United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το πράγμα είναι καθ' εαυτό αξιοθαύμαστον, δεν λέγω το εναντίον• αλλά πολύ πλέον αξιοθαύμαστα είναι ο θαυμασμός και η απορία σας, διότι τόσον πολλούς Ρηγοπούλους βλέπετε καθ' ημέραν, ώστε έπρεπε να είσθε προ καιρού συνειθισμένοι εις τοιαύτα θαύματα . . . Το κατ' εμέ τους ανθρώπους τούτους τους σέβομαι, τους μακαρίζω, τους θαυμάζω ως σπάνια και περίεργα πλάσματα, των οποίων το είδος εχάθη από όλα τα άλλα μέρη του κόσμου και σώζεται εις μόνην την Ελλάδα.

Πράμμα που φαίνεται, κολαούζη δε θέλει. Είσαι ο καλλίτερος άντρας του χωριού, Δερβίς αγά, του έλεγον εκατέρωθεν γελώντες οι χωριανοί, οίτινες ήσαν συνειθισμένοι να τον βλέπουν σχεδόν καθ' εκάστην εις αυτήν την κατάστασιν, εγνώριζον δε ότι ήτο ο αβλαβέστερος των μεθύσων.

Κι αυτό είταν κ' η αλήθεια· κι αν δε μας εμπόδιζε ναπολαβαίνουμε το καλοκαίρι, είτανε γιατί είμαστε συνειθισμένοι τόσα χρόνια με το φιλάστενο της γυναικός μου, κ' έτσι βρίσκαμε το πράμα φυσικό. Ο Σβεν όμως δεν εννοούσε να πειστή με κανέναν τρόπο κ' έμεινε στη θέση του. — Το &ξέρω& πως θαρθή &σήμερα&, είπε. Χαμογέλασα για τη βεβαιότητα που είχε και προχώρησα.

Δεν ήμουν σίγουρη· εγώ είχα δουλειαίς. Ή έρχομαι, ή δεν έρχομαι του είπα. Πήγαινε συ, του είπα, να μη νυχτώσης, κ' εγώ, όπως διω. Εγώ είμαι μαθημένη να περπατώ τη νύκτα στα ρέμματα. Τω όντι, όλοι τους ήσαν συνειθισμένοι εις νυκτερινάς οδοιπορίας ανά τα όρη και τας κοιλάδας. Η δύο συμπεθέραις, η θεια-Συνοδιά, και η μάννα του Αγάλλου η μακαρίτισσα, είχαν δύο νερομύλους εις της Κεχρεάς το ρέμμα.

Το πράγμα είναι καθ' εαυτό αξιοθαύμαστον, δεν λέγω το εναντίον αλλά πολύ πλέον αξιοθαύμαστα είνε ο θαυμασμός και η απορία σας, διότι τόσον πολλούς Ρηγόπουλους βλέπετε καθ' ημέραν, ώστε έπρεπε να είσθε προ καιρού συνειθισμένοι εις τοιαύτα θαύματα. Ο παραμικρός των εφημεριδογράφων σας είναι εις το είδος του θεόπνευστος προφήτης, ομιλών και αποφασίζων περί πραγμάτων τα οποία ποτέ δεν έμαθε.

Όταν ο θόρυβος εφάνη ότι εκόπασε τελείως οι συνδαιτυμόνες ανέλαβον αμέσως και ήρχισαν την φλυαρίαν τους με ενδιαφέρον και με ανέκδοτα τόσον πλούσια, όσον και προηγουμένως. Διεκινδύνευσα τότε να ζητήσω την εξήγησιν του θορύβου αυτού. — Δεν είναι τίποτε. Όλως διόλου ασήμαντον πράγμα, είπεν ο κ. Μαγιάρ. Είμεθα συνειθισμένοι εις αυτόν και δεν δίδομεν σχεδόν καμμίαν προσοχήν.

Οι δε Αθηναίοι ακούσαντες επείσθησαν και μετεκόμισαν εκ των αγρών τους παίδας και τας γυναίκας και όλα τα οικιακά σκεύη, αφαιρέσαντες και αυτήν την ξυλείαν των οικιών τα δε πρόβατα και τα υποζύγια μετέφεραν εις την Εύβοιαν και τας παρακειμένας νήσους. Η μετατόπισις όμως εκείνη τοις εφάνη οχληρά, επειδή ήσαν συνειθισμένοι να ζουν οι πολλοί εις τους αγρούς.

Έφταιξα, ας με παιδέψη ο Νόμος. Τι να τηνέ κάνω τη ζωή; Είδα τη γλύκα της. Κι' αυτά που θα σου πω, πάρτα σαν παραμύθι. Έτσι για να τα θυμάσαι Τίποτ' άλλο... Ένα παραμύθι. Έδεσα τα χέρια μου και τον άκουγα. Είμαστε μοναχοί μας μέσα στο κατώγι Από το χαμηλό παραθύρι περάσανε δυο στρατιώτες, κυττάξανε μέσα μια ματιά και προσπέρασαν, σαν άνθρωποι συνειθισμένοι από τέτοια πράμματα.

Έφθασαν το λοιπόν το ερχόμενον ταχύ οι συνειθισμένοι δύο Μώροι, και μου κάνουν νεύμα διά να τους ακολουθήσω. Εγώ έμεινα ώσπερ νεκρός εις τέτοιαν είδησιν, και γυρίζω προς τον Σαέδ διά να του δώσω τον τελευταίον χαιρετισμόν.

Οι Ιουδαίοι ήσαν συνειθισμένοι εις τας παραβολάς, πολλαί δε υπάρχουσι και εν τη Παλαιά Διαθήκη. Αλλά το πνεύμα των παραβολών του Χριστού ήτο εις ύπατον βαθμόν μοναδικόν και απαράμιλλον. Τίποτε το οποίον να πλησιάζη εις το βάθος και την δύναμίν των, εις το σύντομον και εις το εξόχως σοφόν και υψηλόν δεν υπάρχει ούτε εις την Παλαιάν Διαθήκην ούτε εις όλην την φιλολογίαν της ανθρωπότητος.