United States or Mexico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο περιηγητής όστις ηκολούθησεν όπως εγώ, μερικά εξ εκείνων των παιδίων εις τας απλοϊκάς οικίας των και είδε την πενιχράν επίπλωσιν, την λιτήν αλλ' υγιεινήν τροφήν, την ήρεμον και πατριαρχικήν ζωήν, δύναται ν' αναπαραστήση ζωηρώς κατά νουν τον τρόπον καθ' ον έζη ο Ιησούς.

Για πού χαζιρεύεσαι; ηρώτησεν η Κρατήρα. — Δεν τάκουσες; Πάνε η εληαίς! απήντησεν ο Μπάρμπα-Σταύρος, και εκτύπα εις το σανιδένιον πάτωμα της οικίας τους βαρείς πόδας του εναλλάξ, όπως εφαρμόση αυτούς ακριβώς εντός των ρωσσικών υποδημάτων και βαδίζη χωρίς να πονή. — Κάμε γλήγορα Κρατήρα! είπε ταχέως μπουρμπουλλίζων τας λέξεις ο γέρων, ως άνθρωπος βιαζόμενος. Δόσε μου το τσίπουρο!

Οι αγροφύλακες προσποιηθέντες ότι απεκλείσθησαν έξω, εκοιμώντο όλην την ημέραν εις τας οικίας των, ο δε μόνος κλητήρ ήτο απησχολημένος συνήθως εις την υπηρεσίαν της κυρίας δημάρχου. Διά τούτο ο δήμαρχος ανέθηκε την εντολήν αυτήν εις τον ποιμένα, τον κολλήγαν του Μπάρμπα-Σταύρου.

O οίκος λ.χ. καθ' ύλην είναι λίθοι και πλίνθοι και ξύλα, κατ' είδος δε είναι αγγείον ικανόν να σκεπάζη σώματα και πράγματα. Το είδος είναι το κοινόν εις πάντα τα άτομα, εις πάσας τας οικίας, η δε ύλη ατομικεύει τούτο το γενικόν και ούτως αποτελείται το άτομον λ.χ. η οικία του Πέτρου.

Μία εκ των σκηνών, αι οποίαι μου έκαμαν εξαιρετικήν εντύπωσιν εις το «Ασομοάρ» του Ζολά είνε εκείνη όπου η Γερβασία, κρατούσα εις την αγκάλην της την μικράν Νανάν, μεταβαίνει να καλέση διά το γεύμα τον σύζυγόν της Κουπώ, τζιγκοεργάτην, εργαζόμενον επί της στέγης υψηλής οικίας. Η σύζυγος τον φωνάζει, το δε νήπιον κινεί προς αυτόν το ροδαλόν του χεράκι και ψελίζει: — Να με, μπαμπά, να με!

Από της στιγμής ταύτης ήρχισε διά τον Ηρώδην Αντίπαν σειρά θλίψεων και ατυχιών, ήτις απέληξεν ύστερον εις ανηλεή εξορίαν και εις άδοξον θάνατον. Η Ηρωδιάς κατέστη απ' αρχής ο κακός δαίμων της οικίας. Η ηγεμονίς η Αράβισσα, χωρίς να περιμείνη το διαζύγιον, έφυγεν εν αγανακτήσει εις τα απρόσιτα όρη της Πετραίας Αραβίας, πλησίον του πατρός της.

Κάθε πρωί εισεχώρουν αι Ακτίνες του Ηλίου μέσα από το έν και μόνον μικρόν παράθυρον της οικίας του παππού και εφώτιζαν το σιωπηλόν παιδίον.

Οι Βαβυλώνιοι δεν έχουσιν άλλα πλοιάρια ειμή εκείνα τα οποία καταβαίνουσι τον ποταμόν μέχρι της πόλεως· είναι δε στρογγύλα και όλα δερμάτινα, διότι, αφού κόψωσιν ιτέας εις τα Αρμένια όρη, τα οποία είναι άνω της Ασσυρίας, και κατασκευάσωσι τα πλευρά του πλοιαρίου, τα περιτυλίσσουσιν εξωτερικώς με δέρματα ητοιμασμένα, ως το έδαφος της οικίας, χωρίς να διακρίνεται η πρύμνα και χωρίς να στενεύεται η πρώρα.

Και έτρεχεν εκείνο αστραπηδόν και πάλιν ίστατο και πάλιν ξανάτρεχε, εντός της οικίας γρυλλίζον με χαράν τώρα, εν ώ δύο γάτοι, άρρενες μεγάλοι και γηραιοί με παχείς λαιμούς και στιλπνόν κοκκινόλευκον τρίχωμα, το έβλεπον μελαγχολικώς μακρόθεν, κάμνοντες τάχα πως εκοιμώντο, καθήμενοι επί των οπισθίων ποδών παρά την θερμαίνουσαν εστίαν, ως δύο καπνοδοχεία παριστώντα γάτους.

Ο Απόστολος, η γραία και ο νεανίσκος επορεύθησαν κατά μήκος του ποταμού, ενώ ο μικρόσωμος γέρων, ο Ούρσος και η Λίγεια εισήρχοντο εις στενόν δρομίσκον, εισήρχοντο εις το προαύλιον οικίας, της οποίας το ισόγειον κατείχετο από τα καταστήματα ενός ελαιοπώλου και ενός ορνιθοπώλου.