Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Ο Πετρώνιος ησθάνετο δι' αυτόν κάποιαν αγάπην, διότι ο Μάρκος ήτο νέος με ωραίαν διάπλασιν και με αθλητικόν σώμα, εγνώριζε δε να διατηρή κατά τας καλλιτέρας αισθητικάς την αβρότητα εκείνην, την οποίαν ο Πετρώνιος εθεώρει ανωτέραν του παντός. — Χαίρε, Πετρώνιε, είπεν ο νεανίας. Είθε οι Θεοί να σου δωρήσουν πάσαν ευτυχίαν και ονομαστί η Ασκληπιάς και η Κύπρις!
Μετά το λουτρόν, αυθέντα, δεν μένει ποτέ εις τας θέρμας . . . Αι άλλαι γυναίκες την εμπαίζουν και την ονομάζουν σκωπτικώς Άρτεμιν. — Αρκεί, είπεν ο Πετρώνιος, ο συγγενής μου Βινίκιος, εις τον οποίον είχα δωρήσει την Ευνίκην σήμερον το πρωί, δεν την εδέχθη· θα μείνη εις την οικίαν. Ύπαγε. — Αυθέντα, δύναμαι να σας είπω κάτι τι; — Λέγε.
Ουδενός τα χείλη εις το εξής μη την ψαύσουν και ουδεμία χειρ ας μη την μεταχειρισθή προς τιμήν άλλης θεότητος! Και η κύλιξ εθραύσθη επί του λιθοστρώτου του σκεπασμένου με ελαφρόν στρώμα σαφρά. Αλλά, βλέπων την έκπληξιν των βλεμμάτων: — Φίλοι, υπέλαβεν ο Πετρώνιος, χαρείτε. Το γήρας και η αδυναμία είνε θλιβεροί σύντροφοι των τελευταίων ετών μας.
Σε παροτρύνουν να ριψοκινδυνεύσης το ίδιον πρόσωπόν σου εις τους μεγαλειτέρους κινδύνους, και επί πλέον, σε χαρακτηρίζουν ως Καίσαρα μικρόψυχον ποιητήν, ως εμπρηστήν και ως κωμωδόν· τα ώτα μου δεν δύνανται να ακούωσι περισσότερα. — Έχασα, εσκέφθη ο Πετρώνιος.
Επώλησα εις την δυστυχισμένην Ευνίκην δύο κλωστές από τον παλαιόν μανδύαν μου. Είναι εύμορφη, και εάν μου την επρόσφερεν ο Πετρώνιος . . . Ναι, ναι, Χίλων Χιλωνίδη, είσαι ξένος και ορφανός, λάβε όπως ημπορέσης μίαν δούλην τουλάχιστον διά να σε παρηγορή. Αλλ' ιδού έφθασα εις του Σπόρου αυτού του κλέπτου. Το καπηλείον του είνε ο τόπος πού πληροφορείται κανείς ευκολώτερα».
Ακούσας τον κρότον των βημάτων του Πετρωνίου επί του λιθοστρώτου, ήγειρε το πρόσωπον, εις το οποίον μόνον οι οφθαλμοί έζων. — Ήλθον πολύ αργά; η Λίγεια είναι φυλακισμένη; ηρώτησεν ο Πετρώνιος. — Ναι, την απήγαγον προ μεσημβρίας. Επηκολούθησε σιγή. — Την είδες; — Ναι. — Πού είνε; — Εις την φυλακήν της Μαμερτίνης. Ο Πετρώνιος εφρικίασε και έρριψε προς τον Βινίκιον βλέμμα εξερευνητικόν.
Δαψίλευσόν μας ακόμη μίαν χάριν, θεσπέσιε, είπεν ο Πετρώνιος, και εκδήλωσον την θέλησίν σου ενώπιόν της Αυγούστας. Ο Βινίκιος δεν θα ετόλμα να νυμφευθή μίαν γυναίκα, κατά της οποίας η Αυγούστα θα είχε παράπονα. Αλλά συ, ω άναξ, θα διαλύσης με μίαν λέξιν πάσαν προκατάληψιν, διακηρύττων ότι ούτω διέταξες Συ. — Δεν δύναμαι τίποτε να σας αρνηθώ, ούτε εις σε ούτε εις τον Βινίκιον, είπεν ο Καίσαρ.
— Έχομεν εδώ ένα παιδαγωγόν Έλληνα, είπε, στραφείς προς τον Πετρώνιον, όστις παραδίδει μαθήματα εις τον υιόν μας και η Λίγεια παρίσταται εις τα μαθήματα ταύτα. Ο Πετρώνιος παρετήρει τώρα διά μέσου της λόχμης του κισσού και του αιγοκλήματος τον κήπον και τα τρία πρόσωπα τα οποία έπαιζον εντός αυτού.
Ο Καίσαρ και ο Τιγγελίνος εγνώριζον ότι εν Ρώμη ο Πετρώνιος ηγαπάτο από τους πραιτοριανούς και διά τούτο εθεώρησαν φρόνιμον να τον απομακρύνωσιν εκ της πόλεως, υπό πρόσχημά τι και να τον πλήξωσιν εν τη επαρχία. Τον προσεκάλεσαν λοιπόν να μεταβή εις Κύμην μετά των άλλων αυγουστιανών. Εκείνος ανεχώρησεν, αν και υπωπτεύετο στρατήγημα.
— Μα τον Ηρακλή! απήντησεν ο Πετρώνιος, θα επιστρέψωμεν, εάν είναι ανάγκη, επί κεφαλής των λεγεώνων της Ασίας. — Ούτω θα πράξω! ανεφώνησεν ο Νέρων. Ο Πετρώνιος θα ήτο και πάλιν ο άνθρωπος των περιστάσεων. — Άκουσόν με, Καίσαρ! υπέλαβεν ο Τιγγελίνος, η συμβουλή είνε κινδυνώδης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν