Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
ΑΠΟΛΛΩΝ Αλλά κι' αν πέθαινε γρηά πάλι θα τηνε θάψουν μ' ακόμη περισσότεραις τιμαίς.... ΘΑΝΑΤΟΣ Ας είναι• βλέπω πως τώρα με τους δυνατούς πηγαίνεις και συ, Φοίβε. ΑΠΟΛΛΩΝ Τι είπες; Δεν το ήξερα πώς τον σοφό μας κάνεις. ΘΑΝΑΤΟΣ Όσοι πεθαίνουν γέροντες κάτι, θαρρώ, κερδίζουν. ΑΠΟΛΛΩΝ Ώστε το απεφάσισες; Τη χάρι δεν μου κάνεις; ΘΑΝΑΤΟΣ Όχι• Τον χαρακτήρα μου καλά τονε γνωρίζεις.
Θάθελα νάταν εδώ. Ασφαλώς, αν όλα είναι καλά, αυτό συμβαίνει μόνο στο Ελδοράδο και σε κανένα μέρος του άλλου κόσμου. Τέλος προτίμησε ένα δυστυχισμένο σοφό, πούχε δουλέψει δέκα χρόνια για τους βιβλιοπώλας του Άμστερνταμ. Σκέφτηκε, πως δεν υπάρχει άλλο επάγγελμα στον κόσμο, που ν' απαγοητεύη περισσότερο.
Και σαν έζησε έτσι η Ευδοκία ώσπου έγινε δεκαπέντε η κόρη της, την πάντρεψε με το δυτικό Αυτοκράτορα, τον τρίτο Βαλεντιανό, και ξεκίνησε κατά τον Άγιον Τάφο να προσκυνήση. Το είχε ταμένο αυτό. Στο δρόμο της απάνω στάθηκε στην Αντιόχεια, και κει στο Βουλευτήριο μέσα λεν πως έβγαλε σοφό ελληνικό λόγο καθισμένη σ' ολόχρυσο και πετραδοστόλιστο θρόνο.
Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ Συ εμέ; ποιος είσαι τάχα; Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Λόγος. Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ Τι σοφό θα κάνης; Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Νέας θαύρω σκέψεις. Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Τους σοφούς, κι' όχι κουτούς. Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ Θα σε καταστρέψω. Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Πες μας, πώς; Ο ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ Τα δίκηα θα μιλήσω. Ο ΑΔΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Μα κ' εγώ μ' αντιλογίες θα ταναποδογυρίσω. Σου το λέω: δεν υπάρχει πουθενά δικαιοσύνη.
Στάθηκε τότες ο Αριστίωνας στο μαρμαροπελέκητο Βήμα. Έτριψε το σοφό μέτωπό του, έρριξε σοβαρή ματιά γύρω, άλλη σοβαρώτερη ματιά προς ταπάνω, και τους λέει· «Έχω κ' έχω να σας πω, Αθηναίοι, και δεν κοτώ». — «Θάρρος και πες τα μας!» ξεφωνίζουν οι πατριώτες. Τους άρχισε τότες. Μήτε ο Όμηρος δεν ύμνησε τον Αχιλλέα όσο τις δόξες του Μιθριδάτη ο Αριστίωνας.
Γιατί λένε πως είναι σοφό; Επειδή παίρνει τη μορφή του δοχείου όπου το χύνουμε.» «Και το κρασί, μου φαίνεται!» «Και το κρασί, ναι! Μόνο που το κρασί καμιά φορά αφρίζει και χύνεται, το νερό όχι.» «Και το νερό, όταν το βάζουμε στη φωτιά να βράσει», είπε η Νατόλια. Τότε η Γκριζέντα έτρεξε εκεί μέσα, άρπαξε από το χέρι την υπηρέτρια και την έσυρε έξω. «Άσε με!
Τα σταφύλια, τ' αγγουράκια, Σύκα, μήλα πεπονάκια Που δροσίζουν το λαιμό, Δίχως άνοσταις πικράδαις, Γιατρικίσιαις φαρμακάδαις, Περετούν στο διορισμό. Όλα αυτά με πλούσιο χέρι Τα μοιράζει καλοκαίρι, Σαν πολύ δροσιστικά, Το χειμώνα έχει πάλι Στο σοφό του το κεφάλι Ολα τα πυροτικά. Όθεν όλους τους γιατρεύει. Πάσα νόσο θεραπεύει, Με μια χάρι χωριστή.
Ο Αγαθούλης έμεινε στο Μπορντώ τόσο μονάχα καιρό, όσος του χρειαζότανε να πουλήση μερικά βότσαλα του Ελδοράδο και να πετύχη ένα καλό αμάξι με δυο θέσεις, γιατί δε μπορούσε πια να στερηθή τον φιλόσοφό του Μαρτίνο· μονάχα λυπήθηκε πολύ, που χωρίστηκε το πρόβατό του, αφήνοντάς το στην Ακαδημία των επιστημών του Μπορντώ, η οποία έθεσε ως θέμα για το βραβείο κείνης της χρονιάς «γιατί το μαλλί αυτού του προβάτου ήτανε κόκκινο»· και το βραβείο δόθηκε σ' ένα σοφό από τη βόρεια Γαλλία, ο οποίος απόδειξε με το Α συν Β πλην Γ δια Ζ, πως το πρόβατο ώφειλε νάναι κόκκινο και πως θα πεθάνη από βλογιά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν