Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
ΘΕΡΑΠΩΝ Ζούνε; Τι λες; Τη συμφορά δεν ξέρεις του σπιτιού μας; ΗΡΑΚΛΗΣ Όχι. Εκτός αν ψέμματα ο κύριος σου είπε. ΘΕΡΑΠΩΝ Είναι πολύ φιλόξενος, και για να μη λυπήση τον ξένο του. ΗΡΑΚΛΗΣ Λέγε λοιπόν τι συμφορά σας βρήκε; ΘΕΡΑΠΩΝ Πήγαινε στο καλό εσύ χαρούμενος. Οι άλλοι εμείς ας τηνε κλάψωμε τη συμφορά του αφέντη. ΗΡΑΚΛΗΣ Δεν φαίνεται απ' τα λόγια σου να πρόκειται για ξένον.
ΗΡΑΚΛΗΣ Ξέρω ότι εδέχθηκε για σένα να πεθάνη. ΑΔΜΗΤΟΣ Λοιπόν πως ημπορώ να ειπώ πως ζη, αφού το εδέχθη; ΗΡΑΚΛΗΣ Α, μην την κλαις η ώρα της πριν έλθη. ΑΔΜΗΤΟΣ Τι σημαίνει; Τάχα δεν λέγεται νεκρός αυτός που θα πεθάνη; ΗΡΑΚΛΗΣ Ναι, αλλά είναι χωριστό το ένα από τάλλο. ΑΔΜΗΤΟΣ Έτσι νομίζεις, Ηρακλή, εσύ. Εγώ όμως όχι. ΗΡΑΚΛΗΣ Τότε τι κλαις; Μη φίλος σου επέθανε κανένας;
Άμα είπε ταύτα ο Θεαγένης, διότι ούτω ο φωνασκός εκείνος ωνομάζετο, ηρώτησα ένα εκ των παρισταμένων, τι ενόει μ' εκείνα τα οποία έλεγε περί του πυρός και ποίαν σχέσιν έχουν ο Ηρακλής και ο Εμπεδοκλής προς τον Πρωτέα. Εκείνος δε μου απήντησεν ότι μετ' ολίγας ημέρας θ' αναβή εις πυράν ο Πρωτεύς εις την Ολυμπίαν δια ν' αποθάνη.
Ηρακλής μαινόμενος: Το ωραίο αυτό δράμα του μεγάλου τραγικού, αναφέρεται στον Ηρακλή, που, ελευθερώνοντας τα παιδιά του, κυριεύεται ύστερα από μανία και τα σκοτώνει. Μόλις συνέρχεται από την τρέλλα του και καταλαβαίνει τι έχει κάμει, επιχειρεί να αυτοκτονήση, αλλά τον σώζει ο φίλος του Θησέας. Η άρτια τούτη μετάφραση, που διατηρεί όλη την ομορφιά του πρωτοτύπου οφείλεται στον Κ. Βάρναλη.
— Καλό 'ς τον κυρ Νικόλα! φωνεί αίφνης, σύμπασα η ομήγυρις, και ο πορφυρούς την όψιν Ηρακλής τω προσφέρει ποτήριον οίνου. — Τι σόι πράγμα είν' αυτοί οι λεβέντες; τον ερωτά. — Καλά παιδιά, κυρ Γιάννη! 'Σ την υγειά σας, αδέλφια, και ο θεός 'ς το καλό! — Α έτσι; Πολύ καλά, κύριοι! Ευχαριστούμεν και να μας συγχωρήτε!
Πως την νοιώθω όλην την πίκρα στην ψυχή του πένθους μου!... ΧΟΡΟΣ Βεβαίως εγώ δεν ημπορώ να 'πω πως είσαι ευτυχισμένος. Αλλ' όμως με υπομονή πρέπει να υποστούμε ό,τι μας δίνουν οι θεοί. ΗΡΑΚΛΗΣ Πως ήθελα να είχα τόση μεγάλη δύναμι να πάω στον κάτω κόσμο να πάρω την γυναίκα σου κ' εδώ να σου την φέρω! ΑΔΜΗΤΟΣ Ξέρω καλά πως το ήθελες.
ΑΔΜΗΤΟΣ Σιώπησε! Συ ετόλμησες να πης αυτά τα λόγια; ΗΡΑΚΛΗΣ Μα τι; Ποτέ δεν σκέπτεσαι να παντρευτής; θα μείνης χήρος για πάντοτε; ΑΔΜΗΤΟΣ Καμμιά γυναίκα δεν υπάρχει που νάρθη το κρεββάτι μου να μοιρασθή μαζή μου. ΗΡΑΚΛΗΣ Τι περιμένεις απ' αυτό να ωφεληθή η νεκρή σου; ΑΔΜΗΤΟΣ Όπου κι' αν είναι της χρωστώ να την τιμώ. ΗΡΑΚΛΗΣ Δεν λέω βέβαια είσ' αξιέπαινος. Αλλ' όμως είναι τρέλλα.
Δ’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Είναι καλόν σημείον· δεν είναι έτσι; Γ’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Όχι! Α’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Σιωπή σας λέγω. Τι να σημαίνη αυτό το πράγμα; Β’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Είναι ο θεός Ηρακλής, ο τόσον αγαπητός εις τον Αντώνιον, ο οποίος τώρα τον αφήνει. Β’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Ε! σύντροφοι; ΠΟΛΟΙ ΟΜΟΥ. Ακούετε, ακούετε και σεις την μουσικήν; Α’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Ναι, δεν είναι παράξενον;
Ταύτα λέγουσιν οι Σκύθαι περί εαυτών και περί της χώρας των· αλλ' οι Έλληνες οι κατοικούντες τας όχθας του Ευξείνου πόντου άλλως διηγούνται τα πράγματα. Ο Ηρακλής, λέγουσιν, ελαύνων τας βους του Γηρυόνου, έφθασεν εις την έρημον γην την οποίαν νέμονται σήμερον οι Σκύθαι.
Ο γέρων εκείνος Ηρακλής σύρει μέγα πλήθος ανθρώπων, οι οποίοι πάντες είνε δεμένοι εκ των ώτων• και τα δεσμά είνε αλύσεις λεπταί κατεσκευασμέναι από χρυσόν και ήλεκτρον και όμοιαι με τα ωραιότερα περιδέραια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν