Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Καμιά φορά, ξαφνικά ο Ψυχομάνης αγριέβει· ρίχνει το χέρι μορμή, του κόβει το σελάχι από τη μέση του άμοιρου Καναβιού. Απόμεινε αφτός στην άκρη αποσβολωμένος απ τη ντροπή του. — Να, του λέει, κ' εγώ σα δεν έχης! Αποτραβήχθη με το σελάχι στα χέρι αλλαξοπρόσωπος.
Είπε, και αυτόν εβρόντησε ψηλάθε μέγα κύμα με ορμή φρικτή, κ' εγύρισε κλονώντας την πλωτή του. και απ' την πλωτήν έπεσε αυτός μακράν, και το πηδάλι 315 απέλυσε απ' τα χέρια του• 'ς την μέση το κατάρτι φρικτή του σύντριψε πολλών σμιχτών ανέμων ζάλη, κ' η αντένα ομού και το πανί 'ς το πέλαο πέσαν πέρα. πολληώρα τον εσκέπασεν η θάλασα, ουδ' εμπόρει να έβγη ευθύς, απ' την ορμή, 'που 'χε το μέγα κύμα, 320 βαρύς από τα ενδύματα, 'που του 'χε δώσ' η νύμφη. αργά εσηκώθη, κ' έφτυσε πικρήν από το στόμα την άρμη, 'πώρρεε ρονιαίς από την κεφαλή του. και την πλωτή δεν ξέχασε, μ' όλα τα πάθη οπού 'χε, αλλ' ώρμησε εις τα κύματα κ' επιάσθηκε απ' εκείνη, 325 κ' εκάθισε εις την μέση της, τον θάνατον να φύγη• κ' εδώ την έφερνε κ' εκεί το ρεύμα των κυμάτων• και ως το φθινόπωρ' ο Βορηάς τ' αγκάθια 'ς την πεδιάδα σέρνει, και αυτ' όλα δένονται πυκνά, και αυτήν ομοίως κείθε κ' εδώθ' οι άνεμοι 'ς τα πέλαγος εφέρναν. 330 και πότε ο Νότος του Βορηά την ρίχνει να την πάρη, και πότε ο Εύρος δίδει την κυνήγι του Ζεφύρου.
Επιτέλους ο δασοφύλακας λέει σιγά- σιγά. — Μεγαλειότατε, κοντεύουμε. Του κράτηοε τον αναβατήρα κ' έδεσε τα χαλινάρια τ' αλόγου στα κλαδιά μιας καταπράσινης μηλιάς. Πλησίασαν ακόμη, και ξαφνικά, σ' ένα ηλιοφωτισμένο πλάτωμα του δάσους είδαν την ανθοφορτωμένη καλύβα. Ο Βασιλιάς ξεκουμπώνει τον περίχρυσο μαντύα, τον ρίχνει κάτω, κι' εμφανίζεται το ωραίο του σώμα.
Κοντοζυγόνει· ξανοίγει χάμου μία λακκούλα που εδεχόταν του βράχου τη διαμαντένια σταλαγματιά. Του ήρθε σαν δίψα· — γονατίζει, πίνει από το νερό· ξεδιψάει. Του ήρθε σαν κάμμα· παίρνει από το νερό και νίβεται· δροσολογάται. Αστόχαστα βγάνει κ' ένα ψαράκι που ηύρε νεκρό στις πέτρες και το ρίχνει μέσα.
Αφήστε μ', είπα! — Εμπρός, κ' εγώ θ' ακολουθήσω. ΟΡΑΤΙΟΣ 'Σ απελπισία τον ρίχνει τώρα η φαντασία. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ας του πάμε κατόπι, και δεν είναι πρέπον 'ς αυτό να του υπακούμε. ΟΡΑΤΙΟΣ Εμπρός, ας πάμε. — Τούτο πού θα τελειώση; ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Κάτι σαπημένον έχει το κράτος της Δανίας. ΟΡΑΤΙΟΣ Ίσια θα τα φέρη ο Θεός. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Αλλ' εμείς κατόπι του να πάμε.
Ανάπτ' η όψις τ' ουρανού, και αυτός ο όγκος ο στερεός και συμπαγής, κατηφιασμένος τήκεται από τον λογισμόν, ως να προσβλέπη της Κρίσεως την ημέραν, — τέτοια πράξις είναι. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Ωιμέ! τι πράξις είναι τούτη οπού βροντάει, και ρίχνει κεραυνούς το μήνυμά της μόνον;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν