Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Είχε καταστή αυτόματον, και αι απαιτήσεις της νέας αυτής θέσεως, επιβάλλουσαι αυτή την τυφλήν υπακοήν, την ηνάγκαζον να ψεύδηται κατά κόρον διά λογαριασμόν άλλων. Επί τοσούτον δε προέβη το αξιόλογον τούτο προτέρημα, ώστε θαύμα θα ήτο αν η αδελφή Σιξτίνα κατώρθου ποτέ να είπη μίαν λέξιν αληθή, από αμνημονεύτων δε χρόνων δεν ηξιώθη να διαπράξη το σφάλμα τούτο.

Προς άγγελον ουράνιον Αυτήν παρομοιάζων. Κ' ενίοτε, ενίοτε Βαρύαλγος στενάζων, Αντήχει εις τ' απόκρημνα Του ρύακος πλευρά. Εξαίφνης τότε, πόρρωθεν, Φωνής ηκούσθη ήχος Οξύς, κ' εκ στήθους φλογερού Εξήρχετο ο στίχος: « — Είναι σκληρά, ως σίδηρος, » Της νέας η καρδιά! — » Κ' εφάνη προσερχόμενος Ρέμβος τις νεανίας, Μέλος και ούτος της τριπλής Εκείνης μας φιλίας.

Δηλαδή, όταν έφθασα εις το ζήτημα της εκπαιδεύσεως, είδα με την φαντασίαν μου νέους και νέας να σχετίζωνται μεταξύ των φιλικώς.

Ταύτα διανοηθείσα η Αϊμά, επειράθη να κατακλιθή εκ νέου και να σκεπασθή. Αλλ' ο Πρωτόγυφτος την έσυρε βαναύσως από της χειρίδος του υποκαμίσου. — Σηκώσου, σου λένε, να πάμε. Πολύ, βλέπω, αγαπάς τον ύπνο. — Πού να πάμε: είπεν η Αϊμά. Ο Πρωτόγυφτος δεν απήντησεν, εξηκολούθησεν όμως να σύρη αυτήν τόσον σφοδρώς, ώστε έσχισε το ύφασμα, όπερ εκάλυπτε το σώμα της νέας.

Ο Σοφοκλής είχε πολιτικόν αξίωμα στην πατρίδα του· οι ουμορισταί και οι συγγραφείς δοκιμίων και μυθιστορημάτων της Νέας Αμερικής φαίνεται ότι τίποτε καλύτερο δεν επιθυμούν από το να γίνουν οι διπλωματικοί αντιπρόσωποι της χώρας των και ο φίλος του Charles Lamb , ο Thomas Griffiths Wainewright, το θέμα του συντόμου αυτού απομνημονεύματος, μολονότι εξαιρετικά καλλιτεχνικής ιδιοσυγκρασίας, ακολούθησε και άλλους κυρίους εκτός από την τέχνη, και ήταν όχι μονάχα ποιητής και ζωγράφος, τεχνοκρίτης, αρχαιοδίφης και συγγραφεύς στην πρόζα, ερασιτέχνης τερπνών πραγμάτων και διλλετάντης ωραίων πραγμάτων, αλλά και σιδηράς όχι μετρίας ή κοινής αξίας, κ' επιδέξιος και κρυφός φαρμακευτής δίχως ταίρι σχεδόν στον παρόντα και σ' οποιονδήποτε αιώνα.

Μεταφράζομεν εκ των ξένων γλωσσών και μεταφέρομεν εκ των αρχαίων κλασσικών εις τας νέας «Μετάφρασις! . . .». Αλλ' η μετάφρασις ούτε εύκολος ούτε δυνατή είναι πάντοτε. Έχει ο μεταφράζων να παλαίση προς τόσα! Έχει να άρη την γριφώδη σκηνήν την περικαλύπτουσαν τα κρυσταλλοπαγή ανάκτορα της αρχαίας γλώσσης, και μάτην πολλάκις κρούομεν τας Χαλκάς της Αρχαιότητος Πύλας!

Δεν γνωρίζω εάν εκοιμώμην ή ήμην έξυπνος, ότε ήκουσα αίφνης την θύραν του αντικρύ μου κοιτωνίσκου ανοιγομένην. Ήγειρα την κεφαλήν. Ο πατήρ της νέας, ανασύρων το όπισθεν της θύρας ερυθρόν παραπέτασμα, πελιδνός, έντρομος, έστρεφε τα βλέμματα προς το δωμάτιον της υπηρεσίας. — Ημπορώ να σας χρησιμεύσω; ηρώτησα. Τι θέλετε; — Τον ιατρόν!... Η κόρη μου... Ανέβην δρομαίος εις το κατάστρωμα.

Ουχ ήττον ευρίσκεται πλησίον της Νέας πόλεως, εν τω νομώ των Θηβών, μεγάλη τις πόλις ης το όνομα είναι Χέμμις. Εν τη πόλει ταύτη υπάρχει ναός τετράγωνος καθιερωμένος εις τον Περσέα, υιόν της Δανάης, πέριξ του οποίου είναι φυτρωμένοι φοίνικες. Τα προπύλαια αυτού είναι λίθινα, πολύ υψηλά και επ' αυτών είναι δύο μεγάλοι λίθινοι ανδριάντες.

Με ποίους οφθαλμούς θα έβλεπεν αυτήΣτοιχειό επί Στοιχειωμένου οίκουτην χαρμόσυνον ετοιμασίαν των ευλογημένων οικογενειών; Τας μητέρας να ξεσκονίζουν, τας νέας να ζυμώνουν, τους φούρνους να μοσχοβολούν, και τους ευδαίμονας πατέρας ν' αναπαύωνται παρά την εστίαν; Κουτσώντας-κουτσώντας επήρε τα ματάκια της, κλαμμένα, και απήλθε ν' ανάψη τα κανδήλια του αγίου Κωνσταντίνου.

Αλλ' ήδη εις τα ερεβώδη Λουτρά βαθέα της δύσεως Του λαμπρού βασιλέως, Των αέρων εβούτησεν Η εσχάτη ακτίνα. Και αλλάζει, ιδού, αμαυρόνεται Της νήσου η ράχη, ως πρόσωπον Νέας, ορφανής παρθένου, Υγρόν υπό το σύγνεφον Της δυστυχίας· Τα λυπημένα ομμάτια του Τότε αν σηκώση ο ναύτης, Βλέπει επάνω εις την χώραν του Τρέμον και μεσουράνιον Το πρώτον άστρον.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν