Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Μετ' ολίγον εις το βαλανείον έμεινε μόνη η Ευνίκη. Εις μίαν στιγμήν, με την κεφαλήν σκυμμένην, η Ευνίκη ήκουσε τας απομακρυνομένας φωνάς, έπειτα έλαβε το εξ αμβάρεως ελεφαντόδοντος κάθισμα, εφ' ού εκάθητο προηγουμένως ο Πετρώνιος, και το έφερε προ του αγάλματος του κυρίου της.
— Καλώς ήλθες εις την Ρώμην και είθε να αναπαυθής μετά τον πόλεμον, απεκρίθη ο Πετρώνιος, αποσύρων την χείρα από τας πτυχάς του λεπτοϋφούς σκεπάσματός του. Τι νέα από την Αρμενίαν; Κατά την διαμονήν σου εν Ασία, επήγες διόλου μέχρι Βιθυνίας;
Ο Πετρώνιος, καθήμενος πλησίον της Πομπονίας, ευχαριστείτο εις το θέαμα του δύοντος ηλίου, του κήπου και των ανθρωπίνων μορφών, των χρυσιζομένων από την λάμψιν του μεγάλου φωστήρος. Η γαλήνη της εσπέρας περιέβαλλε τους ανθρώπους, τα δένδρα, όλον τον κήπον. Ο Πετρώνιος εξεπλάγη εκ της γαλήνης ταύτης.
Έπειτα με τας δύο χείρας έλαβε την κεφαλήν του και εβύθισε τους δακτύλους εις την κόμην βρυχόμενος: — Δυστυχία μου! . ., Το πρόσωπόν του έγινε κυανούν, οι οφθαλμοί του ανεστράφησαν, το στόμα του άφρισε: — Τας ράβδους, εφώναξε τέλος με απάνθρωπον φωνήν. — Αυθέντα! Άααχ! Έλεος! ωλόλυζον οι δούλοι. Ο Πετρώνιος ηγέρθη με μορφασμόν βδελυγμίας. — Ελθέ, Χρυσόθεμις, είπεν.
Με κλειστούς οφθαλμούς ανέμενεν όπως η θερμότης του ελαίου ομού με την θερμότητα των χειρών των εισδύση εντός του σώματός του και αποδιώξη την κούρασίν του. Τέλος ήνοιξε τους οφθαλμούς και του ανήγγειλαν ότι ήλθε να τον επισκεφθή ο Μάρκος Βινίκιος. Ο Πετρώνιος διέταξε να εισαγάγουν τον επισκέπτην εις τον θερμόν λουτρώνα, όπου μετ' ολίγον μετεφέρθη και αυτός.
— Εγώ, απήντησεν ο Πετρώνιος λίαν ατάραχος. — Εμπρός, φίλε μου! είσαι ο πιστότερος εις όλας τας δυσχερείας . . . Εμπρός και μη φείδου υποσχέσεων. Ο Πετρώνιος έστρεψε προς την συνοδείαν πρόσωπον αμέριμνον και ειρηνικόν. — Οι παρόντες συγκλητικοί, είπε, θα με ακολουθήσουν . . . . καθώς και ο Πίσων, ο Σενεκίων και ο Νέρβας. — Κατήλθε βραδέως την κλίμακα του υδραγωγείου.
Ιδού λοιπόν τι λέγω τώρα: Πληρώ την ζωήν μου ευτυχίας, καθώς θα επλήρουν εκλεκτού οίνου έν ποτήριον, και πίνω έως ότου η χειρ μου καταστή αδρανής και πελιδνά τα χείλη μου, ας γείνη ό,τι γείνη· ιδού η νέα φιλοσοφία μου. Αφού είπε ταύτα, έκραξε την Ευνίκην. Εκείνη εισήλθε λευκοφορούσα, μειδιώσα, χρυσόκομος. Ο Πετρώνιος ήνοιξε τας αγκάλας του λέγων: — Ελθέ.
Ο Πετρώνιος μου είπεν επανειλημμένως να μη ερεθίσω την φιλαυτίαν της Αυγούστας. Αλλ' αυτός δεν καταλαμβάνει και δεν ηξεύρει ότι εκτός της Λιγείας μου δεν υπάρχει δι' εμέ ούτε ευχαρίστησις ούτε καλλονή ούτε έρως και ότι η Ποππέα δεν μου εμπνέει ειμή αποστροφήν και περιφρόνησιν. Πλην μη φοβήσαι δι' εμέ.
Ενίοτε έπληττε διά της ράβδου τους τολμηροτέρους, ως εάν επρόκειτο να διανοίξη δίοδον διά μέσου ειρηνικού πλήθους· και η ψυχραιμία του έκαμεν εντύπωσιν εις τον όχλον. Τέλος τον ανεγνώρισαν και πλήθος φωνών ανέκραξαν: — Ο Πετρώνιος! Ο Κριτής της φιλοκαλίας! — Ο Πετρώνιος! επανέλαβον πανταχόθεν.
— Θα του προσφέρω μίαν εκατόμβην αύριον, εάν μου έδιδε την Λίγειαν. Δεν θέλω ούτε να φάγω, ούτε να λουσθώ, ούτε να κοιμηθώ, θα γυρίσω ανά την πόλιν. Ίσως την εύρω. Είμαι ασθενής. — Ο πυρετός σε κατατρώγει, είπεν ο Πετρώνιος. — Τω όντι. — Άκουσε . . . Δεν ηξεύρω τι θα σου παρήγγελλεν ένας ιατρός, αλλ' ηξεύρω πώς θα έκαμνα εγώ εις την θέσιν σου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν