Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Ιουνίου 2025
Τότε ο νέος απεκρίθη· «Έχεις δίκαιον, ω πάτερ, αφού είδες τοιούτο όνειρον, να με φυλάττης· εκείνο όμως το οποίον δεν ενόησες, εκείνο το οποίον έμεινε σκοτεινόν διά σε, οφείλω να σοι το εξηγήσω. Είπες ότι το όνειρον σοι εφανέρωσεν ότι μέλλω να αποθάνω υπό σιδηράς αιχμής.
Δεν εφαίνοντο να είχαν συλλογισθή πώς θα μεταφέρουν τόσα αγγεία πήλινα και τόσας ράβδους σιδηράς, και πώς θα τας εξασφαλίσουν. Πλην ο Λουκάς ο Μπούνος εφαίνετο να είχε τους σκοπούς του δι' αυτό.
Και ησθάνθην σιδηράς τας κνήμας μου, και την ψυχήν μου χαλυβδίνην. Άνθρωποι εκράτουν εις τας χείρας των κλάδον δένδρου αγνώστου, ο είς δε έλεγεν εις τον άλλον: — Φύτευσε συ. — Όχι συ φύτευσε. Και ουδείς ετόλμα να φυτεύση. Λέγουν τότε όλοι προς εμέ, προσφέροντες έκαστος τον κλάδον του. — Καλώς ώρισες, ξένε. Ιδού κλάδος, φύτευσε συ. Ερωτώ το Φάσμα: — Τι σημαίνει η προσφορά των; Να φυτεύσω λοιπόν;
Η καταδίωξις εκ μέρους της Ιεράς Εξετάσεως έβαινεν επιταχυνομένη, πεισμωθείσα διά την διπλήν αποτυχίαν. Το έβλεπα ότι δεν ηδυνάμην να παίξω με τον Βασιλέα της Φρίκης. Η φυλακή μου ήτο τετράγωνος. Αίφνης είδα ότι δύο από τας σιδηράς γωνίας έγειναν οξείαι, ενώ αι δύο άλλαι αμβλείαι. Η τρομερά μεταμόρφωσις ηύξανε ταχέως με ένα υπόκωφον ψίθυρον, με ένα μόλις ακουόμενον τριγμόν.
Καθώς τα μυρμήκια, το θέρος, δεν παύουν ένα-ένα αποτελούντα ατελείωτον λιτανείαν εις την άκραν του δρόμου να σύρουν από ένα κόκκον, ή ψόφιαν μυίαν, ή ό,τι δήποτε, βαδίζοντα ακούραστα προς την αποθήκην των, την μικράν οπήν της γης, ούτω και η πολυκέφαλος συντροφιά του Λούκα, ο Θανάσης ο Παπουδής, κι' ο Παναγής της Χρόναινας, κι' ο Ανάστασης ο Αμπάς κι' ο Αλέξης της Μυλωνούς και οι λοιποί, εσχημάτισαν μακράν πομπήν, μετακομίζοντες επ' ώμων τας ράβδους τας σιδηράς και τα αγγεία, εις την καλύβην πέραν, την κρυφήν, και εις την σπηλιάν την οποίαν είχεν υποδείξει ο Λούκας.
Μεταξύ άλλων μετερρύθμισα και τον τάφον της οικογενείας μου κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να είναι δυνατή η έξοδός μου από το εσωτερικόν αυτού. Η ασθενεστέρα πίεσις εις ένα μοχλόν που έφθανε μέχρι του τάφου ήρκει να ωθήση οπίσω τας σιδηράς θύρας.
Εθλιβόμην προς εμαυτόν, διότι και το τελευταίον ίνδαλμα της παρά τον Βόσπορον ευδαιμονίας εξηφανίζετο δια παντός, όπισθεν της παρακυψάσης σιδηράς ανιλεούς μορφής της πραγματικότητος. — Θα ήτο χιλιάκις προτιμότερον, έλεγον κατ' εμαυτόν, να μη είχον επανίδει ποτέ την Μάσιγγαν.
Το πηδάλιον βιαίως συγκρατούμενον εν τη θέσει του, επάλαιε κατά της σιδηράς ορμής της θαλάσσης κ' εκρότει, κάπου συγκρουόμενον, ως του χαλκέως η σφύρα επί του άκμονος, να απελευθερωθή, θαρρείς, από των ορειχαλκίνων βελονίων του. Ο πλοίαρχος, κατελθών προς στιγμήν, ήναψε σιγάρον, σκυθρωπός, αμίλητος. Και πάλιν ανήλθεν επί του καταστρώματος σκυθρωπός, αμίλητος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν