Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Όλος ο στρατός, έμπλεος δακρύων και αμηχανίας, εμακρύνετο δυσκόλως, μολονότι απεμακρύνετο από γην πολεμίαν, όπου είχεν υποστή τα πάνδεινα, και διέβλεπεν εις την σκοτίαν του μέλλοντος πολύ δεινότερα παθήματα.

Την οξείαν του θύμου οσμήν είχε διαδεχθή χλιαρά και μυρίπνους ατμοσφαίρα δωματίου, την προ μικρού πετρώδη κοίτην της είχεν αντικαταστήσει μαλακή πτιλώδης κλίνη, το δε αστερόφωτον λυκόφως του ουρανού και αι μελαναί του δάσους σκιαί είχον μεταβληθη εις εντελή και μονότονον σκοτίαν, ήτις την ετρόμαζεν, ως μας τρομάζει το άγνωστον και ακατάληπτον.

Εν ώ τα φαναράκια των σπευδόντων εις τον λιμένα αναιβοκατέβαινον. Ούτως αι κραυγαί των νησιωτών των εν τω λιμένι, οι ολολυγμοί των γυναικών, αίτινες έκλαιον επάνω εις τον βράχον, οι θρήνοι των παιδίων, όλα απετέλουν συμφυρμόν επώδυνον μέσα εις την βαθείαν του μεσονυκτίου σκοτίαν, τον οποίον καθίστα πικρότερον ό ήχος της καμπανίτσας της Παναγίας της Λημνιάς, σημαινούσης ακόμη την παράκλησιν.

Πώς να σας διηγηθώ τότε την σκοτίαν, εις την οποίαν έζησα ένα ολόκληρον χρόνον; Ήμουν ζωντανός εις τον Άδην. — Αλήθεια, γυιε μ'! διέκοψεν η γραία. Εν τούτοις δεν έπαυσε ποτέ να ελπίζη εις την θαυματουργόν χάριν της χρυσής του καδένας, εξηκολούθησεν ο Λαλεμήτρος. Αλλά το παράπτωμά του δεν είχεν ακόμη συγχωρηθή.

Χειρ άγνωστος ήπλωσε περί ημάς καταγάλανον αερώδη πέπλον, όστις ελαφρά- ελαφρά μας επεκάλυψε μετ' ολίγον ως νυξ. Κ' εχάσαμεν πλέον τους χρυσούς λοφίσκους του Άη-Στράτη με τα κλιμακωτά αγρίδια του και της εύμορφαις ακρογιαλιαίς του. Το παν εβυθίσθη μετ' ολίγον εις σκοτίαν. Σκοτίαν που την αισθάνεσαι γύρω σου συνθλίβουσάν σε ως οι όχλοι τον Κύριον.

Και μόνον ενός οικίσκου την σκοτίαν δεν εφώτισε του Πάσχα η λαμπάς. Ούτε ηκούσθη εν αυτώ το ηδύμολπον Χριστός Ανέστη, αν και διαβάται τινές διερχόμενοι και βλέποντες την μαύρην εκεί σκοτίαν εσταματούσαν ακροώμενοι ήχον τινα αμυδρόν ως άσματός τινος αμόρφου, ως ήχου τινός εκκλησιαστικού δυσδιακρίτου, και παρήρχοντο διερωτώντες αλλήλους: — Πώς νάνε τάχα ο μπάρμπα-Κώστας!

Φώτο-σβέστη! Φώτο-σβέστη! Ακολούθως ιδών ότι δύο γραίαι είχον εισχωρήσει δολίως εις τον ναόν αρπάσασαι δύο στασίδια κάτω-κάτω εις την σκοτίαν, έλαβεν αυτάς από τας χείρας, με καλόν τρόπον, και εξήγαγεν εκ του νάρθηκος, οδηγών εις την γυναικωνίτιδα: — Απάνω γλήγορα μη σας τσαλαπατήσουν!

Σκοτίαν ζωντανήν, υγράν σκοτίαν, του πελάγους σκοτίαν. Λεπτή αρωματώδης δρόσος επιπλέει πανταχού της θαλάσσης, ης ο γλυκύς ψίθυρος συγχέεται προς τον μαλακόν θρουν της πλεούσης σκούνας.

Μόνον οι διερχόμενοι ενίοτε από την οικίαν της γραίας Αχτίτσας, αποθανούσης μετά τινας μήνας εκ της λύπης της, διότι δεν ηδύνατο να βλέπη ανύπανδρον την μοναχοκόρην της, ήκουον πένθιμον φωνήν μαυροφορούσης κόρης, ήτις ετραγώδει ως να εμοιρολόγει κάτω εις την σκοτίαν και τας αράχνας του κατωγείου. Νύσταξ' η Πανίτσα και πάει να κοιμηθεί κ' η μάννα τσ' δεν το ξέρει πως δε θα σηκωθή . . .

Εσκέφθη να γυρίση οπίσω, αλλ' ήτο νύκτα πλέον και θα υπέφερε πολύν κόπον εις την νυκτερινήν οδοιπορίαν, με τους ανωμάλους και βοθρώδεις δρόμους και με την σκοτίαν της ασελήνου νυκτός. Εξανάκαμε τον σταυρόν του. Συνέσφιξε όσον ηδύνατο την καρδίαν του, καθώς σφίγγομεν την μέσην μας όταν μας πονή, και προσήγγισε. Του ήλθε λογισμός να παρέλθη χωρίς να έμβη να προσκυνήση. Αλλά μετέγνω κατόπιν.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν