Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
— Κ' εμένα δε με θυμάσθε; ηκούσθη αίφνης φωνή αδύνατη πλησίον των. — Η θεια μας· είπον τα παιδία μετά χαράς. Τω όντι ήτο η θεία των, η Κυρά Καλή. Η Κυρά Καλή, ολίγον τι μικροτέρα της Κυρά Ρήνης διέφερεν αυτής, όσον ο σίτος από την ήραν.
Να κολλήσουμε απάνω της σαν τον αγριόγατο στ' άλογο που πηλαλεί. Να τρέξουμε μαζί της, να πηλαλήσουμε για να φτάσουμε στον προορισμό μας· κατάλαβες; — Κατάλαβα πως δε σκαμπάζεις ντιπ! — Σκαμπάζεις! ώ! ... έκαμεν ο Περαχώρας, αφίνοντας το μολυβοκόντυλό του και κυττάζοντας τον Αριστόδημο παράξενα. — Τι λέξη βάρβαρη είνε αυτή ; τον ρώτησε ο Γκενεβέζος.
Ας σφάξωμεν άφθονα πρόβατα, και αφού τα μαγειρεύσωμεν, ας ετοιμάσωμεν δι' αυτούς τους ανθρώπους πλουσιοπάροχον γεύμα εις το στρατόπεδόν μας· ας εύρωσιν επίσης πολλούς κρατήρας με άκρατον οίνον και πολλήν ποικιλίαν φαγητών. Αφού ετοιμασθώσιν όλα, άφησον ως οπισθοφυλακήν ασθενές μέρος του στρατού και οι λοιποί ας επιστρέψωσι πάλιν προς τον ποταμόν.
Εκεί επάνω, εις τον κρημνόν, έβλεπε της νεράιδες, ένα πλήθος λευκοφορεμένων γυναικών, που ήσαν πιασμέναι εις χορόν, κ' εχόρευαν «στον καλό τους καιρό», κ' ετραγωδούσαν. — Και τι τραγούδι, έλεγαν, μάνα; ηρώτησεν η μικρά Τσιτσώ, εννέα ετών παιδίσκη, την μητέρα της. — Έλεγαν, κορίτσι μου : «Ακούτε μας· μιλάτε μας· ημείς, καλές κυράδες . . .» — Ήθελα κ' εγώ να τώβλεπ' αυτό, μάνα, είπεν ο Φάλκος.
Εγώ και ο άλλος σύντροφός μου ευθύς εβάλθημεν εις φυγήν με μεγάλον φόβον και τρόμον, λέγοντες μεταξύ μας· αλλοίμονον εις ημάς, εχθές είχαμεν μεγάλην χαράν που ελευθερώθημεν από τα άγρια θηρία, τους κύκλωπας και από τα κύματα της θαλάσσης και επέσαμεν τέλος πάντων εδώ εις μεγαλύτερον κίνδυνον.
Αν μετράγαμεν πολλά Θέλα κρέναμεν καλά Κάθε τέλος του σκοπού μας, Μ' ώφελος του εαυτού μας· Μον του πόθου η υπερβολή, 555 Κι' η αστόχαστη βουλή Την καρδιά μας κυριεύουν, Σ' ατυχίαις μας πεδεύουν· Εις του πόθου το βρασμό Στάκα σε συλλγισμό, 560 Μη η βιά σε καταφέρη, Κάμης ό,τι δε συμφέρει· Σε ό,τι επιχειριστής Ποτέ σου μη παραβιαστής. Γιατί σε βια μεγάλη 565 Ο νους μας πάντα σφάλλει·
Η τοιαύτη προς τον Κώσταν και την οικογένειάν του διαγωγή του Πέτρου εις άκρον ευχαρίστησε τον φιλάνθρωπον Γεροστάθην και ημείς δε έκτοτε εδιπλασιάσαμεν την προς τον αγαθόν Πέτρον αγάπην μας· επεριμένομεν δε ανυπομόνως να παρουσιασθή περίστασις κατάλληλος, όπως μιμηθώμεν το καλόν παράδειγμα, το οποίον ο Πέτρος μας έδωκεν.
Αλλ' ο Μάιος δεν έχει βεβαίως σκοπόν να μεταβληθή εις φούρνον του Νασρεδίν-Χότζα, διά να ευχαριστήση τας ιδιοτροπίας μας· και θα ψηθώμεν επομένως τακτικά, ως πάντοτε, ακούοντες την ημέραν τους τέττιγας και την εσπέραν τας γαλλίδας τραγουδιστρίας του Φαλήρου ή τον Νικηφόρον και τον Αλεξιάδην των ιλισσίων θεάτρων.
Εξαναγύρισαν την άλλην ημέραν και έκαμαν το ίδιον· και με τοιούτον τρόπον ακολούθησε κάθε ημέραν έως που έφθειραν όλους, έξω από εμένα και τον Σαέδ. Ημείς δεν αναμέναμεν άλλο, παρά την ιδίαν κατάστασιν των συντρόφων μας· και ακαρτερούσαμεν την ερχομένην ημέραν με μεγάλα παράπονα διά να πάρουν ένα από ημάς διά να μας αποτελειώσουν.
Το παιδί καλοκάθησε σταυροπόδι, κι' είπε στους μαλλωμένους με ύφος αληθινού κριτή: — Ελάτε εδώ! Πήγαν κι' οι δυο μπροστά του με τα χέρια σταυρωμένα. — Ξέρετε που είμεστε; Τους ρώτησε σοβαρά. Ο καρβανάρης άνοιξε τα μάτια του, προσέχοντας ν' ακούση καλύτερα. Οι μαλλωμένοι δε μιλούσαν. Να σας ειπώ που είμεστε. Είμεστε κακορρίζικοι, δέκα μέρες μακρυά από τον τόπο μας· είμεστε ξένοι παντάξενοι!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν