Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Ιουνίου 2025


Γνωρίζω καλώτατα πως θαυμάζεις με τούτα που σου λέγω· μα θέλει παύσει ο θαυμασμός σου οπόταν σου διηγηθώ την ιστορίαν μου, και τα συμβεβηκότα που μου έτυχαν· πρέπει να σου τα φανερώσω θεληματικώς, επειδή και σε βλέπω πώς είσαι ένας άνθρωπος πολλά ευγενής και περίεργος.

Από στόμα εις στόμα επήγαιναν αι λέξεις: «ωραίον, λαμπρόν, τεχνικώτατον!» Ο θαυμασμός ήτο γενικός, και ο βασιλεύς έδωκεν εις τους αγύρτας τον τίτλον: υφανταί της Βασιλικής αυλής. Όλην την νύκτα προ της τελετής οι αγύρται δεν εκοιμήθησαν: Ήναψαν δεκαέξ λύχνους, και ο λαός τους έβλεπε από τα παράθυρα να υφαίνουν τα βασιλικά φορέματα.

Μόλις τον είδε φωτισθέντα υπό του λύχνου, και κραυγή καταπλήξεως διέρρηξε τα χείλη της· ο θαυμασμός της διέσεισεν αυτήν ως τρόμου αιφνιδίου ριπή, η χειρ της εκλονίσθη, σταγών διακαούς ελαίου εχύθη από του λύχνου επί των ώμων του θεού, και η Ψυχή ουδέν πλέον άλλο είδεν.

Και τότε, ενώ η χαρά, ο θαυμασμός και η δυσπιστία πάλευαν στην καρδιά τους, τους ρώτησε αν είχαν τίποτα να φάει, και για να τους καθησυχάσει, έφαγε ένα κομμάτι ψητό ψάρι εμπρός τους. Και μετά, ακόμα μια φορά τους είπε «Ειρήνη υμίν. Όπως ο Πατέρας μου με έστειλε, έτσι και εγώ σας στέλνωΚαι εκπνέοντας επάνω τους, είπε. «Παραλάβετε το Άγιο Πνεύμα.

Επήγα μεταμφιεσμένος με τον βεζύρην μου εις αυτούς τους λουτρούς, και αύξησεν ο θαυμασμός μου στοχαζόμενος την κατασκευήν τους και την μεγαλοπρέπειάν τους, εκτός που το όλον ήτον πολλά ευγενικόν, και καλά βαλμένον, επαρατήρησα ότι οι νέοι, που είχαν την επιστασίαν εις το να πλύνουν τους ανθρώπους, που εκεί επήγαιναν, ήταν τόσον ωραίοι και καλοκαμωμένοι, που επροξενούσαν θαυμασμόν, και το περισσότερον που ωμοιάζονταν τόσον, που αδύνατον ήτον να διαχωρίση τινάς τον έναν από τον άλλον.

Επήγα και κατέβηκα εις το σπήτι του πενθερού μου Μουφάκ, του οποίου εστάθη μέγας ο θαυμασμός ομού και της γυναικός του εις το να με ιδούν, οπόταν τους εφανέρωσα τον θάνατον της θυγατρός τους, που πολύ την αγαπούσαν. Δεν έκαμα ετούτην την διήγησιν χωρίς να χύσω άπειρα δάκρυα και χωρίς να μη κινήσω και τα εδικά τους.

Τι θα κάνατε; τον ρώτησε ανυπόμονα ο Αριστόδημος. — Τι θάκανα; και με ρωτάτε ακόμα; θα γενόμουν Ευμορφόπουλος· αληθινός Ευμορφόπουλος. Δε θα περιοριζόμουνα στη γλώσσα· θάσκαβα τη γη και θα σύναζα κάθε λιθάρι της εποχής τους. Θάνοιγα μουσεία και σχολεία· τίποτ' άλλο. — Κ' έπειτα; — Έπειτα; ο θαυμασμός του κόσμου θάφερνε σε μένα τους τόπους μου. — Θα το κάμω εγώ· είπε αποφασιστικά ο Αριστόδημος.

Ερχόμενοι δε προς αυτόν, άνοιξαν τες κασσελοπούλες των, και του έδειξαν διάφορα διαμάντια, τάχα πως τα είχαν διά πούλημα· αυτός τα εστοχάσθη με πολλήν ακρίβειαν και με θαυμασμόν, διά την ποιότητά τους, και επάνω εις όλα αυγάτισεν ο θαυμασμός του εις το να ιδή ένα καρβούνι πολλά θαυμάσιον, μέγα ωσάν ένα αυγό περιστεριού το οποίον παίρνοντάς το εις το χέρι, δεν εχόρταινε που να το κυττάζη και να του επαινή την ευμορφάδα.

Αφού δε αυτός εμίσευσεν, ο βεζύρ Αλής ερώτησε την βασίλισσαν ποίος ήτον αυτός ο νέος ο αγνώριστος και του εστάθη μέγας ο θαυμασμός εις το να ακούση από αυτήν πως αυτός είνε ο βασιλεύς της Κίνας.

Το πράγμα είναι καθ' εαυτό αξιοθαύμαστον, δεν λέγω το εναντίον αλλά πολύ πλέον αξιοθαύμαστα είνε ο θαυμασμός και η απορία σας, διότι τόσον πολλούς Ρηγόπουλους βλέπετε καθ' ημέραν, ώστε έπρεπε να είσθε προ καιρού συνειθισμένοι εις τοιαύτα θαύματα. Ο παραμικρός των εφημεριδογράφων σας είναι εις το είδος του θεόπνευστος προφήτης, ομιλών και αποφασίζων περί πραγμάτων τα οποία ποτέ δεν έμαθε.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν