United States or Seychelles ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς να μην είνε ως νέα πλάσις δι' εμέ, αφού, όταν είχον αποδημήσει, όχι μόνον αυτή ήτον αγέννητη, αλλά και η μητέρα της ανύπανδρη; Και τώρα, ύστερον από τόσους αιώνας ανυπαρξίαεκτός αν αληθεύουν εκείνα όσα μυθολογεί ο θείος Πλάτων, εμπνεόμενος από τον μεγαλοφωνότατον Πίνδαρονμία μικροσκοπική, αόρατος ψυχή, μία πνοή δημιουργός ακατάληπτος, να εμφυσάται εις μίαν δράκα σαρκός ή χώματος και να μορφούται πλάσμα έμψυχον, και να γίνεται ψυχή ζώσα· και να σηκώνεται λίαν πρωί με λάμποντα γαλανά όμματα, με σγουρά, ξανθά μαλλιά, και να ίσταται υψηλά εις το παλαιόν μπαλκόνι, να προσκολλάται εις τα κάγκελλα, να προσπαθή ν' αναρριχθή χωρίς φόβον μη πέση, και να τραγουδή: «Καράβι, καραβάκι, πού πας γυαλό-γυαλό

Τρεις μικρές πόρτες βρίσκονταν κάτω από ένα ξύλινο μπαλκόνι που περιέβαλλε όλο το επάνω πάτωμα του σπιτιού και όπου ανέβαινε κανείς από μια εξωτερική σκάλα σε κακή κατάσταση. Μια μαυρισμένη τριχιά, δεμένη και στερεωμένη σε πασσάλους καρφωμένους στις γωνίες των σκαλοπατιών, είχε πάρει τη θέση της κατεστραμμένης κουπαστής της σκάλας.

Κι εκείνος έβλεπε το σπίτι του ντον Πρέντου, με τις ροδιές γεμάτες φρούτα, τους φοίνικες, στα ψαθιά απλωμένα τσαμπιά σταφύλια και χρυσές κολοκύθες. «Η Νοέμι θα περάσει καλά… εκεί… θα τρώει καλά, θα παχύνει, θα δώσει λεφτά στην ντόνα Έστερ για να διορθώσει εδώ το μπαλκόνι. Θα περάσει καλά… Θα είναι σαν τη Βασίλισσα του Σαβά.

Κατάλαβε ότι τον έδιωχνε και βγήκε στην αυλή, κοίταξε όμως μήπως μπορούσε να μιλήσει και με την ντόνα Νοέμι. Να την που βγήκε στο μπαλκόνι να μαζέψει την κουβέρτα. Χαμένος κόπος να την παρακαλέσει να κατέβει, έπρεπε ν’ ανέβει εκείνος. «Ντόνα Νοέμι, μου επιτρέπετε μια ερώτηση; Είστε ευχαριστημένη

Πόσες αναμνήσεις δεν ξυπνούσε στην καρδιά του υπηρέτη αυτή η γωνιά της αυλής, θλιβερή με τα μούσκλια της, χαρούμενη με το σκούρο χρυσαφί από τις βιόλες και με το ανοιχτοπράσινο των γιασεμιών της! Σαν να έβλεπε ακόμη την ντόνα Λία, χλωμή και λεπτή σαν κυπαρίσσι, να προβάλλει στο μπαλκόνι με το βλέμμα καρφωμένο μακριά, να προσπαθεί να διακρίνει κι εκείνη τι υπήρχε πέρα, στον κόσμο.