξίζω αυτή την τιμή. Προσέξατε προ πάντων να μην της πήτε λέξι για το διαμάντι που της δώσατε.
Και παντού ο πρωταφέντης τ' Άργους γυρνούσε μέσα στο σωρό και φώναζε ολοένα «Άλα! παιδιά, και βάρτε τους! Μ' ατρόμητα τα στήθια φιλοτιμάστε τους οχτρούς πιος πρώτος να σκορπήσει. 530 Όπου ντροπής, και πιότεροι γλυτώνουν παρά πέφτουν· φέβγεις, και ξεπετά η τιμή με δίχως να γλυτώσεις.»
Ήτο δηλαδή ένα μεγάλο σκυλί, που ωνομάζετο Αγιόλας, και ήτο του πατρός του Ρούντυ, και ένας γάτος· μάλιστα αυτός ο γάτος ήτο εν τιμή εις την ψυχήν του Ρούντυ, γιατί τον είχε μάθει την α ν α ρ ρ ί χ η σ ι ν.
ΓΟΝΖ. Στην τιμή μου, Κύριε, άκουσα ένα μουρμούρισμα, ένα πολύ παράξενο μουρμούρισμα, που μ' εξύπνησε· σ' ετάραξα, Κύριε, κ' εφώναξα· ανοίγω τα μάτια, και βλέπω τα σπαθιά τους γυμνά· — ακούστηκ' ένας αχός, αυτό είν' αλήθεια, είναι καλύτερα, νάχουμε τον νου μας, ή να φύγουμ' από δω· ας ξεσπαθώσουμε. ΑΛΟΝΖ. Ας έβγουμ' από τούτον τον τόπο, και ας κάμουμε και άλλες έρευνες για τον υιό μου.
Και μήτ' αυτό δεν τόκαμε φρόνιμα, παρά τις χιλιάδες μόδια σιτάρι που κατέβασε και τα πρόσφερνε σε μέτρια τιμή, ταφήκε και πουληθήκανε σε κεφαλαιούχους που το μεταπουλούσανε στους φτωχούς με τιμές φοβερές. Αυτά κι άλλα τέτοια τους σκύλιασαν τους κατοίκους της Αντιόχειας. Άλλο δεν άκουγες στους δρόμους παρά βρισίδι και περιπαιχτικά τραγούδια. Ως και τα γένεια του τα κορόιδευαν.
Ο κόσμος όλος, από τον Παπά και κάτω, με ψεύτικα σκαρώματα πολεμούσε να τον καταπείση πως έλαμπε ακόμα ολόστεκη η τιμή του, που αυτός την ήξερε βουτημένη στην κοπριά. Κάθισε στο τραπέζι, έκαμε πως έφαγε, έκαμε πως ήπιε, να περάσ' η βραδιά.
Ο κόπος φέρει Με πλούσιο χέρι 645 Ό,τι συμφέρει Να ευτυχάη· Δεν είναι ο τόπος, Δεν είναι ο τρόπος, Μον είν' ο κόπος, Ο θησαυρός. Φτωχός μετριέται, Ταλαιπωριέται, Καταφρονιέται, Ο οκνηρός· 650 Τ ι μ ή, Φ ω τ ι ά, και Ν ε ρ ό. Συμφώνησαν παλιόν καιρό Τιμή Φωτιά, και το Νερό Μαζί να συντροφέψουν, Και τύχη να γυρέψουν·
Έννοια σου, κ' η τιμή τιμή δεν έχει... Είνε τιμημένες, λέει, τιμημένες, κυρά μου... Κ' έχει τιμολόγιο, μαθές, η τιμή; Μία γροσάρα, ένα μπεσλίκι, ένα εξάρι, ένα εικοσάρι, μια λίρα, ως πόσα έχει; Ένα λιμοκοντόρο, ένα διπλό, ένα τάλλαρο, ένα εικοσιπεντάρικο, ένα κατοστάρικο, παραπάνω, πόσα έχει;... Να σου πω εγώ πόσα έχει... Εκατό χιλιάδες χάρτινες δραχμές η αρχόντισσα της Αθήνας, εκατό χιλιάδες λίρες η αρχόντισσα της Πόλης η πιο μεγάλη χανούμισσα, ένα εκατομμύριο λίρες η εφτακρατόρισσα, δέκα εκατομμύρια η Σουλτάνα...
Και άλλα όμως πεντέξη εψάρευαν ολόγυρα κ' εκουβέντιαζαν από μηχανή σε μηχανή, εμετρούσαν οι καπετάνοι τις ζημίες τους, έκριναν τον καιρό, ελογάριαζαν τους μήνες, έλεγαν για την εσοδεία της χρονιάς, για την ποιότητα του σφουγγαριού και για την τιμή που θα πωληθή στην αγορά της Αγγλίας και της Αμερικής. — Τι τα θες; μ' έφαγαν τα πλάτικα εφέτος· είπεν απαρηγόρητα στενάζοντας ο Πίπιζας.
Φαίνεται δε ότι αυτό είναι το ίδιον και εις τα πολιτεύματα. Δηλαδή δεν τιμάται όστις δεν δίδει τίποτε διά το κοινόν αγαθόν. Διότι το κοινόν δίδεται εις τον ευεργετούντα το κοινόν, κοινόν δε είναι η τιμή, επομένως δεν είναι δυνατόν, συγχρόνως να πλουτίζη κανείς από τα κοινά και να τιμάται. Διότι εις όλα κανείς δεν υποφέρει το ολιγώτερον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν