United States or El Salvador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εξήλθομεν προς την μεσημβρινήν πλευράν του παλαιού μονυδρίου, και οι δύο ήρχισαν να επιθεωρούν επιμελώς την τοποθεσίαν. — Να ο μεγάλος βράχος, είπεν ο Νικολός, αυτός θα είναι. Να ο ήλιος, τώρα πρέπει να είναι δυο κοντάρια ψηλά. Να κι' ο ίσκιος, ως πού φθάνει.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Σε ποιόν μηνάει τάχα τέτοια τύχη ο Φοίβος; ΚΡΕΩΝ Άναξ, βασίλευε ποτέ στας Θήβας ο Λάιος προτού δώσωμε σ’ εσέ το σκήπτρον. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Έχω ακουστά, αν και ποτέ μου δεν τον είδα. ΚΡΕΩΝ Αυτός λοιπόν σκοτώθηκε και τώρα ο Φοίβος να τιμωρήσωμε τον ένοχον προστάζει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και σε ποιο μέρος βρίσκεται; τάχα θα βρούμε του κρίματος του παλαιού το κρύφιον ίχνος;

Είτανε μια κατοικία με πολλές μεγάλες κάμαρες, με στραβωμένα παράθυρα, με λεκιασμένους τοίχους και μεγάλες βεράντες παλαιού ρυθμού, μια στενόμακρη, που έβγαινε στην αυλή, και μια μικρότερη, που είχε θέα προς έναν κήπο με χορταριασμένους δρόμους κι ακλάδευτα φραουλόθαμνα, προς τις βελανιδιές μακριά και τον ήσυχο φωτεινόν κόλπο, που τριγυρισμένος όπως είταν από την πρασινάδα έμοιαζε μ' ατάραχη λίμνη.

Αντί του παλαιού δημοσίου γυμναστηρίου, του οποίου τον χώρον κατέλαβεν η περιοχή του Πτωχοκομείου και εις το οποίον εφονεύθη ο αδελφός του Φωκιανού, πεσών εκ του διζύγου, ιδρύθη το παρά τον Ιλισσόν ευρύ γυμναστήριον. Μικρότερα δε γυμναστήρια ιδρύθησαν ως παραρτήματα των γυμνασίων και λοιπών εκπαιδευτηρίων.

Η έννοια και η αφορμή τοιαύτης ενεργείας εξηγείται καθαρώτερα εις τον αμέσως ακόλουθον Μονόλογον^ αυτού ο Αμλέτος φανερόνει ό,τι συνέβαινε μέσα εις την ψυχήν του ενώ ο ηθοποιός με τόσην τέχνην και με τόσο πάθος απήγγελλεν απόσπασμα παλαιού δράματος.

Κ' ήλθε η ψυχή του παλαιού Θηβαίου Τειρεσία• 90 σκήπτρο κρατούσε ολόχρυσο• μ' εγνώρισε και μου 'πε• «Λαερτιάδη διογενή, πολύτεχνε Οδυσσέα, ει πάλιν, ω ταλαίπωρε, από το φως του ηλίου ήλθες να ίδης τους νεκρούς, τον άτερπνο τον κόσμο; σύρου απ' τον λάκκο, το σπαθί βάστα μακρυά, να πίω 95 από το αίμα, να σου ειπώ κατόπι την αλήθεια».

Την χρονιάν εκείνην δεν υπήρχε καρπός ελαίας, διότι αι ελαίαι εκαρποφορούσαν «δευτοροχρονιά». Άλλως, ας ήτο και Κυριακή, εξάπαντος θα ευρίσκομεν ίχνη ανθρώπου εις τα μέρη εκείνα. Κάτω προς τον αιγιαλόν, εις το βαθύ ρέμμα, υπήρχον, ή μάλλον εσώζοντο από παλαιού καιρού, ολίγοι νερόμυλοι, εφθαρμένοι, σχεδόν ερείπια. Ίσως δύο εξ αυτών εδουλεύοντο από καιρού εις καιρόν.

Ο Αγαθούλης απελπισμένος και κατάπληχτος τον χάνει σε λίγο από τα μάτια του. Αλίμονο! να μια κατεργαριά άξια του παλαιού Κόσμου. Ξαναγύρισε στην παραλία συντριμμένος από τη λύπη: γιατί, επί τέλους, έχασε περιουσία δέκα βασιλιάδων.

Τούτο δε μόνον διά της γεννήσεως είνε δυνατόν να το επιτύχη, καθόσον δι' αυτής καταλείπει άλλο νέον αντί του παλαιού, αφού άλλως και κάθε, ζώον εφ' όσον ζη θεωρείται το αυτό, χωρίς να είνε, όπως λόγου χάριν ο εκ παιδαρίου γενόμενος πρεσβύτης λέγεται ότι είνε ο αυτός πάντοτε· ενώ ούτος, μολονότι λέγεται ότι είνε ο αυτός, εν τούτοις ποτέ δεν μένει τα αυτά έχων εν εαυτώ, αλλ' αποβάλλων αυτά γίνεται διαρκώς νέος άνθρωπος και κατά τας τρίχας και κατά την σάρκα και τα οστά και το αίμα και ολόκληρον εν γένει το σώμα.

Κάποιος μεγάλος τεχνίτης του παλαιού καιρού τον είχε κατασκευάσει από ένα ιδιαίτερον ξύλο ελαφρό και στερεό και εβεβαίωνε πάντοτε η κυρά Διαμάντω, ότι μ' εκείνον τον εργαλειό η εργασία εγίνετο γρηγορώτερα παρά με κάθε άλλον.