United States or Saint Barthélemy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την φιλική τούτη γραφή ανοίγοντάς σας σήμερα ελεύθερα εβουλήθηκα να σας γυρίσω μ' αυτήν δυο χρόνια πίσω, να σας γυρίσω με τον νου στα Χριστούγεννα της μαυρισμένης χρονιάς με το κλείσιμο των εκκλησιών.

Ρεύω επί φύλλων, ανθέων ή τρυφερών καρπών όταν έκ τινος ατμοσφαιρικής επιρροής αιφνιδίως καταπίπτωσι. Λέγεται δε μεταφορικώς και περί ανθρώπων από χρονίας και μακράς νόσου τηκομένων. Χτύπα, κέντα. σ. 255 Παραλαμβάνονται εις τον λόγον εις δήλωσιν επιμόνου και επιτεινομένης ενεργείας. Τοιαύτα και τα, » Δώσε, δώσε. » » Χτύπα, βάρει » και τα παραπλήσια.

Και στραφείσα προς τον μισθωτήν του παιδός, όστις προσέβλεπεν απαθής τα γινόμενα, — Το παιδί το παίρνω, είπε. Σου χαρίζομε και το νοίκι της χρονιάς, και ξοφλούμε. Διενοήθη εκείνος προς στιγμήν να αντιστή. Είχεν υπέρ εαυτού το γράμμα του συμβολαίου. Η δουλεία του Γεώργη έληγε μετά δυο έτη. Αλλά τι τον ήθελε πλέονεσκέφθητον ορφανόν; Η λύπη και τα κλαύματα δεν θα του άφιναν όρεξιν να εργάζεται.

Ο Αγαθούλης έμεινε στο Μπορντώ τόσο μονάχα καιρό, όσος του χρειαζότανε να πουλήση μερικά βότσαλα του Ελδοράδο και να πετύχη ένα καλό αμάξι με δυο θέσεις, γιατί δε μπορούσε πια να στερηθή τον φιλόσοφό του Μαρτίνο· μονάχα λυπήθηκε πολύ, που χωρίστηκε το πρόβατό του, αφήνοντάς το στην Ακαδημία των επιστημών του Μπορντώ, η οποία έθεσε ως θέμα για το βραβείο κείνης της χρονιάς «γιατί το μαλλί αυτού του προβάτου ήτανε κόκκινο»· και το βραβείο δόθηκε σ' ένα σοφό από τη βόρεια Γαλλία, ο οποίος απόδειξε με το Α συν Β πλην Γ δια Ζ, πως το πρόβατο ώφειλε νάναι κόκκινο και πως θα πεθάνη από βλογιά.

Την πρωίαν της αυτής ημέρας, προτού να εμφανισθή ο Πρωτόγυφτος επανερχόμενος με την ράβδον του και με το βραδύ βήμα εκ της χρονίας εκδρομής, η Γύφτισσα, πρώτη εξεγερθείσα εκ του ύπνου και εξελθούσα τα χαράγματα εκ της καλύβης, προσέκοψεν επί πράγματος τινος, αποφράττοντος την διάβασιν εκτός της Πύρας, παρά τον ουδόν.

Και άλλα όμως πεντέξη εψάρευαν ολόγυρα κ' εκουβέντιαζαν από μηχανή σε μηχανή, εμετρούσαν οι καπετάνοι τις ζημίες τους, έκριναν τον καιρό, ελογάριαζαν τους μήνες, έλεγαν για την εσοδεία της χρονιάς, για την ποιότητα του σφουγγαριού και για την τιμή που θα πωληθή στην αγορά της Αγγλίας και της Αμερικής. — Τι τα θες; μ' έφαγαν τα πλάτικα εφέτος· είπεν απαρηγόρητα στενάζοντας ο Πίπιζας.

Ολίγον καιρόν ύστερον από τον δεύτερον γάμον του, η γολέττα του Καβούλη, είχεν αρχίσει να φορτώνη κρασιά της χρονιάς.

Εγνώσθη μόνον ότι εβυθίσθη κ' επνίγη με την ιδίαν γολέτταν του, με την οποίαν εταξείδευε κατ' έτος τα ίδια κρασιά του και όσα άλλα ηγόραζεν από γείτονας. Είχε φορτώσει τα κρασιά της άλλης χρονιάς, κατόπιν εκείνων τα οποία επέπρωτο να γίνωσι πλημμύρα σπονδών εις την αυλήν της οικίας και εις τον δρόμον, μετά τον πνιγμόν της πρώτης γυναικός του. Ω! τα μοιραία εκείνα κρασιά των ατυχών αμπέλων!