Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
— Η συγγενής σας ; εφώναξε ο Περαχώρας, κυττάζοντας προσεχτικώτερα την κόρη. — Όχι· δηλαδή ναι, συγγενής μας· εμάσισε ο Αριστόδημος· μα δεν έχουμε καμιά σχέση μαζί της. — Πώς, αφού είνε συγγενής σας; τον ρώτησε ο Αλαμάνος. — Μακρινή συγγένεια· είνε αίμα μας αλλά νοθεμένο. — Ξέρω, ξέρω· τον έκοψε ο Περαχώρας· τη μητέρα της την ατίμασε κάποιος Χαγάνος.
Τη φωνή της δε θα την ξεχάσω στη ζωή μου. Η φωνή της! Άκουσες άγγελο να λαλή και με μια λέξη ναπαντήση· «Ναι! ναι! το είδα, το ξέρω· μη γυρέβης άλλο να σου πω.» Πάει να φύγη και σκουντάφτει το μικρό της το ποδαράκι· κοντέβει να πέση, τη βαστώ. Με καίει ακόμη το πετσί της. — Λέλα, δεν έπαθες τίποτις; Λέλα μου, πες το. — Όχι! όχι! Είναι αργά. — Καλή νύχτα! καλή νύχτα! Λέλα, ύπνο καλό. Κοιμήσου καλά.
— Τη δουλειά του ; τον έκοψε ο Πέτρος τάχα φουρκισμένος. Τη δουλειά του κυττάει; Τι λες αφέντη! Δε ρίχνεις μια ματιά στο χτήμα του να ιδής; — Το ξέρω· κάνει ανασκαφές. — Ανασκαφές! κάνει ανασκαφές! Και το λες τόσο ήσυχα! Δε ρωτάς λοιπόν να μάθης γιατί τις κάνει τις ανασκαφές ; — Να ξεθάψη τα χτίρια των παππούδων του· τι μ' αυτό; — Και να θαμπώση τον κόσμο· επρόσθεσε βιαστικά ο χωριάτης.
— Τα ξέρω, τα ξέρω· από το δωδέκατο τον αιώνα μάλιστα. Άλλες ιστορίες αυτές. — Ταφίνουμε λοιπόν και σκαλώνουμε παραπάνω, κατά τον Ομαλό. Απλάδα κι αυτή περιξακουστή, ως τρεις χιλιάδες πόδια του ύψου, τέσσερα μίλια φάρδος, και πέντ' έξη μάκρος, και τα βουνά ολοτρόγυρα ακόμη πιο απόψηλα και πιο περήφανα.
— Α, ο αδερφός σου! είπε η κόρη κουνώντας το κεφάλι με συγκατάβαση. Εκείνος πήρε τα βιβλία τους μοναχά. Μα εμείς κληρονομήσαμε την ψυχή τους. — Εγώ θαν τα πάρω και τα δυο· είπε ο Δημητράκης με αυτοπεποίθηση· ναι; — Δεν ξέρω... δεν ξέρω... Πώς να το ειπώ το ναι. Δεν ξέρω· ψιθύρισε μακραίνοντας από κοντά του. — Δεν ξέρεις; την ρώτησε κείνος ρίχνοντας τα χέρια του παράλυτα. Ποιος το ξέρει λοιπόν;
— Δε μου λες; του λέγει· γιατί εσύ τέτοιο αρχοντόπουλο μοσχαναθρεμμένο, που άφησες τιμές και δόξες για την αγάπη του Χριστού, να κάθεσαι παραμελημένος και άλλοι που τίποτα δεν έκαμαν να τρωγοπίνουν στο τραπέζι του Παντοκράτορα; Δεν ξέρω· νοικοκύρης είσαι· μα τέτοια περιφρόνησι, θαρρώ, δεν σου άξιζε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν